Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφτεί για το εντυπωσιακό ενδιαφέρον που καταγράφεται την τελευταία διετία στις δημοπρασίες του ΟΔΔΗΧ. Από το γεγονός ότι η αγορά των ελληνικών ομολόγων είναι ρηχή μέχρι την «εγγύηση» που παρέχει η κατ’ εξαίρεση συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο QE Πανδημίας. Η αλήθεια είναι ότι η επενδυτική κοινότητα καλωσορίζει τους τίτλους του ελληνικού δημοσίου στα επενδυτικά «σαλόνια» γιατί η Ελλάδα επιστρέφει στην ευρωπαϊκή κανονικότητα και μάλιστα με τις ισχυρότερες προοπτικές ανάπτυξης πανευρωπαϊκά την επόμενη 5ετία.
Χθες, οι επενδυτές προσέφεραν πάνω από 30 δισ. ευρώ στο ελληνικό δημόσιο, το οποίο ζητούσε «μόλις» 2,5 δισ. ευρώ, ενώ το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 0,9%, ελαφρώς υψηλότερα από την βασική έκδοση των τίτλων τον περασμένο Ιανουάριο. Την ίδια ημέρα, η Ελλάδα άντλησε 1 δισ. ευρώ μέσω εντόκων γραμματίων 52 εβδομάδων, με αρνητικό επιτόκιο -0,31%.
Σε μία περίοδο που οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων παίρνουν την ανιούσα, το κόστος δανεισμού του ελληνικού δημοσίου παραμένει σε επίπεδα που μοιάζουν πραγματικά απίστευτα. Το σημαντικότερο είναι ότι όπως έχει επισημάνει εδώ και πολλούς μήνες η στήλη, αναλυτές εκτιμούν ότι το spread θα υποχωρήσει περαιτέρω και από τις 100 μονάδες βάσης αναμένεται να φτάσει στις 70μ.β.
Είναι επίσης αλήθεια ότι οι επενδυτές δεν βρίσκουν εύκολα θετικές αποδόσεις σε ομόλογα που βρίσκονται κάτω από την ομπρέλα της ΕΚΤ, ενώ κοντά στο 1% είναι μόνο οι ελληνικοί και οι ιταλικοί τίτλοι. Είναι ένας συνδυασμός παραγόντων που θεωρείται μοναδικός αυτή τη στιγμή σε παγκόσμιο επίπεδο.
Χαρτοφυλάκια που δεσμεύονται να επενδύσουν μέρος των κεφαλαίων τους σε κρατικά ομόλογα, και ειδικότερα χωρών που συμμετέχουν σε QE, βρίσκουν στους ελληνικούς τίτλους αποδόσεις μεγαλύτερες τουλάχιστον κατά 100 μονάδες βάσεις (ή 1 ποσοστιαία μονάδα) από τα 10ετή γερμανικά ομόλογα που θεωρούνται τίτλοι αναφοράς. Βρίσκουν επίσης απόδοση μεγαλύτερη κατά τουλάχιστον 0,5 ποσοστιαίες μονάδες από τα πορτογαλικά ομόλογα που θεωρούνται τα επόμενα στην «ιεραρχία» της Ευρωζώνης μετά τα ελληνικά.
Όμως θα πρέπει να διευκρινίσουμε το εξής: Αν στην επενδυτική κοινότητα κυριαρχούσε η πεποίθηση ότι το βασικό σενάριο για τα ελληνικά ομόλογα είναι η εκτίναξη των αποδόσεων (και κατ’ επέκταση η μείωση των τιμών) μετά τη λήξη του QE Πανδημίας (PEPP) των 1,85 τρισ. ευρώ, που τοποθετείται την άνοιξη του 2022, το ενδιαφέρον στις δημοπρασίες του ΟΔΔΗΧ δεν θα είχε καμία σχέση με αυτό που καταγράφηκε χθες. Την ίδια ώρα ισχύει ότι οι αγορές προεξοφλούν ένα από τα ακόλουθα σενάρια:
α) Η Ελλάδα θα αναβαθμιστεί στην επενδυτική βαθμίδα μέσα στο 2022. Ο ρυθμός με τον οποίο δημοσιεύονται τελευταία πολύ θετικές για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας εκθέσεις είναι καταιγιστικός. Όλες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων θα επιταχύνουν τις εξελίξεις σε ό,τι αφορά την αναβάθμιση της Ελλάδας. Σήμερα, η χώρα μας απέχει 2 σκαλιά από την πολυπόθητη «επενδυτική βαθμίδα» και ο στόχος της αναβάθμισης μέσα στο 2022 είναι απόλυτα ρεαλιστικός.
β) Οι ελληνικοί τίτλοι θα συνεχίσουν να συμμετέχουν κατ’ εξαίρεση στις πράξεις της ΕΚΤ, μετά τη λήξη του PEPP. Τα ελληνικά ομόλογα γίνονται δεκτά από την ΕΚΤ μόνο στο έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που ξεκίνησε μέσα στην πανδημία για την αντιμετώπιση των οικονομικών της επιπτώσεων. Στο «κανονικό» QE – το λεγόμενο APP – δεν συμμετέχουν. Οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις των αναλυτών κάνουν λόγο για συνέχιση ή και αύξηση των αγορών του APP, σε 40 δισ. ευρώ μηνιαίως, μετά το τέλος του PEPP. Πληροφορίες αναφέρουν ότι η ΕΚΤ εξετάζει ήδη ένα νέο «υβριδικό» πρόγραμμα που θα συμπεριλαμβάνει και τους ελληνικούς τίτλους, στην αρχή με waiver και για όσο χρειαστεί.
γ) Το PEPP θα συνεχιστεί μετά την άνοιξη του 2022 και μέχρι την αναβάθμιση της Ελλάδας από τους οίκους αξιολόγησης. Είναι το σενάριο που συγκεντρώνει τις λιγότερες πιθανότητες αφού ήδη οι φωνές στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ που ζητούν τη σταδιακά απόσυρση των μέτρων στήριξης… ακούγονται δυνατά.
Σε κάθε περίπτωση, είτε εξαιτίας των έκτακτων συνθηκών, είτε λόγων της προοπτικής γρήγορης αναβάθμισης της Ελλάδας, οι αγορές συμπεριφέρονται στα ελληνικά ομόλογα σαν να βρίσκονται ήδη στα… επενδυτικά σαλόνια, σαν να έχουν δηλαδή αναβαθμιστεί στην «επενδυτική βαθμίδα».