Αξιοσημείωτες «πρωτιές» είχε η χθεσινή συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, ενώ όπως ήταν αναμενόμενο, η Κριστίν Λαγκάρντ προσπάθησε να χαμηλώσει τον πήχη των προσδοκιών για τη συνέχεια, λέγοντας ότι η πορεία του πληθωρισμού στο 2% θα είναι γεμάτη αναταράξεις. Η «hawkish» εμφάνιση της Λαγκάρντ είναι ο λόγος που οι ευρωαγορές κινούνται με πτώση, ωστόσο οι αναλυτές περιμένουν μακροπρόθεσμα οφέλη.
Θα μπορούσε να πει κάποιος πως όσα δεν συνήθιζε να κάνει στο παρελθόν η ΕΚΤ, τα έκανε χθες μαζεμένα, συγκεντρώνοντας δικαιολογημένα τόσο τα φώτα της δημοσιότητας όσο και το ενδιαφέρον των επενδυτών. Εν συντομία, η ΕΚΤ μείωσε τα επιτόκια πριν από τη Fed, προχώρησε στη μείωση παρά το γεγονός ότι αναθεώρησε προς τα πάνω την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό και ταυτόχρονα πήρε τη «μπαγκέτα» των μειώσεων χωρίς να αντιμετωπίζει κάποια κρίση.
Η Ευρωτράπεζα μας είχε συνηθίσει να ακολουθεί και όχι να οδηγεί τις εξελίξεις. Βέβαια, η εξέλιξη των μακροοικονομικών δεικτών το τελευταίο τρίμηνο είναι τέτοια που αν τα στελέχη της ΕΚΤ δεν είχαν προαναγγείλει τόσο μαζικά και τόσο ανοιχτά τη μείωση του Ιουνίου, το πιθανότερο θα ήταν να διατηρούνταν αμετάβλητα τα επιτόκια για τουλάχιστον έναν ακόμα μήνα. Γι’ αυτό εξάλλου, η Λαγκάρντ παραδέχθηκε ότι η απόφαση δεν ήταν ακριβώς ομόφωνη αφού ένας διοικητής διαφώνησε με τη μείωση.
Οι ευρωπαϊκοί χρηματιστηριακοί δείκτες, πάντως, υποδέχθηκαν με κέρδη έως 2% την αλλαγή πολιτικής (Τετάρτη και Πέμπτη). Οι αγορές θεωρούσαν δεδομένη την πρώτη μείωση επιτοκίων στην Ευρωζώνη από το 2019, όμως ήταν μία πρώτης τάξεως αφορμή για να πλησιάσουν ακόμη περισσότερο στα ιστορικά υψηλά που κατέγραψαν – σχεδόν συντονισμένα - στις 15 Μαΐου. Μάλιστα, ο Euro Stoxx 600 ξεπέρασε ενδοσυνεδριακά το δικό του ιστορικό υψηλό των 524,7 μονάδων.
Ας δούμε πιο αναλυτικά τi ακριβώς έγινε χθες. Το πρώτο πράγμα που έκανε η ΕΚΤ και δεν συνηθίζει είναι ότι επέλεξε να είναι αυτή που ανοίγει τον κύκλο των μειώσεων και δίνει τη σκυτάλη στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, ενώ παραδοσιακά έπεται της Fed.
Η... τόλμη που έδειξε η ΕΚΤ υπολογίζεται ως κάτι θετικό για τις αγορές, όχι μόνο γιατί μειώνεται το κόστος δανεισμού στην Ευρώπη αλλά γιατί την ίδια ώρα η ευρωπαϊκή οικονομία εμφανίζει τα πρώτα σημάδια ουσιαστικής ανάκαμψης. Επομένως, έχοντας κερδίσει άτυπα τη μάχη κατά του πληθωρισμού, η Ευρώπη εστιάζει στην ανάπτυξη και είναι λογικό οι επενδυτές να αναμένουν βελτίωση των εταιρικών επιδόσεων μετά από χρόνια στασιμότητας.
Αυτός είναι και ο λόγος που σημαντικοί επενδυτικοί οίκοι δείχνουν να προτιμούν τις ευρωπαϊκές μετοχές σε σύγκριση με τις αμερικανικές και σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Ασυνήθιστη ήταν, επίσης, η μείωση των επιτοκίων και η παράλληλη αναβάθμιση των προβλέψεων για τον πληθωρισμό. Η ΕΚΤ αναθεώρησε προς τα πάνω την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό στο 2,5% (από 2,3% που ήταν η πρόβλεψη του Μαρτίου) για το 2024, στο 2,2% (από 2%) για το 2025, ενώ διατήρησε αμετάβλητη την πρόβλεψη για το 2026 στο 1,9%.
Η Deutsche Bank ορθώς εκτιμά ότι η μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ δεν σηματοδοτεί σαφή αλλαγή στρατηγικής, αλλά είναι μία «hawkish» μείωση. Και αυτό γιατί η ΕΚΤ δεν θα εγκαταλείψει σύντομα την περιοριστική της πολιτική, ακόμα και αν μειώσει άλλες δύο ή τρεις φορές τα επιτόκια μέσα στο 2024.
Όπως διευκρίνισε η ίδια η Λαγκάρντ, με το βασικό επιτόκιο στο 3,75%, η ΕΚΤ συνεχίζει να απέχει πολύ από το επιτόκιο ισορροπίας (ή ουδέτερο επιτόκιο). Απέφυγε, ωστόσο, να μας ενημερώνει για το που τοποθετεί το επιτόκιο αυτό, διότι έτσι θα αποκάλυπτε τις προθέσεις των κεντρικών τραπεζιτών το πόσο θα μειώσουν συνολικά τα επιτόκια.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η ING, όχι μόνο είναι μία από τις πολύ λίγες φορές που η ΕΚΤ κάνει στροφή στη νομισματική της πολιτική πριν από τη Fed, αλλά επίσης είναι η πρώτη φορά που η ΕΚΤ ανοίγει έναν κύκλο μείωσης επιτοκίων χωρίς να βρίσκεται αντιμέτωπη με ύφεση ή κάποια άλλη κρίση. Η ING, μάλιστα, τονίζει ότι αν δεν είχαν προαναγγείλει τα στελέχη της ΕΚΤ την πρώτη μείωση τους τελευταίους μήνες, τότε η Λαγκάρντ θα μπορούσε στη συνεδρίαση του Ιουνίου να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια, επικαλούμενη τα μακροοικονομικά δεδομένα.