Νέο παγκόσμιο κύμα εξαγορών και συγχωνεύσεων μέσα στο 2025
Shutterstock
Shutterstock

Νέο παγκόσμιο κύμα εξαγορών και συγχωνεύσεων μέσα στο 2025

Οι κλάδοι της ψηφιακής τεχνολογίας, των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των τηλεπικοινωνιών συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον στον τομέα των εξαγορών και συγχωνεύσεων. Αφού οι υπεραξίες πάνω στα κεφάλαια τα οποία τοποθετούνται, ξεπερνούν τις προσδοκίες ακόμα και των πλέον αισιόδοξων επενδυτικών σχημάτων.

Ας δούμε λίγο τους αριθμούς, όπως τους έχει επεξεργαστεί η McKinsey για να αποκτήσουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα σχετικά με τα κεφάλαια που επενδύονται μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων (Μ&Α). Οι οποίες με τη σειρά τους οδηγούν τις εταιρείες σε πρωτοφανείς αποτιμήσεις. Μέσα στο 2024 ολοκληρώθηκαν εξαγορές και συγχωνεύσεις περίπου $700 δισ. σε περισσότερα από 1.450 deals στους συγκεκριμένους κλάδους. Δηλαδή ήταν ένα ικανοποιητικό έτος έπειτα από τη σημαντική πτώση που είχε προηγηθεί κατά τη διάρκεια της διετίας 2022-2023.

Το 2021 είχαν ολοκληρωθεί περισσότερα από 3.200 deals με τη συνολική τους αξία να ξεπερνά το $1,6 τρισ. Ακολούθως, είχε εμφανιστεί μια συρρίκνωση της αξίας των deals στα $900 εκατ. και στα $500 εκατ. τα επόμενα χρόνια. Με την αγορά να ανακτά τις δυνάμεις της το 2024.

Ο μέσος όρος των κεφαλαίων που τοποθετήθηκαν εντός του 2024 σε αυτά τα M&A deals, ανέρχονταν στο $1 δισ. για τις εταιρείες τηλεπικοινωνιών, στο $626 εκατ. για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και σε $337 εκατ. για τις εταιρείες τεχνολογίας. Το 75% του αριθμού των deals αφορούσε την τεχνολογία, το 14% τα media και το 11% τις τηλεπικοινωνίες. Όσον αφορά την αξία των deals, το 59% ήταν στη τεχνολογία, το 22% στις τηλεπικοινωνίες και το 18% στα media.

Οι δέκα μεγαλύτερες εξαγορές του 2024 ήταν οι ακόλουθες:

  • Η Synopsys εξαγόρασε την Ansys έναντι $33,6 δισ.
  • Η Verizon Communications εξαγόρασε την Frontier Communications έναντι $20,3 δισ.
  • Η Charter Communications εξαγόρασε την Liberty Broadband έναντι $16,6 δισ.
  • Η Blackstone εξαγόρασε την AirTrunk Operating έναντι $16,1 δισ.
  • Η Hewlett Packard Enterprise (HPE) εξαγόρασε την Jupiter Networks λεναντι $14,3 δισ.
  • Η γερμανική Siemens AG εξαγόρασε την αμερικανική Altair Engineering έναντι $11,1 δισ.
  • Η Silver Lake εξαγόρασε την Endeavor έναντι $10,2 δισ.
  • Οι βασικοί μέτοχοι της ελβετικής Sunrise έκαναν take over καταβάλλοντας στους υπόλοιπους μετόχους $9,3 δισ.
  • Η DigitalBridge από κοινού με την Silver Lale εξαγόρασαν την Vantage Data Centers έναντι $9,2 δισ.
  • Η ελβετική Swisscom εξαγόρασε την ιταλική Vodafone Italia έναντι $8,7 δισ.

Όπως παρατηρούμε, η πλειοψηφία των deals πραγματοποιήθηκε εντός των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της McKinsey, το 80% των συγχωνεύσεων και των εξαγορών αποτελούσε «ενδοαμερικανική» υπόθεση. Το υπόλοιπο 20% αφορούσε διασυνοριακές κινήσεις.

