Η βραδυφλεγής βόμβα του αμερικανικού χρέους
Shutterstock
Shutterstock

Η βραδυφλεγής βόμβα του αμερικανικού χρέους

Ένα από πιο καυτά προβλήματα της δεκαετίας που διανύουμε είναι το ύψος του παγκόσμιου χρέους. Πλέον πλησιάζουμε στο 100% του παγκόσμιου ΑΕΠ σε χρέη, επίπεδο που δεν  έχουμε δει από τους Ναπολεόντειους Πολέμους και οι κυβερνήσεις καλούνται να λάβουν τα σωστά δημοσιονομικά μέτρα για τον έλεγχο αυτού του χρέους, αλλά με την ταυτόχρονη επιταγή να αποφύγουν με κάθε τρόπο την ύφεση και να αποφύγουν την λαϊκή δυσαρέσκεια.  

Οι αισιόδοξοι θέλουν να πιστεύουν ότι οι επίμονες πληθωριστικές πιέσεις και η Γενετική Τεχνητή Νοημοσύνη θα μπορούσαν να είναι μια ευκαιρία για τον έλεγχο του χρέους. Πόσο κοντά είμαστε όμως ώστε η GenAI να κάνει την ανατροπή  μέσω της εκθετικής αύξησης της παραγωγικότητας πριν «σκάσουν» τα χρέη;

Tους τελευταίους μήνες οι περισσότεροι προβληματισμοί έχουν στραφεί στο αμερικανικό χρέος, όχι μόνο γιατί τα αμερικανικά ομόλογα αποτελούν τα θεμέλια του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλά και της δημοσιότητας ανά τακτά χρονικά διαστήματα για την αύξηση της λεγόμενης «οροφής χρέους» του αμερικανικού δημοσίου. (σ.σ:Πρόκειται για το ανώτατο όριο δανεισμού της αμερικανικής κυβέρνησης προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της, το οποίο όταν εξαντλείται, δεν επιτρέπεται στις ΗΠΑ να εκδίδουν έντοκα γραμμάτια και ομόλογα, εκτός και αν υπάρχει πολιτική συμφωνία για την άρση αυτού του ορίου).

Η αλήθεια είναι ότι οι αριθμοί για το χρέος της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου με μια πρώτη ανάγνωση τρομάζουν.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει  χρέος πέριξ των 36 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, από τα περίπου 20 τρισεκατομμύρια δολάρια πριν από οκτώ χρόνια. Το χρέος πλέον αντιστοιχεί σε περισσότερο από το 120% του ΑΕΠ και επειδή η αμερικανική κυβέρνηση δαπανά περισσότερα χρήματα από όσα εισπράττει, το δημοσιονομικό έλλειμμα βρίσκεται στο 6% του ΑΕΠ.

Στο παρακάτω διάγραμμα, είναι εμφανής η ταχύτητα αύξησης του χρέους μετά το 2000, καθώς οι δαπάνες του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού ήταν όλα αυτά τα χρόνια πολύ υψηλότερες από τα έσοδα, με αποκορύφωμα τις περιόδους της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης και του κορονοϊού, όταν τα ελλείμματα έπιαναν «ταβάνι».

Σύμφωνα με υπολογισμούς της UBS, στις αρχές της δεκαετίας του 2030, το χρέος των  ΗΠΑ υπολογίζεται ότι θα φτάσει το 134% του ΑΕΠ. Τουτέστιν ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ των ΗΠΑ θα φτάσει τα σημερινά επίπεδα της Ιταλίας.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες λοιπόν βρίσκονται σε μια κρίσιμη καμπή, με την αποπληρωμή των τόκων του δημόσιου χρέους να έχει πλέον εκτοξευτεί πέριξ των 1,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. 

Τον Σεπτέμβριο δε, του 2024 σημειώθηκε μια ιστορική ανατροπή: Για πρώτη φορά οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση του δημόσιου αμερικανικού χρέους ξεπέρασαν τις στρατιωτικές δαπάνες ή τις δαπάνες του Μedicare. (σ.σ.: H χώρα είναι στη δεύτερη θέση σύμφωνα με την κατάταξη του ΝΑΤΟ, σε αμυντικές δαπάνες ως  ποσοστό του ΑΕΠ). 

Το μόνο μεγαλύτερο έξοδο από τους τόκους αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ είναι η κοινωνική ασφάλιση.

Το εξαιρετικά υψηλό χρέος της χώρας και το γεγονός ότι είναι διπλάσιο από το τυπικό επίπεδο για μια χώρα με αξιολόγηση διπλού Α, οδήγησε τη Fitch πέρυσι στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ. 

