Την προηγούμενη εβδομάδα περιγράψαμε τέσσερα «καμπανάκια» που ο ήχος τους ήταν αρκετά επίμονος και ως εκ τούτου οφείλαμε ως επενδυτές να έρθουμε σε θέση επιφυλακής και χτισίματος «οπισθοφυλακών» στα χαρτοφυλάκια. (σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Τα τέσσερα αυτά μέτωπα εξελίσσονται επί τα χείρω, με τη μητέρα των αγορών τον S&P 500 να τεστάρει τις 4350 μονάδες που οριοθετούν τη ζώνη η οποία διατηρεί το ανοδικό momentum άθικτο.
Τυχόν διάσπαση της ζώνης αυτής θα απασφαλίσει την επενδυτική ψυχολογία καθώς θα είναι η πρώτη φορά που θα αναιρεθεί μετά από πολλούς μήνες το γνωστό μοτίβο των μικροδιορθώσεων της τάξης του 3-3,5% και εν συνεχεία της αναρρίχησης του δείκτη σε νέα υψηλά.
Οι εξελίξεις τις επόμενες ημέρες κυρίως όσον αφορά τους «φλεγόμενους βάτους» της κατάρρευσης της Evergrande, της επισφάλειας των ενεργειακών αγορών αλλά και των αποφάσεων της FED όσον αφορά το tapering κάτω από το βάρος των πληθωριστικών ενδείξεων –για το ύψος του χρέους πιστεύουμε εκ προοιμίου ότι θα δωθεί λύση– θα είναι καθοριστικές για την πορεία των αγορών. Και ας μην ξεχνάμε βέβαια και τον νέο αρνητικό καταλύτη που αφορά την ένταση που προκάλεσε στις διεθνείς σχέσεις η στρατηγική συμμαχία ΗΠΑ - Μ. Βρετανίας- Αυστραλίας, ερήμην της Γαλλίας και της ΕΕ.
Όσον αφορά το πρώτο μέτωπο της Evergrande, της δεύτερης βάση πωλήσεων μεγαλύτερης εταιρείας ακινήτων της Κίνας με παρουσία σε περισσότερες από 280 πόλεις και 200.000 εργαζομένους που βρίσκεται στα περιθώρια χρεοκοπίας κάτω από το βάρος ενός χρέους άνω των 300 δισ. ευρώ, μια πρώτη εικόνα θα έχουμε την Πέμπτη, 23 Σεπτεμβρίου. Ο κινεζικός όμιλος θα πρέπει να καταβάλει τόκους 83,5 εκατ. δολαρίων για ομολογία που λήγει τον Μάρτιο του 2022 και άλλα 47,5 εκατ. δολάρια τόκους για άλλη ομολογία που λήγει τον Μάρτιο του 2024.
Εάν δεν πληρώσει μέσα σε 30 ημέρες, θα θεωρηθεί πως έχει κηρύξει στάση πληρωμών, απειλώντας σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς με δυνατές αναταράξεις το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κίνας.
Μέχρι στιγμής το ενδεχόμενο μιας απευθείας κρατικής παρέμβασης για να διασωθεί η Evergrande θεωρείται μικρό από τους αναλυτές –αν και η στήλη έχει επιφυλάξεις– και έτσι η κινεζική εταιρεία προσπαθεί να αποπληρώσει οφειλές σε πελάτες του τμήματος διαχείρισης περιουσίας της μεταβιβάζοντάς τους ακίνητα, ενώ την ίδια στιγμή παράγοντες της αγοράς προτρέπουν τους μεγάλους πιστωτές της εταιρείας να παρατείνουν τα χρονοδιαγράμματα αποπληρωμής των δανείων ή να προχωρήσουν σε αναχρηματοδότηση προκειμένου να αποφευχθεί ο πανικός που μπορεί να οδηγήσει σε ένα domino effect.
Γιατί η περίπτωση της Evergrande αναδεικνύει τον κινεζικό κίνδυνο σε όλο του το εύρος
Ακόμα και αν στην περίπτωση της Evergrande γλυτώσουμε τα χειρότερα, οι επενδυτές δεν θα πρέπει να εφησυχάσουν απέναντι στους κινδύνους που εκκολάπτονται στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κίνας.
Αν διερευνήσει κανείς πώς έφτασε η Evergrande στα πρόθυρα της χρεοκοπίας θα κατανοήσει απόλυτα τη θέση της στήλης.
Η απάντηση για το πώς βρέθηκε ο κινεζικός κολοσσός κρύβεται στους νέους κανονισμούς που επιβλήθηκαν από το Πεκίνο με στόχο να καταπολεμήσει την κερδοσκοπία στα ακίνητα και να αποφύγει την υπερθέρμανση της αγοράς.
Η κυβέρνηση αυστηροποίησε τους τελευταίους μήνες τις προϋποθέσεις πρόσβασης των εταιρειών ακινήτων σε πιστώσεις, ενώ ταυτόχρονα απαγόρευσε στους εργολάβους να πουλούν κατοικίες πριν να έχουν ολοκληρώσει την κατασκευή τους.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως είναι ότι η Κίνα προχώρησε στην αλλαγή του κανονιστικού πλαισίου χωρίς να δώσει ένα εύλογο μεσοδιάστημα προσαρμογής σ’ ένα μοντέλο χρηματοδότησης που για χρόνια τροφοδοτούσε τις δραστηριότητες ενός από τους πιο αναπτυσσόμενους κλάδους της Κίνας.
