Η «ακτινογραφία» των υπερκερδών των hedge funds

Η «ακτινογραφία» των υπερκερδών των hedge funds

Καθώς περνούν τα χρόνια, ο κλάδος των hedge funds βρίσκεται όλο και περισσότερο μέσα στη δημοσιότητα και όλο και περισσότερα ονόματα γίνονται γνωστά ακόμα και στο ευρύ κοινό. Παρόλα αυτά, ο κόσμος αυτός είναι ακόμα σχετικά άγνωστος σε μας, καθώς οι διαχειριστές αυτών των οργανισμών επενδύσεων δεν είναι υποχρεωμένοι να αποκαλύπτουν όλα τα μυστικά τους στις αρχές και στα μέσα ενημέρωσης.

Χθες Δευτέρα δημοσιοποιήθηκε, και έκανε τον γύρο του διεθνούς οικονομικού Τύπου, μία έκθεση της LCH Investments σχετικά με τις επιδόσεις των μεγάλων hedge funds για το 2023. Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, πρέπει να πούμε πως η LCH Investments είναι μία εταιρεία που επενδύει τα χρήματα των πελατών της σε διάφορα hedge funds και ανήκει στον όμιλο Edmond de Rotschild.

Από το 2012 ετοιμάζει κάθε χρόνο έναν απολογιστικό κατάλογο των επιδόσεων αυτών των επενδυτικών οργανισμών, σε επίπεδο ετήσιων κερδών αλλά και σε επίπεδο συνολικών αποδόσεων από τη στιγμή της δημιουργίας τους μέχρι τώρα. Σύμφωνα με το Reuters, οι σχετικές ετήσιες εκθέσεις της LCH Investments χρησιμοποιούν υλικό που προέρχεται από συναντήσεις με τους αξιωματούχους των hedge funds, απολογιστικές εκθέσεις των διοικήσεών τους, οικονομικές καταστάσεις ηλεγμένες από ορκωτούς ελεγκτές και διάφορες άλλες πηγές.

Είναι προφανές πως αυτές οι εκθέσεις δεν είναι βέβαιο πως έχουν την ακρίβεια αντίστοιχων για τα κλασσικά αμοιβαία κεφάλαια αλλά είναι μία πολύ χρήσιμη πηγή πληροφοριών για όποιον ενδιαφέρεται να μάθει ορισμένα πράγματα παραπάνω για αυτόν τον πολύ ιδιαίτερο τομέα της χρηματοοικονομικής βιομηχανίας.

Καθώς εμείς δεν καταφέραμε να βρούμε την πρωτότυπη έκθεση, η οποία όπως είπαμε δημοσιοποιήθηκε χθες, θα βασιστούμε σε ό,τι βρήκαμε στον διεθνή οικονομικό Τύπο. Δύο είναι τα βασικά σημεία στα οποία εστιάζουν τα διεθνή ρεπορτάζ: ο πίνακας με τις επιδόσεις του 2023 και ο πίνακας με τις επιδόσεις από την έναρξη λειτουργίας κάθε hedge fund.

Και οι δύο πίνακες που κυκλοφόρησαν στον διεθνή Τύπο περιλαμβάνουν μόνο τα είκοσι πρώτα hedge funds, τα οποία είναι σχεδόν τα ίδια και στους δύο. Ξεκινώντας από τις επιδόσεις του 2023, βλέπουμε πως «πρωταθλητής» στα κέρδη είναι το TCI Fund Management Ltd του Chris Hohn, το οποίο κέρδισε 12,9 δισεκατομμύρια δολάρια ενώ διαχειρίζεται περίπου 50 δισεκατομμύρια (απόδοση περίπου 33% σε σχέση με την αρχή του 2023).

Στη δεύτερη θέση βρίσκεται το Citadel του Ken Griffin με κέρδη 8,1 δισεκατομμυρίων και υπό διαχείριση κεφάλαια ύψους 56,8 δις. Στην τρίτη θέση είναι το Viking του Andreas Halvorsen, με κέρδη 6 δισεκατομμυρίων και υπό διαχείριση κεφάλαια περίπου 30,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στις επόμενες θέσεις βρίσκονται μεγάλα ονόματα, όπως το Millennium του Izzy Englander, το Elliott του Paul Singer και το D.E. Shaw.

