Πληθωριστικός τυφώνας απειλεί την παγκόσμια οικονομία
Shutterstock
Shutterstock

Πληθωριστικός τυφώνας απειλεί την παγκόσμια οικονομία

Σε οποιαδήποτε δυτική χώρα και να κοιτάξουμε βλέπουμε πως οι πληθωριστικές πιέσεις δεν υποχωρούν με τίποτα. Οι ανακοινώσεις της Τετάρτης στο Ηνωμένο Βασίλειο, με τον πληθωρισμό του Σεπτεμβρίου να βρίσκεται στο 10,1% - υψηλότερο σημείο των τελευταίων σαράντα ετών - ξεπέρασαν τις εκτιμήσεις των αναλυτών και την αντίστοιχη μέτρηση για τον Αύγουστο (10% και 9,9%) αντίστοιχα.

Η αλήθεια είναι όμως πως κανείς δεν πρέπει να ένιωσε έκπληξη. Οι αντίστοιχες μετρήσεις στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις ΗΠΑ μας είχαν προετοιμάσει για τα κακά νέα. Στην Ευρωζώνη ο πληθωρισμός του Σεπτεμβρίου ήταν και αυτός διψήφιος, 10% για την ακρίβεια, ενώ σε πολλές χώρες ξεπέρασε αρκετά το 10%. Πέρα από το ελληνικό 12%, το 17% της Ολλανδίας ήταν ένα εντυπωσιακό νούμερο και αν η Γαλλία δεν είχε πολύ πιο χαμηλό πληθωρισμό από όλες τις άλλες οικονομίες ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης θα ήταν αρκετά μεγαλύτερος.

Στην άλλη μεριά του Ατλαντικού τα πράγματα δεν ήταν πολύ καλύτερα. Το 8,2% που ήταν η μέτρηση του πληθωρισμού για τον Σεπτέμβριο ξεπέρασε κατά τι τις εκτιμήσεις των αναλυτών (ήταν στο 8,1%) αλλά το χειρότερο ήταν η πολύ ισχυρή επίδοση του δομικού πληθωρισμού ο οποίος έφθασε το 6,6% (θυμίζουμε πως ο δομικός πληθωρισμός δεν περιλαμβάνει τις μεταβολές των τιμών των τροφίμων και των καυσίμων). Δεν είναι ανάγκη να ασχοληθούμε πιο πολύ με τις επιδόσεις του πληθωρισμού, καθώς είναι λίγο πολύ γνωστές σε όλους μας, όπως και το γεγονός πως αυτές οι επιδόσεις είναι οι υψηλότερες από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. 

Αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο είναι πως η παραμονή του πληθωρισμού σε αυτά τα επίπεδα δεν αφήνει κανένα περιθώριο στις ηγεσίες των κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης, των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου να αφήσουν για λίγο το πόδι από το γκάζι και να μην προχωρήσουν άμεσα σε νέες αυξήσεις επιτοκίων.

Σύμφωνα με τη στρατηγική που έχουν περιγράψει με σαφήνεια προς τον πολιτικό και επιχειρηματικό κόσμο αλλά και τους πολίτες των χωρών τους, οι διοικήσεις της ΕΚΤ, της Τράπεζας της Αγγλίας και της Fed είναι αποφασισμένες να ανεβάσουν τα επιτόκια μέχρι να δουν πως ο πληθωρισμός κάμπτεται. Μάλιστα έχουν ξεκαθαρίσει πως είναι διατεθειμένες να δουν την οικονομία να αδυνατίζει, ακόμα και να περνά σε κατάσταση ύφεσης και την ανεργία να αυξάνεται για όσο διάστημα θα διαρκεί η μάχη κατά του πληθωρισμού.

Για την ακρίβεια, μας έχουν πει πως το αδυνάτισμα της οικονομίας και η αύξηση της ανεργίας είναι κάτι που θέλουν να δουν για να αρχίσουν να πείθονται πως οι αυξήσεις των επιτοκίων φέρνουν το ποθητό αποτέλεσμα. Οι αγορές δείχνουν να έχουν πάρει το μήνυμα και αναμένουν πλέον πως οι αυξήσεις θα συνεχίζονται τουλάχιστον μέχρι την επόμενη άνοιξη, με προοπτική παραμονής των επιτοκίων αναφοράς σε αρκετά υψηλά (τουλάχιστον σε σχέση με ό,τι είχαμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια) επίπεδα μέχρι το τέλος του 2023. 

