Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Τις εποχές της ακραίας αβεβαιότητας και των καταιγιστικών πιέσεων από ξένα χαρτοφυλάκια που εγκατέλειπαν τη χώρα θύμισε σήμερα το Χρηματιστήριο της Αθήνας, καθώς μία σειρά δυσμενών εξελίξεων πλήττει την αξιοπιστία της αγοράς. Το sell-off στις τραπεζικές μετοχές είναι εντυπωσιακό και παρά τις προσπάθειες αντιστροφής του κλίματος, ο τραπεζικός δείκτης κατάφερε μόνο να περιορίσει τις απώλειες στο 8%, από περίπου 18% νωρίτερα.
Ο «τυφώνας» αναξιοπιστίας μετά το σκάνδαλο-μαμούθ της Folli Follie και την υπόθεση με τα «λογιστικά λάθη» της ΔΕΗ που μόλις άνοιξε, οι ανησυχίες για τη στάση της κυβέρνησης στα δημοσιονομικά ενόψει εκλογών, το γενικότερο κλίμα στις διεθνείς αγορές αλλά και οι επιλογές του Αλέξη Τσίπρα, δημιουργούν ένα κλίμα αποσύνθεσης με έντονη δυσοσμία.
Σε αυτό το περιβάλλον οι τραπεζικές μετοχές προσπαθούν να απορροφήσουν τους κραδασμούς. Από την έναρξη της συνεδρίασης, οι μετοχές των τραπεζών καταγράφουν απώλειες έως και άνω του 28% σε ένα sell-off που θυμίζει άλλες εποχές και δεν δείχνει σε καμία περίπτωση ότι η Ελλάδα βγήκε από τα μνημόνια και επιστρέφει στην κανονικότητα.
Ο τραπεζικός δείκτης υποχωρεί σε ποσοστό 8,34%, στις 508,67 μονάδες, ενώ νωρίτερα είχε φτάσει να χάνει 18% στις 457,34 μονάδες. Η μετοχή της Πειραιώς καταγράφει απώλειες 25% στα 1,23 ευρώ, της Eurobank 11,99% στα 0,5540 ευρώ, της Alpha Bank 5,57% στα 1,1520 ευρώ και της ΕΤΕ 7,40% στα 1,551 ευρώ. Οι τράπεζες, με... αρωγό τη μετοχή της ΔΕΗ, συμπαρασύρουν τον Γενικό Δείκτη σε απώλειες 3,25% στις 659,01 μονάδες. Η μετοχή της ΔΕΗ χάνει 6,28% στα 1,277 ευρώ.
Ήταν προφανές πως ακριβώς επειδή οι ελληνικές τράπεζες καλούνται να διαχειριστούν το μεγαλύτερο όγκο «κόκκινων» δανείων στην Ευρώπη (σε ποσοστό επί του συνόλου), οποιοδήποτε... στραβοπάτημα της ελληνικής κυβέρνησης θα είχε τεράστιο αντίκτυπο στον κλάδο. Αντί, λοιπόν, να πράξει δέοντα για να ξεπεραστούν τα προβλήματα και να ανακάμψει το ταχύτερο δυνατό η οικονομία, ο Έλληνας πρωθυπουργός επιδίδεται σε μία ρητορική αντιστροφής των μεταρρυθμίσεων ενόψει εκλογών. Αναγκάζει έτσι αναλυτές να υποβαθμίσουν τις προβλέψεις για την ανάπτυξη, ενώ δεν διστάζει ακόμη και να αναθέσει την εποπτεία των τραπεζών, στην κρισιμότερη στιγμή για το μέλλον του κλάδου, στον στενό του συνεργάτη Αλέκο Φλαμπουράρη, ο οποίος δεν έχει καμία εμπειρία από τράπεζες.
Το σκηνικό για τους εγχώριους πιστωτικούς ομίλους έγινε ακόμη χειρότερο χθες, όταν σε έκθεσή της η HSBC ανέφερε ότι οι επενδυτές έχουν χάσει εντελώς την εμπιστοσύνη τους στις ελληνικές τράπεζες. Στην ίδια έκθεση, ωστόσο, η HSBC τονξίζει ότι δεν είναι δικαιολογημένη η επιστροφή των ανησυχιών για τα «κόκκινα» δάνεια, καθώς ενώ οι νέοι στόχοι είναι αυστηροί δεν απέχουν πολύ από τις αρχικές εκτιμήσεις.
Επιπλέον, σε σημερινή της έκθεση η Goldman Sachs αναφέρει ότι η ικανότητα των τραπεζών να απορροφήσουν τις κραδασμούς που προκαλούνται από εγχώριες ή εξωτερικές αναταράξεις είτε οικονομικής, είτε πολιτικής φύσης, είναι περιορισμένη.
Κατά συνέπεια, οι τράπεζες για μία ακόμη φορά γίνονται αποδέκτες των ευρύτερων ανησυχιών για την ελληνική οικονομία, όταν μάλιστα υπάρχουν προειδοποιήσεις από αναλυτές ότι το κεφαλαιακό «μαξιλάρι» που τόσο πολύ έχει διαφημίσει η κυβέρνηση ότι θα αποτελέσει κυματοθραύστη στη μεταμνημονιακή εποχή, θα έχει εξαντληθεί πριν η Ελλάδα καταφέρει να βγει με βιώσιμο τρόπο στις αγορές.
Αν επιβεβαιωθούν αυτές οι ζοφερές προβλέψεις, όπως και η πρόβλεψη της Capital Economics για ανάπτυξη 1,5% το 2019, χαμηλότερα δηλαδή από φέτος, τότε αυτά που βλέπουμε σήμερα στο ελληνικό χρηματιστήριο ίσως δεν είναι τυχαία. Ο μόνιμος αποκλεισμός της χώρας από τις αγορές είναι κυβερνητική επιλογή, καθώς στο δρόμο προς τις εκλογές προτιμά να παίξει όλα της τα πολιτικά χαρτιά, χωρίς να σκέφτεται τις επιπτώσεις για την οικονομία και την αγορά.