Η άνοδος των ομολογιακών αποδόσεων στην Ευρώπη έχει αρχίσει να ξυπνά τις μνήμες της κρίσης χρέους του 2011-12 με μερικούς οικονομολόγους να προειδοποιούν ότι χώρες όπως η Ιταλία δεν έχουν μεγάλα περιθώρια πριν το κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους αυξηθεί.
Στο πρώτο πεντάμηνο της φετινής χρονιάς και πριν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σφίξει τη νομισματική της πολιτική, οι αποδόσεις στα 10ετη ομόλογα της Γαλλίας και της Γερμανίας αυξήθηκαν πάνω από 120 μονάδες βάσης, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη άνοδο από το 1999, τη χρονιά γέννησης του ευρώ.
Οι αποδόσεις των αντίστοιχων ομολόγων της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Πορτογαλίας ανέβηκαν πάνω από 155 μονάδες βάσης.
Η άνοδος των ομολογιακών αποδόσεων δεν περιορίζεται στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τον οίκο Janus Henderson, το κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους παγκοσμίως θα αυξηθεί γύρω στο 15% φέτος σε σχέση με το 2021. Όμως, η ευρωζώνη με μερικές από τις πιο χρεωμένες χώρες του κόσμου θεωρείται περισσότερο ευάλωτη.
Το φορτίο χρέους έχει αυξηθεί από τα επίπεδα της κρίσης του 2010-2012, τότε που η εκτόξευση του κόστους δανεισμού στην Ιρλανδία και τη Νότια Ευρώπη έφτασε να απειλήσει το ίδιο το οικοδόμημα του κοινού νομίσματος, εν μέρει αποτέλεσμα των έκτακτων πιέσεων που προκάλεσε η πανδημία COVID-19. Αν το κόστος δανεισμού συνεχίσει να ανεβαίνει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, μπορεί να οδηγηθούμε σε νέα κρίση χρέους στη ζώνη του ευρώ, εκτιμούν οι αναλυτές της Deutsche Bank.
Παρόλο που το επιτοκιακό κόστος εξυπηρέτησης του χρέους υποχωρούσε από το 2011, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει αυξηθεί, ιδιαίτερα στις χώρες που βρέθηκαν στο επίκεντρο της κρίσης του 2011. Αν η απόδοση του 10ετους ιταλικού ομολόγου αυξηθεί κατά 2% τον επόμενο χρόνο, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους ως προς το ΑΕΠ θα επιστρέψει στα επίπεδα του 2011 μέχρι το τέλος του 2025.
Η διαδικασία αυτή έχει ήδη αρχίσει. Οι αποδόσεις στα 7ετη ιταλικά ομόλογα που αντιστοιχούν στη μέση διάρκεια του χρέους της χώρας βρίσκονται σήμερα στο 2,65%, πάνω από το μέσο επιτόκιο του 2,4% που πλήρωνε η Ιταλία. Το νέο χρέος που θα εκδώσει η Ιταλία από εδώ και πέρα πιθανότατα θα αυξήσει το κόστος εξυπηρέτησης.
Δεν είναι τόσο ότι η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους θα αντιμετωπίσει άμεσο κίνδυνο, καθώς το κόστος δανεισμού με βάση τα ιστορικά στάνταρντ παραμένει χαμηλό, ενώ η μέση διάρκεια του, γύρω στα επτά έτη, θα προστατεύσει τις περισσότερες χώρες από βραχυπρόθεσμες αυξήσεις των αποδόσεων. Η Ισπανία για παράδειγμα πρέπει να αναχρηματοδοτήσει μόνο το 15% του δημοσίου χρέους της φέτος. Ακόμη και για την Ιταλία, το άμεσο δημοσιονομικό κόστος των αυξανόμενων αποδόσεων είναι διαχειρίσιμο, εκτιμούν οι αναλυτές του οίκου αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας Standard& Poor’s.
Ο σημαντικότερος κίνδυνος είναι ότι η άνοδος των αποδόσεων μπορεί να αρχίσει να φρενάρει την ανάπτυξη της οικονομίας.
Με την ανάπτυξη να απειλείται, η αύξηση του δημοσίου χρέους προκαλεί ανησυχία. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναθεώρησε τις προβλέψεις του για την οικονομία της ευρωζώνης χαμηλότερα, εκτιμώντας ότι θα αναπτυχθεί μόνο κατά 2,8% φέτος αντί για 3,9% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη του.
Ήδη το κόστος ασφάλισης για αθέτηση πληρωμών στο χρέος της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας έχει αυξηθεί στο υψηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2020 στην αγορά των credit default swaps (CDS). Η Ιταλία και η Ελλάδα, με ποσοστά χρέους στο 150% και 200% του ΑΕΠ αντίστοιχα, παρακολουθούντα στενά.
Η Goldman Sachs υπολογίζει ότι μια αύξηση των αποδόσεων κατά 50 μονάδες βάσης από τα τρέχοντα επίπεδα θα θέσει τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ της Ιταλίας σε ανοδική τροχιά από το 2025.