Αρκεί να αναφέρουμε ότι ο τομέας ακινήτων προσέλκυσε πέρυσι περισσότερο από 1/4 των συνολικών επενδύσεων.
Σύμφωνα με τους νέους κανόνες λοιπόν και χωρίς καμία περίοδο χάριτος η Evergrande δεν μπορούσε πλέον να πουλάει κατοικίες πριν την ολοκλήρωση τους. Αυτό όμως έφερε την εταιρεία που είχε ήδη ένα εξαιρετικά ψηλό χρέος σε θέση αδυναμίας να πληρώσει τους υπεργολάβους και προμηθευτές της, με αποτέλεσμα τα εργοτάξια να σταματήσουν και η κατασκευή 1,4 εκατ. κατοικιών συνολικής αξίας 170 δισ. ευρώ να μείνει στον «αέρα».
Το πρόβλημα λοιπόν είναι ότι η πρακτική του Πεκίνου να αλλάζει αιφνίδια τους κανονισμούς αρχίζει να αποκτάει τα χαρακτηριστικά μιας επαναλαμβανόμενης στρατηγικής, κάτι που καθιστά όλους σχεδόν τους κλάδους όμηρους των ενδεχόμενων αλλαγών που μπορεί ανά πάσα στιγμή να ορίσει η κινεζική κυβέρνηση αδιαφορώντας για το αν θα πλήξουν την κερδοφορία ή ακόμα και τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων.
Προσθέστε τώρα στο κάδρο το γεγονός ότι ουκ ολίγοι διεθνείς επιχειρηματικοί και χρηματοοικονομικοί όμιλοι έχουν αυξημένη έκθεση στην Κίνα, για να πάρετε μια ιδέα των διαστάσεων που μπορούν να λάβουν οι παρεμβάσεις του Πεκίνου στην επιχειρηματική δραστηριότητα και στους κανόνες που τη διέπουν.
Η επισφάλεια των ενεργειακών αγορών μόλις πήρε σάρκα και οστά
Οι τιμές-ρεκόρ του φυσικού αερίου πρωτοστατούν στις οικονομικές ειδήσεις ήδη από τον περασμένο μήνα λόγω της επιβράδυνσης του ρωσικού εφοδιασμού που προκάλεσε κρίση αποθήκευσης στην ευρωπαϊκή ήπειρο, αλλά και της άπνοιας που αποδεκάτισε σε αρκετές χώρες τα αιολικά πάρκα.
Την ίδια στιγμή, το κλείσιμο πυρηνικών εργοστασίων και η μείωση των λιγνιτικών μονάδων μέσα στο πλαίσιο της αλλαγής του ενεργειακού μίγματος προς χάρη της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, δεν μας βοηθάει να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τις ελλείψεις προκειμένου να αποφύγουμε την ενεργειακή κρίση που αναδύεται.
Όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση στις ευρωπαϊκές ενεργειακές αγορές, αν δεν έχουμε φέτος το χειμώνα τις ήπιες θερμοκρασίες με το μέρος μας και με τα αποθέματα αερίου στην Ευρώπη να βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα της δεκαετίας, ένα μεγάλο μέρος των νοικοκυριών θα περάσει δύσκολα, ενώ πολλοί αναλυτές δεν αποκλείουν ακόμα και εκτεταμένα black out που θα αναγκάσουν επιχειρήσεις και εργοστάσια να σταματήσουν τη λειτουργία τους.
Η εικόνα του Ηνωμένου Βασιλείου θεωρείται από πολλούς ενδεικτική των όσων μπορούν ν’ ακολουθήσουν και σε άλλες χώρες.
Υπενθυμίζουμε ότι οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας βρέθηκαν στη Μ. Βρετανία στο υψηλό όλων των εποχών, επτά φορές υψηλότερες από τον Σεπτέμβριο του 2020.
Οι αυξανόμενες τιμές χονδρικής όμως άφησαν τις επιχειρήσεις με ανεπαρκείς στρατηγικές αντιστάθμισης ή αδύναμους ισολογισμούς, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να καλύψουν το κόστος της ενέργειας που έχουν δεσμευθεί να προμηθεύσουν.
Ήδη πέντε σχετικά μικρές εταιρείες στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν κατεβάσει ρολά, ενώ υπάρχουν φόβοι ότι τέσσερις ακόμη εταιρείες προμήθειας ενέργειας θα μπορούσαν να καταρρεύσουν τις επόμενες 10 μέρες λόγω των υψηλών ρεκόρ των τιμών φυσικού αερίου και ενέργειας, με αποτέλεσμα να χρειαστούν μεταφορά έως και ένα εκατομμύριο πελάτες σε νέους προμηθευτές.