Γνωρίζοντας πλέον την πορεία που προτίθενται να ακολουθήσουν οι κεντρικές τράπεζες και ειδικά την απόφασή τους να επιδιώξουν την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας και την αύξηση των ποσοστών ανεργίας, δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες: Η οικονομία θα αδυνατίσει και στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ευρωζώνη.

Το πόσο θα αδυνατίσει δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε ακόμα, όχι μόνο γιατί οι προβλέψεις αυτού του τύπου είναι πάντα πολύ δύσκολες αλλά και γιατί οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στις αγορές δεν έχουν πραγματική εμπειρία από καταστάσεις με υψηλό πληθωρισμό, συνοδευόμενο μάλιστα από ενεργειακή κρίση και έντονες γεωπολιτικές αναταράξεις.

Το κλειδί εδώ είναι τα κριτήρια που θα χρησιμοποιήσουν οι διοικήσεις των κεντρικών τραπεζών προκειμένου να αποφασίσουν πως τα αυξημένα επιτόκια έχουν αρχίσει να αποφέρουν καρπούς. Ο βασικός κίνδυνος εδώ είναι να κάνουν ένα λάθος αντίστοιχο με αυτό που φαίνεται πως έκαναν καθώς ο πληθωρισμός άρχιζε την άνοδό του κατά την διάρκεια του 2021.

Δηλαδή, όπως υποστήριζαν πως η άνοδος του πληθωρισμού θα αποδεικνυόταν ένα παροδικό, μεταβατικό φαινόμενο και καθυστέρησαν να πάρουν μέτρα για την αντιμετώπισή του, να υποστηρίξουν τώρα πως τα οποιαδήποτε σημάδια αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού και αδυνατίσματος της οικονομίας δεν είναι αρκετά για να τους κάνουν να χαλαρώσουν λίγο την στάση τους. Σε μία τέτοια περίπτωση, το χτύπημα στην οικονομία θα είναι πιθανότατα πιο ισχυρό απ’ όσο φανταζόμαστε αυτή την στιγμή. 

Η πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο δεν είναι αμελητέα. Αν κρίνουμε από τις δηλώσεις αξιωματούχων της Fed, οι οποίοι έχουν πει πως θα αρχίσουν να χαλαρώνουν όταν δουν τον μηνιαίο δομικό πληθωρισμό να αυξάνεται με ρυθμό κοντά στο 0,2% για αρκετούς μήνες, δεν πρέπει να περιμένουμε να ικανοποιηθούν σύντομα αφού τους τελευταίους δύο μήνες η αύξηση από μήνα σε μήνα ήταν της τάξης του 0,6%.

Δεν είναι όμως καθόλου βέβαιο πως αυτού του τύπου τα κριτήρια είναι τα κατάλληλα. Αυτή την στιγμή υπάρχουν ήδη αρκετά σημάδια που δείχνουν πως έχει αρχίσει το αδυνάτισμα της οικονομίας, όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και αλλού. Όπως είδαμε στο Bloomberg την Δευτέρα που μας πέρασε, ο δείκτης που καταρτίζει η ομοσπονδιακή τράπεζα της Νέας Υόρκης (παράρτημα της Fed) για την μεταποιητική δραστηριότητα στην πολιτεία έδειξε πως η μεταποιητική δραστηριότητα στην πολιτεία μειώθηκε για τρίτο συνεχόμενο μήνα, ενώ οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για το τι θα γίνει στην συνέχεια σημείωσε την δεύτερη χαμηλότερη επίδοση από το 2009.

Το 36% των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στην έρευνα της τράπεζας πιστεύει πως η οικονομική κατάσταση θα χειροτερεύει για τους επόμενους έξι μήνες. Υπάρχουν όμως και άλλα παρόμοια σημάδια όπως οι συνεχείς προειδοποιήσεις των εταιρειών που κατασκευάζουν μικροεπεξεργαστές (Intel, AMD, κ.α.) σχετικά με την σαφή μείωση της ζήτησης για τα προϊόντα τους.

