Το μεσημέρι της 17ης Σεπτεμβρίου του 1999 ο Γενικός Δείκτης έγραψε την υψηλότερη τιμή της ιστορίας του σε κλείσιμο: 6321, 31 μονάδες ενώ νωρίτερα μέσα στην ημέρα είχε χτυπήσει και τις 6484 μονάδες. Έκτοτε μεσολάβησαν πολλά: Η ελληνική αγορά αν και κατάφερε να ξαναδεί επίπεδα διαπραγμάτευσης πάνω από τις 5.000 μονάδες το 2007, λίγο μετά το 2008 έπαψε να ευθυγραμμίζεται με τον διεθνή παράγοντα και ακολούθησε τον δικό της δρόμο. Όχι άδικα.
Τα φαινόμενα που ακολούθησαν από το 2010 και μετά είχαν καταλυτική εικόνα στην Αγορά: Οι μισές εταιρείες έπαψαν να διαπραγματεύονται για λόγους που αφορούσαν την εξαγορά ή την συγχώνευση τους ή πτώχευσαν. Με τις συνεχείς ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών ο δείκτης εκτροχιάστηκε ακόμα και από τα ιστορικά του δεδομένα. Την ίδια στιγμή τα ξένα χρηματιστήρια πηγαίνουν από ρεκόρ σε ρεκόρ. Σαν κάποιος να έχει καταραστεί την Αγορά και να την έχει καταδικάσει σε μια αιώνια εσωστρέφεια.
Διακινδυνεύω μια πρόβλεψη: Οι 6.321 μονάδες του Γενικού Δείκτη είναι μια τιμή που είναι απίθανο να προλάβει να την ξαναδεί η γενιά μου. Ο λόγος είναι απλός: Το 1999 υπήρχαν πολλά χρήματα και λίγες μετοχές. Ειδικά στο κομμάτι της ρευστότητας οι παλαιοί της -τότε- οδού Σοφοκλέους θα θυμούνται το περιβόητο «Τ συν άπειρο» ή το «Τ συν 28» όπου «Τ» η ημέρα της συναλλαγής και «συν άπειρο» η ημερομηνία της ταμειακής εκκαθάρισης.
Για τους νεότερους αυτό σήμαινε αγορές χωρίς πιστωτικά όρια στις οποίες ο πελάτης είχε την υποχρέωση είτε να εξοφλήσει κάποτε (…) ή στην πιο αυστηρή εκδοχή να κάνει ένα γύρισμα πώλησης/αγοράς κάθε 28 ημέρες.
Σε μια αγορά που οι κωδικοί αυξάνονταν με γεωμετρική πρόοδο φθάνοντας κάποια στιγμή το 1,5 εκατομμύριο ενεργούς κωδικούς με άπειρη δυνητική ρευστότητα έκαστος λόγω του «αέρα», δεν υπήρχε ταβάνι στην Αγορά. Όταν θεσμοθετήθηκαν οι αγορές με πίστωση και περιθώρια ασφαλείας (margin) η αγοραστική δύναμη περιορίστηκε και οι κανόνες που μπήκαν εξαίρεσαν το 80% των εισηγμένων μετοχών από την δυνατότητα αγορών υπό την παροχή πίστωσης. Επιπλέον οι εισηγμένες ήταν μόλις 120 εταιρείες, αριθμός που εύκολα δημιουργούσε πληθωρικές τάσεις ανόδου με μια τόσο ισχυρή δυνητική δύναμη πυρός.
Σε σχέση με το 1999 υπάρχουν 90 εταιρείες που διαπραγματεύονται έως σήμερα και μπορούν να συγκριθούν με τότε. Από αυτές 8 μόνο έχουν θετική απόδοση (χωρίς τα μερίσματα) σε σχέση με τα ιστορικά υψηλά του χρηματιστηρίου και το κοινό τους γνώρισμα είναι η μακροπρόθεσμη συστηματική δημιουργία αξίας των διοικήσεων τους για τον μέτοχο.
Άλλες τέσσερις μετοχές δικαιούνται να λένε ότι βρίσκονται ψηλότερα από τότε αν ληφθούν υπόψη οι μερισματικές διανομές. Από την 13η θέση έως την 33η οι εταιρίες εμφανίζουν αρνητική απόδοση αλλά έχουν πάει καλύτερα από το Γενικό Δείκτη (-85,6%) και από εκεί και κάτω η λίστα των αποδόσεων γίνεται βαθειά κόκκινη.
Φίλοι, συνεπενδυτές και επαγγελματίες του χώρου: Μπορεί το έπος του 1999 να μην επιστρέψει στην ένταση και την έκταση του, οι φούσκες όμως είναι κομμάτι της χρηματιστηριακής ιστορίας. Που θα πάει θα την βρούμε την άκρη και θα ξαναδούμε τετραψήφια νούμερα δείκτη στην Αγορά. Και με το μάζεμα των χαρτιών που έχει γίνει τόσα χρόνια, οι αποδόσεις μας θα είναι ικανές για να μας αποζημιώσουν και με το παραπάνω για την υπομονή που έχουμε κάνει. Ελπίζω μόνο ότι είναι να γίνει, να γίνει σε αυτή την ζωή!
Οι αποδόσεις των μετοχών από το 1999 μέχρι σήμερα
Οι αποδόσεις των δεικτών από το ρεκόρ του 1999
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.