Η μεταφορά όμως αυτή κάθε άλλο παρά εύκολη είναι, καθώς οι προμηθευτές με τη σειρά τους ανησυχούν ότι η ανάληψη πελατών που βρίσκονται σε τιμολόγια ενέργειας σταθερής τιμής θα είναι ζημιογόνος.
Για να κατανοήσουμε τι έχει συμβεί στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου θα αναφέρουμε το εξής: Από τους 49 εγχώριους προμηθευτές στα τέλη Μαρτίου πιθανότατα να καταλήξουμε σε λιγότερο από 10 στις αρχές του Δεκεμβρίου.
Ας ελπίσουμε ο φετινός χειμώνας να αποδειχτεί ήπιος και η συγκρατημένη ζήτηση να διασφαλίσει την ενεργειακή σταθερότητα όχι μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και σε όλη την Ευρώπη. Διαφορετικά… θα έχουμε περιπέτειες.
Δύσκολες αποφάσεις από τη Fed σε ένα δύσκολο περιβάλλον
Η Fed αναμένεται να δώσει αυτή την εβδομάδα το αρχικό χρονοδιάγραμμα για την πορεία που θα ακολουθήσει για τη σταδιακή μείωση των αγορών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Ο Τζέρομ Πάουελ θα παραχωρήσει συνέντευξη Τύπου την Τετάρτη μετά την ολοκλήρωση της διήμερης συνεδρίασης. Θα ανακοινώσει άραγε ότι το tapering θα ξεκινήσει φέτος ή η διεθνής κατάσταση θα σπρώξει τον Κεντρικό Τραπεζίτη στο να κλωτσήσει το κουβαδάκι… λίγες εβδομάδες παρακάτω;
H στήλη πιστεύει ότι το δεύτερο σενάριο έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες όπως άλλωστε και η αύξηση του ορίου του αμερικανικού χρέους, η οποία έχει αρχίσει σιγά σιγά να έρχεται ξανά στην επικαιρότητα.
Να υπενθυμίσουμε ότι οι ΗΠΑ απαγορεύεται να προχωρήσουν σε έκδοση νέων αξιογράφων για τη χρηματοδότησή τους αν το τρέχον όριο δεν αυξηθεί, κάτι που σημαίνει ότι οι ΗΠΑ θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα ρευστότητας κατά τη διάρκεια του Οκτωβρίου.
Δεδομένου ότι όπως περιέγραψε και η Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, μια άρνηση του Κογκρέσου να αυξήσει το όριο δανεισμού των ΗΠΑ θα προκαλέσει μια αλληλουχία οικονομικών καταστροφών, η στήλη πιστεύει ότι τουλάχιστον αυτό το μέτωπο θα εξελιχθεί σύμφωνα με το καλό σενάριο των αγορών.
«Κάηκαν» αλλά δεν αναιρέθηκαν τα καλά νέα της Ελλάδας
Οι διεθνείς οίκοι βομβαρδίζουν στην κυριολεξία εδώ και εβδομάδες την αγορά με αισιόδοξες εκθέσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Την Παρασκευή η DBRS επιβεβαίωσε τις προσδοκίες προχωρώντας σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας σε ΒΒ αναθεωρώντας παράλληλα τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας σε θετικές από σταθερές.
Χτες η Moody's προχώρησε στην αναβάθμιση των ελληνικών τραπεζών κατά δύο βαθμίδες, δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης στον κλάδο μετά τη μεγάλη πρόοδο που έχουν σημειώσει στην εκκαθάριση των ισολογισμών του και διαμηνύοντας ότι σύντομα μπορεί να τις αναβαθμίσει εκ νέου.
Παρά ταύτα, η ελληνική αγορά δεν κατάφερε να κάνει μια δυνατή ανοδική κίνηση μια περίοδο μάλιστα που το επέτρεπε και το διεθνές κλίμα.
Τον λόγο τον έχουμε ξαναπεί. Ο φόβος τους δύο τελευταίους μήνες ότι από το φθινόπωρο θα ωριμάσουν οι συνθήκες για μια σοβαρή διεθνή διόρθωση καθιστά τους διαχειριστές επιφυλακτικούς με την ελληνική αγορά, καθώς γνωρίζουν ότι οι ρευστοποιήσεις στο ρηχό ελληνικό χρηματιστήριο μια μέρα sell off είναι ως επί το πλείστον μια ανέφικτη αποστολή.
Αν επιβεβαιωθούν οι φόβοι και έχουμε πράγματι στις διεθνείς αγορές μια σοβαρή διόρθωση, τότε το Χρηματιστήριο Αθηνών σαφώς και θα ακολουθήσει. Όμως αυτό δεν αναιρεί τους θετικούς καταλύτες της ελληνικής αγοράς, όπως είναι οι ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ή οι μεταρρυθμίσεις και οι ιδιωτικοποιήσεις που αλλάζουν το οικονομικό και επιχειρηματικό τοπίο της χώρας μας. Αντιθέτως, μια διόρθωση σε μια ήδη υποτιμημένη αγορά θα την καταστήσει ακόμα πιο δελεαστική πόσο μάλλον όταν θα έχει εκλείψει και ο «βραχνάς» μιας επικείμενης διεθνούς διόρθωσης.