Παρά ταύτα, η κρίσιμη ερώτηση κατά πόσον είναι βιώσιμο το χρέος των ΗΠΑ στην ουσία δεν έχει τεθεί από τις αγορές. Όχι με απόδοση της αμερικανικής δεκαετίας στο 4.5%.

Παραμένει υψηλή η εμπιστοσύνη των επενδυτών

Οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου και ως εκ τούτου το παραδοσιακό καταφύγιο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το αμερικανικό treasury λειτουργεί ως απόθεμα μετρητών σε περιόδους ύφεσης και ως σημείο αναφοράς με βάση το οποίο τιμολογούνται τα δάνεια στον υπόλοιπο κόσμο.

Οι ΗΠΑ λοιπόν παρά το υψηλό δημόσιο χρέος θεωρούνται από την επενδυτική κοινότητα  ασφαλείς, χάρη στη διαφοροποιημένη ισχυρή οικονομία τους και στο ισχυρό νόμισμα τους το οποίο παραμένει και το κύριο αποθεματικό νόμισμα στον κόσμο. Τι σημαίνει αυτό; Τεράστια ευχέρεια χρηματοδότησης.  

Ναι μεν λοιπόν το κόστος δανεισμού των ΗΠΑ έχει αυξηθεί, σε σχέση με τα χαμηλά επίπεδα της πανδημίας ή τα επίπεδα μετά την χρηματοπιστωτική κρίση,  αλλά επουδενί λόγο οι  επενδυτές θεωρούνται απρόθυμοι να χρηματοδοτήσουν το έλλειμμα.

Μάλιστα τα «τσιμπημένα» επιτόκια σε συνδυασμό με τη διατήρηση σχετικά ικανοποιητικών ρυθμών  οικονομικής ανάπτυξης είναι αυτά που προσελκύουν αυτή τη στιγμή τα παγκόσμια κεφάλαια στις ΗΠΑ.

Εν ολίγοις, είτε σε καλές είτε σε κακές εποχές, οι ΗΠΑ διατηρούν  την ικανότητα να χρηματοδοτήσουν το έλλειμμά τους. 

Παρά ταύτα, υπάρχει ένα όριο μέχρι το οποίο οι ΗΠΑ μπορούν να συνεχίσουν να συσσωρεύουν χρέος με τον τρέχοντα ρυθμό και αυτό ο Τραμπ σαν επιχειρηματίας μάλλον το γνωρίζει, έστω και ενστικτωδώς. 

Μήπως ο Τραμπ έχει θέσει ως προτεραιότητα τον έλεγχο του χρέους;

Αν και τα περισσότερα μέτρα που εξήγγειλε προεκλογικά ο Τραμπ παραπέμπουν σε έναν βαρύ δανεισμό, εντούτοις υπάρχουν  ενδείξεις ότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ κάθε άλλο παρά αδιάφορος είναι για το ύψος του αμερικανικού χρέους και το έλλειμμα.

Καταρχάς, έχει  αναθέσει στον Ίλον Μασκ τη διεύθυνση του Υπουργείου Αποτελεσματικότητας της Κυβέρνησης με στόχο τη μείωση κατά 2 τρισεκατομμύρια δολάρια των κρατικών δαπανών.

Αν το νέο Υπουργείο πετύχει τον στόχο του, τότε οι δυσοίωνες προβλέψεις για το κρατικό χρέος των ΗΠΑ σαφώς και θα σμιλευτούν.

Οι δασμοί εν συνεχεία, πέραν του εισπρακτικού χαρακτήρα προκειμένου να εξασφαλισθούν έσοδα που θα καλύψουν ως έναν βαθμό τις μειώσεις των φόρων, αποτελούν ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί για την κυβέρνηση των ΗΠΑ, όχι μόνο για τη μείωση των εμπορικών τους ελλειμμάτων, αλλά κυρίως για τη διατήρηση του δολαρίου ως το κύριο αποθεματικό νόμισμα, χαρακτηριστικό που όπως εξηγήσαμε πιο πάνω δίνει στις ΗΠΑ τεράστια ευχέρεια χρηματοδότησης. 