Σημάδια που παραπέμπουν στην μείωση της ζήτησης και αδυνάτισμα της οικονομίας έχουμε και από τον χώρο των μεταφορών, καθώς οι ναύλοι που χρεώνουν τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων πέφτουν συνεχώς εδώ και εβδομάδες, ενώ οι περίφημες καθυστερήσεις στην παράδοση των microchips στους πελάτες των κατασκευαστών βαίνουν και αυτές συνεχώς μειούμενες.

Περνώντας και σε κάτι που είναι ίσως λίγο αυθαίρετο, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε τις υποψίες που δημιουργεί η καθυστέρηση της ανακοίνωσης των στοιχείων για την πορεία της οικονομικής ανάπτυξης στην Κίνα. Η λογική λέει πως τα νέα δεν είναι και πολύ καλά, κάτι που οδήγησε τους αξιωματούχους στην επίκληση τεχνικών προβλημάτων προκειμένου να αποφύγουν τις δυσάρεστες ανακοινώσεις όσο διαρκεί το συνέδριο του κόμματος.

Αν αυτές οι ενδείξεις, όπως και πολλές άλλες που παραπέμπουν σε επιβράδυνση της οικονομίας επιβεβαιωθούν, τι θα γίνει σε μερικούς μήνες όταν τα επιτόκια θα είναι ακόμα ψηλότερα και τα διαθέσιμα των καταναλωτών στις ΗΠΑ θα αρχίσουν να εξαντλούνται, όπως προειδοποίησε προ ημερών ο Τζέιμι Ντάιμον της JPMorgan; Σίγουρα όχι κάτι καλό για την οικονομία.

Ο Ντάιμον εξάλλου δεν είναι ο μόνος που ανησυχεί για την πορεία της οικονομίας και εκτιμά πως οι πιθανότητες εμφάνισης οικονομικής ύφεσης είναι αυξημένες. Ο ιδρυτής της Amazon Τζεφ Μπέζος προστέθηκε σε αυτή την ομάδα την Τετάρτη προειδοποιώντας για αυξανόμενους κινδύνους στην οικονομία. 

Παρά το ότι όλα αυτά βρίσκονται ήδη σίγουρα μέσα στο κεφάλι των περισσότερων επενδυτών και των διαχειριστών, η εντύπωση που δίνεται τις τελευταίες μέρες είναι πως οι χρηματιστηριακές αγορές κρίνουν πως τα τωρινά επίπεδα τιμών αντανακλούν αποτελεσματικά τους κινδύνους που εμπεριέχει η κατάσταση για τις μετοχές.

Αν οι κεντρικές τράπεζες συνεχίσουν τις αυξήσεις επιτοκίων όπως τις έχουν προαναγγείλει, είναι πολύ πιθανόν η τωρινή στάση των επενδυτών να αποδειχθεί πιο αισιόδοξη απ’ όσο πρέπει. Δεν πρέπει να ξεχνάμε αυτό που είπαμε στην αρχή, πως ελάχιστοι επενδυτές έχουν (έχουμε) ξαναζήσει μία κατάσταση που να μοιάζει με την σημερινή, άρα είναι πολύ πιθανόν να μην μπορούν (μπορούμε) να αντιληφθούν (αντιληφθούμε) πλήρως τους κινδύνους που ελλοχεύουν.

Καλό είναι λοιπόν να μην ενθουσιαζόμαστε από την σχετικά ανθεκτική συμπεριφορά των αγορών τις τελευταίες μέρες. Εκτός αν κάποιοι μυρίζονται πως το τέλος - ή έστω μία προσωρινή παύση - της ανοδικής πορείας των επιτοκίων θα έρθει πολύ πιο γρήγορα απ’ όσο μας λένε οι κεντρικές τράπεζες.

Αν κρίνουμε από την αναγκαστική αγορά ομολόγων στην οποία προχώρησε η κεντρική τράπεζα της Αγγλίας, όταν φοβήθηκε πιθανή κατάρρευση της αγοράς κρατικών ομολόγων του Ηνωμένου Βασιλείου, καλό είναι να μην θεωρούμε αμελητέα την πιθανότητα μίας παρόμοιας εξέλιξης σε μεγαλύτερη κλίμακα (και από πλευράς αξίας και από πλευράς Γεωγραφίας).

Υποθέτουμε πως όσο και να θέλουν να νικήσουν τον πληθωρισμό, οι κεντρικές τράπεζες τον προτιμούν από μία ανεξέλεγκτη κρίση στις αγορές.