Αδύναμη εικόνα για 5η διαδοχική συνεδρίαση παρουσίασε το ελληνικό Χρηματιστήριο που εν μέσω μεικτών προσήμων και περιορισμένων διακυμάνσεων διεθνώς, «κρέμασε» κάτω από τις 640 μονάδες κλείνοντας στις 636,84 μονάδες με απώλειες 0,66%, με τις Πειραιώς, ΟΤΕ, Εθνική και Jumbo να κλείνουν στην κορυφή των πιέσεων.
Σ’ αυτό το πτωτικό πενθήμερο, ο Γενικός Δείκτης έχει οπισθοχωρήσει σε ποσοστό 3,80%, ο FTSE 25 χάνει 3,94%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης έχει πτώση 9,16%.
Για πολλοστή φορά το τελευταίο διάστημα η αγορά έδειξε διάθεση αντίδρασης αρχικά, όμως – όπως σε όλες τις τελευταίες συνεδριάσεις – δεν μπόρεσε να κρατήσει το θετικό πρόσημο, εν μέσω ανασφάλειας, αλλά και μικρής διαθέσιμης ρευστότητας που δεν ευνοεί τις όποιες προσπάθειες αντίδρασης.
Ο τζίρος μπορεί για δεύτερη συνεχή συνεδρίαση να ξεπέρασε τα 50 εκατ. ευρώ διαμορφούμενος στα 56,4 εκατ. ευρώ, όμως είναι αρκετά κάτω από τα στάνταρ των 70-80 εκατ. ευρώ που ήταν οι μέσες συναλλαγές τους προηγούμενους μήνες, ενώ «φρέσκα» κεφάλαια δεν εισρέουν στο σύστημα.
Ένας από τους λόγους που υπάρχει συρρίκνωση της διαθέσιμης ρευστότητας ασφαλώς είναι η έκδοση των δύο μεγάλων ομολόγων από τις ΓΕΚ Τέρνα και Lamda Development που συνολικά θα «σηκώσουν» από την αγορά 820 εκατ. ευρώ, κάτι που σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα δεν έχει ξαναγίνει.
Σε κάθε περίπτωση η κόπωση είναι εμφανής στην ελληνική αγορά, ενώ τα μηνύματα από την πορεία του τουρισμού δεν είναι ενθαρρυντικά, κάτι που οδηγεί σε περαιτέρω αρνητική ανάγνωση των εξελίξεων.
Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), προχώρησε σε επί τα χείρω αναθεώρηση των προβλέψεών του για το 2020, όπου στο «αισιόδοξο» σενάριο η ύφεση της ελληνικής οικονομίας θα κυμανθεί στο 7,5% ενώ στο «δυσμενές» θα αγγίξει το 10,5%. Σημειώνεται ότι στην προηγούμενη εκτίμησή του ο ΙΟΒΕ προέβλεπε ύφεση 5% στο θετικό σενάριο και 9% προς 10% στο αρνητικό.
Συνάμα, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι η οικονομική παραγωγή αναμένεται να μειωθεί σημαντικά σχεδόν σε κάθε χώρα του πλανήτη, προβλέποντας ότι ο Covid-19 θα προκαλέσει τη χειρότερη παγκόσμια ύφεση μετά τον Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, και με τον κορονοϊό εκτός ελέγχου σε πολλές περιοχές του πλανήτη, με πάνω από 550 χιλ. νεκρούς και πλέον των 12 εκατ. κρουσμάτων, οι ελπίδες για ανάκαμψη του τουρισμού δείχνουν εξαιρετικά αδύναμες, ενώ «ακουμπάνε» ασφαλώς και την επόμενη σεζόν.
Η περαιτέρω εξάπλωση της πανδημίας και τα νέα lockdowns κατά τόπους, ασφαλώς βάζουν στο… κάδρο των επενδυτών και όλης της αγοράς - που άλλωστε προεξοφλεί τα μελλούμενα 8-10 μήνες μπροστά - και την επόμενη σεζόν.
Σε έναν κόσμο που αλλάζει, μεταβάλλοντας καταναλωτικές συνήθειες, συνήθειες διασκέδασης και αναψυχής αλλά και σ’ έναν κόσμο που θα ταξιδεύει (πολύ) λιγότερο, το πλήγμα της παγκόσμιας αγοράς του τουρισμού θα είναι ιστορικών διαστάσεων.
Χώρες όπως η Ελλάδα, χωρίς εναλλακτικές λύσεις στο οικονομικό μοντέλο, έχοντας υποστεί και ιστορική αποβιομηχάνιση τις προηγούμενες τέσσερις δεκαετίες, φαίνεται πως θα αντιμετωπίσουν τα μεγαλύτερα προβλήματα. Αν λοιπόν η πορεία του κορονοϊού συνεχιστεί (διεθνώς) σ’ αυτό το μοτίβο, τίποτα δε μαρτυρά ότι η επόμενη σεζόν θα αλλάξει θεαματικά την κατάσταση και στο χώρο του ελληνικού τουρισμού.
Πρόκειται για ένα σύνθετο ζήτημα, με πολλές παραμέτρους, όμως είναι ένα ζήτημα που θα καθορίσει κατά πολύ την πορεία ολόκληρων οικονομιών τα επόμενα χρόνια.
Η τεράστια εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τη βιομηχανία του τουρισμού – που με τη σειρά της επηρεάζει δεκάδες άλλες επιμέρους «αγορές» και κλάδους – είναι ένας από τους λόγους που το χρηματιστήριο παραμένει εγκλωβισμένο κάτω από τις 700 μονάδες. Το πλήγμα σε εμπόριο, κατανάλωση, εστίαση, διασκέδαση, μεταφορές, φιλοξενία και πλήθος άλλων κλάδων είναι τεράστιο και τα απόνερα θα γίνουν πιο αισθητά από το φθινόπωρο.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, είναι σαφές ότι θα χτυπηθεί όλη η οικονομική «αλυσίδα», ενώ ο κίνδυνος για ένα νέο κύκλο αύξησης κόκκινων δανείων στις τράπεζες και νέων επισφαλειών είναι υπαρκτός.
Μοιραία, το ελληνικό χρηματιστήριο παραμένει εγκλωβισμένο όλο το τελευταίο διάστημα σε ένα εύρος 50 μονάδων, μεταξύ των 630 και 680 μονάδων, χωρίς να έχει δυνάμεις για την υπέρβαση, μολονότι οι διεθνείς αγορές έχουν σαφώς καλύτερη εικόνα.