Ενδιαφέρον έχει το γεγονός πως στον κατάλογο των είκοσι πρώτων σε κέρδη επέστρεψε ύστερα από καιρό το Pershing Square του Bill Ackman, ενώ από τον σχετικό κατάλογο απουσιάζει το Bridgewater, το οποίο είχε ζημιές για το 2023 (εδώ πρέπει να πούμε πως αυτό δεν είναι το μοναδικό επενδυτικό όχημα του ομίλου Bridgewater).

Ο δεύτερος βασικός πίνακας αλλά πιθανότατα ο πιο σημαντικός, είναι αυτός που κατατάσσει τα hedge funds με βάση τα κέρδη που έχουν σημειώσει από τότε που άρχισαν να λειτουργούν. Παρά το γεγονός πως οι συγκρίσεις εδώ δεν είναι πολύ εύκολες, καθώς κάθε hedge fund έχει ξεκινήσει τη λειτουργία του σε διαφορετικό χρονικό σημείο.

Κάτι άλλο που πρέπει να προσέξουμε είναι το γεγονός πως τα συνολικά κέρδη που φαίνονται στον πίνακα για κάθε hedge fund δεν είναι σωστό να συγκρίνονται με τα τωρινά υπό διαχείριση κεφάλαια, αφού στην αρχή της ζωής τους τα περισσότερα είχαν να διαχειριστούν πολύ μικρότερα ποσά.

Στην πρώτη θέση του καταλόγου βρίσκουμε το Citadel, το οποίο έχει καταγράψει κέρδη 74 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την έναρξη λειτουργίας (1990) του μέχρι τώρα. Στη δεύτερη θέση είναι μαζί το Millennium και το D.E. Shaw, με συνολικά κέρδη 56,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το Millennium ξεκίνησε το 1989 και τώρα διαχειρίζεται 61,9 δις και το D.E. Shaw ξεκίνησε το 1988 και διαχειρίζεται 43,8 δισεκατομμύρια.

Στην τέταρτη θέση, παρά τις περσινές ζημιές του, βρίσκεται το Bridgewater, με έναρξη λειτουργίας το 1972 και υπό διαχείριση κεφάλαια 72,5 δισεκατομμυρίων. Το TCI που ήταν το πρώτο σε κέρδη για το 2023 είναι και αυτό αρκετά ψηλά στον κατάλογο, αφού έχει πετύχει κέρδη 41,3 δισεκατομμυρίων από το 2004 που ξεκίνησε τη λειτουργία του. Προφανώς, αυτές οι συγκρίσεις δεν μπορεί να είναι «δίκαιες» αφού ο κάθε επενδυτικός οργανισμός έχει τα δικά του χαρακτηριστικά.

Από το σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times είχαμε την ευκαιρία να μάθουμε και ορισμένα στοιχεία σχετικά με την επενδυτική στρατηγική κάθε ενός από τα κορυφαία από πλευράς κερδοφορίας του2023 hedge funds, πέρα από τη βοήθεια που προφανώς τους έδωσε η πολύ καλή πορεία των χρηματιστηριακών δεικτών.

Για παράδειγμα, το TCI και το Pershing Square πέτυχαν μεγάλες αποδόσεις βασιζόμενα σε μεγάλα «στοιχήματα» πάνω σε συγκεκριμένες μετοχές. Ο Brad Amiee, στέλεχος της LCH Investments που ετοίμασε την έκθεση, επισήμανε πως η δυσκολία ανάληψης short στοιχημάτων (δηλαδή επενδυτικές θέσεις που κερδίζουν από την πτώση μίας μετοχής) έχει οδηγήσει πολλά hedge funds στη σχετική σιγουριά της αγοράς και διακράτησης συγκεκριμένων θέσεων.

O Amiee επισημαίνει όμως πως μεγάλα κέρδη είχαν και τα hedge funds που χρησιμοποιούν αρκετές διαφορετικές μεταξύ τους στρατηγικές (multi -strategy firms). Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν το Citadel (το οποίο είχε μία ακόμα καλύτερη χρονιά το 2022), το Millennium και το D.E. Shaw.