Ο Τραμπ απειλεί κατά διαστήματα ότι θα επιβάλει τεράστιους δασμούς στις εισαγωγές από τις χώρες BRICS στην περίπτωση που επιχειρήσουν να βρουν εναλλακτικές λύσεις στο δολάριο. Η παρακάτω δήλωση του είναι χαρακτηριστική: «Απαιτούμε δέσμευση από αυτές τις χώρες ότι δεν θα δημιουργήσουν νέο νόμισμα BRICS ούτε θα υποστηρίξουν κάποιο άλλο νόμισμα για να αντικαταστήσουν το ισχυρό δολάριο, αλλιώς θα αντιμετωπίσουν 100% δασμούς και θα πρέπει να αποχαιρετίσουν τις πωλήσεις στην υπέροχη αμερικανική οικονομία».

Τρίτον,  το σχέδιο του Τραμπ για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και η επιβολή στα μέλη του ΝΑΤΟ  να αναλάβουν μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες ως ποσοστό προς το ΑΕΠ,  για πολλούς αναλυτές δεν είναι μέρος παρά του ίδιου σχεδίου, ήτοι της μείωσης των δαπανών  του αμερικανικού δημοσίου προκειμένου να μπει ένα φρένο στο χρέος. 

Μάλιστα σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times o Ντόναλτ Τραμπ μπορεί να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Βαλτική και τη Δυτική Ευρώπη εν μέσω συνομιλιών με τη Ρωσία για τη σύγκρουση στην Ουκρανία, ενώ ας μην ξεχνάμε ότι πριν λίγες ημέρες προσπάθησε  να πείσει τον Ζελένσκι να  παραχωρήσει η Ουκρανία τα δικαιώματα σε ποσοστό 50% των σπάνιων γαιών του υπεδάφους της στις ΗΠΑ, προκειμένου οι τελευταίες να  αποζημιωθούν  για την ως τώρα στρατιωτική βοήθεια που της έχουν προσφέρει και προκειμένου να της δώσουν μελλοντική βοήθεια!

Όλες αυτές οι κινήσεις υποδεικνύουν ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος μπορεί να μην προβληματίζεται ανοικτά για το δημόσιο χρέος –και καλά κάνει καθώς κάτι τέτοιο θα κλόνιζε την εμπιστοσύνη των αγορών – αλλά κάθε άλλο παρά αδιαφορεί για το ύψος του. 

Η γνώμη της Wall

Οι ΗΠΑ προβλέπεται να επιτύχουν μια ήπια προσγείωση, με την ανάπτυξη να ομαλοποιείται γύρω στο 2,1% σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις της Fed. 

Το τελικό νούμερο βέβαια στους ρυθμούς ανάπτυξης  θα εξαρτηθεί από τον βαθμό κατά τον οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ θα εκπληρώσει απειλές του για τους δασμούς.

Όπως και να έχει, οι περισσότεροι αναλυτές καταλήγουν στην εκτίμηση ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε τροχιά για ένα σενάριο ήπιας προσγείωσης, οπότε η ανάπτυξη θα πρέπει να ομαλοποιηθεί πέριξ του 2,1% έως το 2025, ελαφρώς πάνω από την πιθανή μακροπρόθεσμη ανάπτυξη – εκτιμάται στο 1,8% –  καθώς η κατανάλωση μειώνεται σύμφωνα με τους μισθούς σε μια λιγότερο στενή αγορά εργασίας (σ.σ:αναμένεται επιστροφή στο 2019).

Η πιθανή παράταση των προηγούμενων φορολογικών περικοπών του Τραμπ – TCJA – στα τέλη του 2025 συνυπολογίζεται σε αυτό το βασικό σενάριο και θα συμβάλει στη διατήρηση του ρυθμού ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας. 

Aν και οι δασμοί αποτελούν κίνδυνο για τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό, οι Κεντρικές Τράπεζες αναμένεται να συνεχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια το 2025, απλά με διαφορετική ταχύτητα η κάθε μια, με τη Fed να υιοθετεί ίσως έναν από τους πιο χαλαρούς ρυθμούς μείωσης των επιτοκίων, κάτι που θα ευνοήσει ακόμα περισσότερο το αμερικανικό νόμισμα.

Με ανάπτυξη όμως που είναι ακόμα εύρωστη και με περαιτέρω χαλάρωση εν όψει, ακόμα και αν είναι μικρότερη της αναμενόμενης λόγω πληθωριστικών πιέσεων, το σκηνικό για τις αμερικανικές μετοχές παραμένει μάλλον θετικό, αν και δεν αποκλείονται σκαμπανεβάσματα στην περίπτωση που επαληθευτεί μια σοβαρή βραχυπρόθεσμη άνοδος του πληθωρισμού.

Aποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.

[email protected]