Τι αναμένουν οι αναλυτές για το 2025;

Ο Andrew Sheets της Morgan Stanley, στην έκθεση του για το 2025 με τίτλο «The beginning of an M&A boom», ανέφερε ότι στο παιχνίδι των εξαγορών και των συγχωνεύσεων, συμμετέχουν δυνητικοί παίκτες με περισσότερα από $7,5 τρισ. ταμειακά διαθέσιμα στους ισολογισμούς τους

Παρ’ όλο που τα κεφάλαια που επενδύονται σε εξαγορές, φαίνεται αρκετές φορές ότι είναι δυσθεώρητα, υπολείπονται συχνά των κεφαλαίων που απαιτούνται για την ανάπτυξη μέσω της έρευνας και της τεχνολογίας των ίδιων των εταιρειών. Έτσι, ακόμα και οι ψηφιακοί κολοσσοί προτιμούν να εξαγοράσουν ένα startup, ή μια εταιρεία με έτοιμο τελικό προϊόν ή υπηρεσία, παρά να αναπτύξουν από μόνες τους κάτι καινούργιο. Το οποίο συχνά έχει υψηλότερο κόστος ή καταλήγει σε αποτυχία.

Η πρόσφατη εξαγορά της startup κυβερνοασφάλειας Wiz από την Alphabet/Google έναντι $32 δισ. πιστοποιεί ακριβώς αυτό το σκεπτικό. Η Google χρειαζόταν να καλύψει την απόσταση που τη χωρίζει από τις υπηρεσίες cloud της Microsoft και της Amazon. Είχε να επιλέξει, είτε να καλύψει εκ των ένδον αυτό το κενό με σημαντικές επενδύσεις R&D / έρευνας και ανάπτυξης, οι οποίες απαιτούν χρόνο και χρήμα, είτε να αποκτήσει έτοιμα προϊόντα και υπηρεσίας, μέσω της εξαγοράς της Wiz. Και σοφά, επέλεξε τη δεύτερη εναλλακτική. Αλλά και η Wiz για να φτάσει σε αυτό το σημείο, είχε εξαγοράσει και αυτή με τη σειρά της, την Rafft έναντι $50 εκατ., την Gem Security έναντι $350 εκατ. και την Dazz έναντι $450 εκατ.

Επομένως, η συγκεκριμένη τάση δεν αναμένεται να υποχωρήσει μέσα στο 2025, με τον εντεινόμενο ανταγωνισμό να προκρίνει τις εξαγορές ως μέθοδο μεγέθυνσης και απόκτησης μεγαλύτερων και ικανότερων μεριδίων στις αγορές.

Στον χώρο των media, το 2024 έκλεισε με την εξαγορά της Paramount Global από την Skydance Media έναντι $8 δισ. Ωστόσο, το 2025 αναμένεται με ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αφού οι ισχυρότεροι όμιλοι όπως είναι ο Axel Springer, η Comcast, η Schibsted και η Vivendi έχουν σχεδιάσει απόσχιση κλάδων και δραστηριοτήτων. Γεγονός που θα πυροδοτήσει νέες εξαγορές και συγχωνεύσεις, από την πλευρά των Private Equities, τα οποία επεκτείνονται και σε άλλους μη παραδοσιακούς κλάδους.

Παράλληλα, η συνεργασία διαφόρων εταιρειών media στην από κοινού παροχή προγράμματος, κυρίως στον αθλητικό τομέα, θα μπορούσε να οδηγήσει και σε μετοχικές μεταβολές. Το παράδειγμα της συνεργασίας της RTL Deutschland με την Sky Deutschland, όσον αφορά τα αθλητικά προγράμματα του γερμανικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου Bundesliga και των αγώνων της Formula 1, είναι ενδεικτικό της τάσης που αναπτύσσεται.

Σε σχέση με τις ΗΠΑ, την Κίνα και τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, η Ευρώπη βρίσκεται πίσω στα M&A. Κυρίως λόγω του ρυθμιστικού και κανονιστικού πλαισίου το οποίο είναι ιδιαίτερα αυστηρό. Ωστόσο, και εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι κινήσεις που καταγράφονται στον χώρο των τηλεπικοινωνιών και ειδικότερα στο 5G, στα δίκτυα οπτικών ινών, στα data centers στις εξ αποστάσεως υπηρεσίες υγείας, αναμένεται να ενεργοποιήσουν τόσο τα Private Equity Funds, όσο και όλους όσοι επιθυμούν να κυριαρχήσουν επιχειρηματικά στη Γηραιά Ήπειρο.