Διαβάζοντας λίγο περισσότερο τα σχετικά άρθρα, βλέπουμε πως στη βιομηχανία hedge funds μάλλον κυριαρχούν πλέον οι μεγάλοι οργανισμοί, οι οποίοι πετυχαίνουν τα μεγαλύτερα κέρδη παρά το γεγονός πως δεν έχουν τα περισσότερα υπό διαχείριση κεφάλαια. Η συνολική κερδοφορία των είκοσι πρώτων ήταν της τάξης του 10,5% το 2023 ενώ η συνολική κερδοφορία στον κλάδο ήταν 6,4%.

Τα είκοσι πρώτα hedge funds κέρδισαν 67 δισεκατομμύρια δολάρια, επίδοση που είναι η μεγαλύτερη που έχει επιτευχθεί ποτέ, ενώ η συνολική κερδοφορία του κλάδου για το 2023 ήταν της τάξης του 6,4%,. Αν το δούμε αλλιώς, τα είκοσι πρώτα κέρδισαν 67 δις και όλα τα υπόλοιπα 151 δις για το 2023. Η υπεροχή των μεγάλων είναι ακόμα πιο φανερή αν δούμε τα κέρδη από συστάσεως των hedge funds. Εδώ βλέπουμε πως τα 20 πρώτα έχουν κερδίσει 755 δισεκατομμύρια δολάρια κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους και όλα τα υπόλοιπα 882 δισεκατομμύρια.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Rick Sopher, πρόεδρος της LCH Investments, αν εξετάσουμε τα τρία πρώτα σε διαχρονική κερδοφορία hedge funds (Citadel, Millennium, D.E.Shaw) βλέπουμε πως τα τελευταία τρία χρόνια έχουν πετύχει το 38,3% των συνολικών κερδών του κλάδου ενώ διαχειρίζονται μόνο το 4,6% των συνολικών κεφαλαίων, τα οποία ανέρχονται κοντά στα 4 τρισεκατομμύρια δολάρια. Μία εξήγηση για αυτή τη διαφορά επιδόσεων βρήκαμε στο Bloomberg, με τη βοήθεια και του Rick Sopher της LCH.

Το μεγάλο μέγεθός τους τα βοηθά να βρουν πιο εύκολα νέους πελάτες, να προσλαμβάνουν τα πιο ταλαντούχα νέα στελέχη και να αντιμετωπίζουν πιο εύκολα τις απαιτήσεις των εποπτικών αρχών.

Επίσης, λόγω του μεγέθους τους μπορούν να εξασφαλίσουν πολύ πιο εύκολα δανειακά κεφάλαια, τα οποία «φουσκώνουν» τις αποδόσεις όταν τα πράγματα πάνε καλά. Και, οι μεγάλες αποδόσεις κάνουν τους πελάτες να είναι μην φέρνουν σοβαρές αντιρρήσεις για τις εξαιρετικά μεγάλες χρεώσεις που τους επιβάλλονται.

Όλα λοιπόν φαίνεται πως λειτουργούν υπέρ των μεγάλων του κλάδου και των επενδυτών/πελατών τους. Όπως αναφέρει ο Rick Sopher, η κατάσταση αυτή προκαλεί ανησυχία και ενόχληση στις εποπτικές αρχές, αρκετούς επενδυτές (ίσως και τους ίδιους τους πελάτες των μεγάλων hedge funds) και σε μεγάλο αριθμό συναλλασσομένων στις αγορές, όπως άλλωστε συμβαίνει κάθε φορά που μία «βιομηχανία» κυριαρχείται από λίγους μεγάλους «παίκτες».

Όπως όμως έχουμε δει και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, αυτό δεν σημαίνει πως η κατάσταση μπορεί να μεταβληθεί εύκολα. Κατά πάσα πιθανότητα, οι ετήσιες εκθέσεις της LCH Investments των επόμενων ετών θα μοιάζουν πάρα πολύ με τη φετινή, με λίγες αλλαγές στις θέσεις της κατάταξης να φτιάχνουν μία «βιτρίνα» που θα κρύβει λίγο το γεγονός πως όλα είναι σχεδόν ίδια.