Μπορεί οι Ηνωμένες Πολιτείες να έβαλαν την Ελβετία και την Ταϊβάν στη λίστα των χωρών που «χειραγωγούν» την αγορά συναλλάγματος, ωστόσο η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε μία φάση που όλες οι μεγάλες δυνάμεις επιδιώκουν επίσημα ή ανεπίσημα να ελέγχουν την ισοτιμία των νομισμάτων τους ανάλογα με τα συμφέροντά τους. Μην ξεχνάμε ότι η τελευταία φορά που η Ουάσινγκτον κόλλησε τη συγκεκριμένη «ταμπέλα» ήταν τον Αύγουστο του 2019 με «ένοχη» την Κίνα, στο αποκορύφωμα του εμπορικού πολέμου.
Ο εμπορικός πόλεμος του 2019 αναμένεται να εξελιχθεί σε νομισματικό πόλεμο τα επόμενα χρόνια, αρχής γενομένης από το 2021. Και αυτό γιατί η προσπάθεια ανάκαμψης των οικονομιών σχετίζεται έως ένα βαθμό και με την ισχύ των νομισμάτων. Μία χώρα, για παράδειγμα, που είναι κατά κύριο λόγο εξαγωγική μπορεί θεωρητικά να επιταχύνει την ανάκαμψη της οικονομίας της αν το νόμισμά της είναι αποδυναμωμένο.
Ποιο θεωρείται το πιο αποδυναμωμένο από τα βασικότερα νομίσματα σήμερα; Το δολάριο, φυσικά, το οποίο υποχωρεί έναντι των νομισμάτων όλων των ανεπτυγμένων οικονομιών και παράλληλα είναι σε χαμηλό 2,5 ετών έναντι του ευρώ. Αν μάλιστα εξαιρέσουμε το πρώτο 4μηνο του 2018, όταν η ισοτιμία ευρώ/δολαρίου κυμάνθηκε σε εύρος μεταξύ 1,20 και 1,25, η τελευταία φορά που το δολάριο εμφανίστηκε τόσο αποδυναμωμένο έναντι του ευρώ ήταν τον Δεκέμβριο του 2014.
Το αμερικανικό νόμισμα βρίσκεται σε τροχιά να ολοκληρώσει το χειρότερο δ’ τρίμηνο των τελευταίων 17 ετών καθώς ο δείκτης δολαρίου υποχωρεί λίγο πριν από το τέλος του έτους σε ποσοστό 4,25% στο τρίμηνο και σημειώνει απώλειες περίπου 6,4% μέσα στο 2020.
Αιτία βέβαια, τα καλά νέα για το εμβόλιο που έχουν αλλάξει άρδην τις προοπτικές για το νέο έτος και έχουν… βγάλει από τα ασφαλή καταφύγια τους επενδυτές. Στην συντριπτική τους πλειονότητα οι αναλυτές εκτιμούν ότι το δολάριο θα συνεχίσει να βρίσκεται χαμηλά τα επόμενα χρόνια έναντι των βασικών νομισμάτων.
Τι θα κάνουν οι υπόλοιποι «παίκτες» της αγοράς συναλλάγματος; Υπάρχουν πολλοί τρόποι που μπορεί μία χώρα να ελέγξει την ισοτιμία του νομίσματός της. Η Ελβετία είναι μεταξύ των χωρών που παρεμβαίνουν επίσημα στην αγορά συναλλάγματος εδώ και αρκετά χρόνια, επικαλούμενη την προσπάθεια ελέγχου των τιμών. Στον αντίποδα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν έχει τέτοια αποστολή-εντολή και επομένως δεν μπορεί να παρέμβει. Μπορεί όμως να επηρεάσει…
Αμέσως μετά την κυκλοφορία των εμβολίων οι Βρυξέλλες αναμένεται να βάλουν μπροστά ένα σχέδιο που θα μπορούσε να ονομαστεί «ρίξτε το ευρώ». Η Γερμανία έχει επανειλημμένα εκφράσει την δυσαρέσκειά της για την υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική, ενώ ακόμη και στο τελευταίο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ όπου αποφασίστηκε η επέκταση του QE έως το 2022, η απόφαση δεν ήταν ομόφωνη.
Το Βερολίνο επιθυμεί μέσα στο 2021 και καθώς η οικονομία θα ανακάμπτει – αν όλα κυλήσουν ομαλά με τους εμβολιασμούς - να στείλει μήνυμα η ΕΚΤ στις αγορές ότι θα είναι από τις πρώτες που θα αυξήσουν τα επιτόκια. Αυτός θεωρείται σήμερα ο μόνος τρόπος για να σταματήσει η άνοδος του ευρώ που πλήττει τις γερμανικές εξαγωγές. Ακόμη και για την Ελλάδα, το ισχυρό ευρώ δεν είναι καλό για τον τουρισμό αφού καθιστά ακριβότερες τις διακοπές για Αμερικανούς, Ρώσους και Κινέζους και παράλληλα εμποδίζει την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας και κατ’ επέκταση κάνει πιο «σφιχτούς» τους Ευρωπαίους τουρίστες.
Αναλυτές όπως της Goldman Sachs και της Morgan Stanley εκτιμούν ότι η ζήτηση για το δολάριο θα είναι περιορισμένη τα επόμενα χρόνια λόγω της πολιτικής της Fed και του γεγονότος ότι η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας θα ρίξει τη ζήτηση για assets-ασφαλή καταφύγια. Το ευρώ από την άλλη έχει την τάση να ανατιμάται ότι η παγκόσμια οικονομία πηγαίνει καλά, ενώ και το Ταμείο Ανάκαμψης θα παίξει το ρόλο του, καθώς αναμένεται να προσελκύσει επενδυτές κρατικών ομολόγων που θέλουν να απομακρυνθούν από το δολάριο.