Οι κεντρικές τράπεζες μπορεί να μετριάσουν τα σχέδια τους για επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων καθώς τα νέα μακροοικονομικά στοιχεία επιδεινώνονται, αν κρίνει κανείς από την τιμολόγηση των χρηματαγορών που αναθεωρούν τις προσδοκίες τους για το πού θα κορυφωθούν τα αμερικανικά και τα βρετανικά επιτόκια.
Οι αγορές έχουν αρχίσει να εστιάζουν λιγότερο στον πληθωρισμό και περισσότερο στον κίνδυνο μιας ύφεσης και αυτός είναι ο λόγος για την ανατιμολόγηση που παρατηρείται. Δεν εγκαταλείπουν επίσης και την πίστη τους στο λεγόμενο «Fed put», δηλαδή στο ότι αν οι χρηματοοικονομικές συνθήκες σφίξουν περισσότερο και οι απώλειες στα χρηματιστήρια υπερβούν το 20%, τότε η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ θα παρέμβει και πάλι.
Το Fed put αναφέρεται στην πεποίθηση ότι η αμερικανική κεντρική τράπεζα θα στηρίξει τη χρηματιστηριακή αγορά, μετριάζοντας τις σχεδιαζόμενες αυξήσεις στο κόστος χρήματος. Σήμερα η τιμολόγηση στη χρηματαγορά των ΗΠΑ υποδηλώνει συνολική άνοδο επιτοκίων της τάξης των 210 μονάδων βάσης στον τρέχοντα κύκλο, από 255 μονάδες βάσης στις αρχές Μαΐου, όπως δείχνουν τα futures (συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης) στα παρεμβατικά επιτόκια της Fed. Αυτά απεικονίζουν τις προσδοκίες για την μελλοντική πορεία των επιτοκίων. Η επόμενη αύξηση κατά μισή ποσοστιαία μονάδα από τη Fed προεξοφλήθηκε πλήρως τις τελευταίες εβδομάδες, βλέποντας την κορυφή των επιτοκίων στο 3% τον Ιούνιο του 2023.
Στη Βρετανία επίσης, παρά τις προσδοκίες για πληθωρισμό στο 10% φέτος, τα σημάδια ύφεσης οδηγούν σε ανατιμολόγηση με τη χρηματαγορά να προσμένει επιτοκιακές αυξήσεις 120 μονάδων βάσης μέχρι τον Ιούνιο του 2023 από 165 μονάδες βάσης στις αρχές Μαΐου, δηλαδή επιτόκια γύρω στο 2,4%.
Η παγκόσμια χρηματιστηριακή αγορά πήρε τα πάνω της την εβδομάδα που πέρασε παρατηρώντας την ανατιμολόγηση στις χρηματαγορές, βάζοντας τέλος στο πτωτικό σερί των επτά συνεχών εβδομάδων. Με τον πληθωρισμό όμως τετραπλάσιο από το στόχο της, δεν μπορεί να θεωρείται βέβαιο ότι η Fed μπορεί εύκολα να χαλαρώσει.
Με τρισεκατομμύρια δολάρια κεφαλαιοποίησης να έχουν χαθεί από τότε που οι ΗΠΑ και άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες ξεκίνησαν τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, η σωστή πρόβλεψη του σημείου περιστροφής της Fed παραμένει το μεγάλο ζητούμενο στις αγορές.
Η ανατιμολόγηση της χρηματαγοράς με πιο συγκρατημένες προσδοκίες, όσον αφορά στην άνοδο των επιτοκίων δεν πρέπει να εκπλήσσει μετά την επιβράδυνση των πωλήσεων στην αμερικανική αγορά κατοικιών και άλλων μακροοικονομικών στοιχείων που ώθησαν τον δείκτη οικονομικών εκπλήξεων της Citi σε μια από τις πιο μεγάλες μηνιαίες βουτιές της τελευταίας 20ετίας.
Μια άλλη ένδειξη που υποδηλώνει περιθώριο ελιγμών, ο δείκτης καταναλωτικών δαπανών (PCE), σημείωσε επιβράδυνση τον Απρίλιο μετά από άνοδο 0,9% τον Μάρτιο, που σημαίνει ότι πιθανώς η κορύφωσή του να είναι πίσω μας.
Η Goldman Sachs πλέον δίνει 35% πιθανότητα για μια ύφεση στην οικονομία των ΗΠΑ τα επόμενα δύο χρόνια, αλλά εκτιμά ότι όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, τα μερίσματα θα μειωθούν, εξέλιξη που όμως δεν έχει συμβεί ποτέ χωρίς ύφεση.
Οι διαχειριστές της Blackrock βλέπουν τη Fed να γυρίζει σε πιο ήπια τακτική προς το τέλος της φετινής χρονιάς και να εστιάζει περισσότερο στην πορεία των μακροοικονομικών στοιχείων μετά τις δύο προγραμματισμένες αυξήσεις της μισής ποσοστιαίας μονάδας σε κάθε μια από τις επόμενες δύο συνεδριάσεις της.
Οι οικονομολόγοι στην Pictet Wealth Μanagement προβλέπουν ότι η Fed θα επιλέξει μια παύση μετά τις δύο επόμενες αυξήσεις επιτοκίων καθώς οι χρηματοοικονομικές συνθήκες στις ΗΠΑ είναι ήδη οι σφιχτότερες των δύο τελευταίων ετών.
Αντίθετα, στη Βρετανία, όπου η ύφεση θεωρείται περισσότερο πιθανή, η Τράπεζα της Αγγλίας θα δυσκολευτεί να κάνει πίσω με τις επιτοκιακές αυξήσεις. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι θα αυξάνει το κόστος χρήματος σε περιοριστική για την οικονομία περιοχή, προβλέποντας συνεχείς αυξήσεις 25 μονάδων βάσης μέχρι τον Φεβρουάριο του 2023 με τελικό προορισμό το 2,5%.
Όσο για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αναμένεται αύξηση του κόστους χρήματος κατά 160 μονάδες βάσης τον επόμενο χρόνο από 123 μ.β. στις αρχές Μαΐου. Η πρόεδρος της ΕΚΤ Christine Lagarde έχει δώσει σήμα ότι τα παρεμβατικά επιτόκια, σήμερα στο -0,5%, θα βρεθούν στο 0% τον Σεπτέμβριο η ελαφρώς υψηλότερα.