Οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο private equity πληρώνουν πολύ ακριβά για τις εξαγορές που πραγματοποιούν με μόχλευση, καθώς εξωθούνται να κυνηγούν τους στόχους τους σε πολύ ανεβασμένες αποτιμήσεις λόγω της ανόδου της χρηματιστηριακής αγοράς.
Οι τιμές που πληρώνουν στις συμφωνίες εξαγοράς έχουν αρχίσει να δημιουργούν προβληματισμό για το αν ο κλάδος θα είναι σε θέση να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του αποφέροντας τις υψηλές αποδόσεις του παρελθόντος. Η κούρσα της χρηματιστηριακής αγοράς σε συνδυασμό με τα χαμηλά κόστη δανεισμού έχουν ωθήσει τις τιμές στις μοχλευμένες εξαγορές σε ιστορικά υψηλά.
Κατά μέσο όρο τα σπίτια του private equity πλήρωσαν 13,2 φορές τα κέρδη προ φόρων, τόκων, και αποσβέσεων (EBITDA) πέρυσι, επίπεδο ρεκόρ, από 12,9 φορές το 2019, εγείροντας αμφιβολίες για το αν θα καταφέρουν ετήσιες αποδόσεις της τάξης του 15% με 20% που ήταν ο στόχος τους όταν αντλούσαν κεφάλαια για να χρηματοδοτήσουν τις εξαγορές.
Αρκετές τράπεζες δείχνουν διστακτικότητα στο να χρηματοδοτήσουν τα λεγόμενα leveraged buyouts σε φουσκωμένες αποτιμήσεις, σύμφωνα με επαγγελματίες στο χώρο της επενδυτικής τραπεζικής.
Οι εταιρείες private equity αναγκάζονται να βάλουν το χέρι βαθύτερα στην τσέπη για να κλειδώσουν συμφωνίες εξαγορών και κατά συνέπεια θα είναι δυσκολότερο να πετύχουν τις αποδόσεις που στοχεύουν καθώς πολλά deal πραγματοποιούνται με υψηλό δανεισμό.
Το ποσοστό των μοχλευμένων εξαγορών όπου οι εταιρείες του private equity χρειάστηκε να πληρώσουν με ίδια κεφαλαια πάνω από το 50% του συμφωνηθέντος τιμήματος αυξήθηκε στο 41% πέρυσι από 25% το 2019 λόγω των ανεβασμένων αποτιμήσεων στη χρηματιστηριακή αγορά.
Στον επενδυτικό όμιλο Jefferies Financial βλέπουν συμφωνίες να κλείνουν σε αστρονομικά ποσά.
Οι εταιρείες TPG Capital και TA Associates που δραστηριοποιούνται στις εξαγορές πλήρωσαν 16,5 φορές τα κέρδη EBITDA της εταιρείας λογισμικού Planview όταν την εξαγόρασαν τον περασμένο Δεκέμβριο για $1,6 δισ. από την Thoma Bravo, μια άλλη εταιρεία private equity.
Η Thoma Bravo είχε πληρώσει 6,7 φορές τα ετήσια κέρδη της Planview όταν την απέκτησε για $800 εκατ. από την Ιnsight Venture Partners το 2017.
Παρόλο που μερικοί παίκτες δείχνουν διάθεση για ριψοκίνδυνα στοιχήματα εξαγορών επιχειρήσεων του κλάδου τεχνολογίας που μέχρι στιγμής δεν έχουν καταφέρει να γίνουν κερδοφόρες, οι τράπεζες είναι πιο διστακτικές στο να χρηματοδοτήσουν τέτοιες εξαγορές, δυσκολεύοντας τη μόχλευση.
Τα private equity funds συνήθως διακρατούν τις επιχειρήσεις που εξαγοράζουν για τρία έως επτά χρόνια, που σημαίνει ότι θα περάσει αρκετός χρόνος πριν αποτυπωθούν οι αποδόσεις των επενδύσεων που πραγματοποίησαν όταν οι αποτιμήσεις αυξήθηκαν σε επίπεδα ρεκόρ.
Ο γενικότερος προβληματισμός φαίνεται και από τη μείωση της χρηματοδότησης των εταιρειών μοχλευμένων εξαγορών στα $203 δισ. πέρυσι από το υψηλό των $320 δισ. το 2019.
Βέβαια, οι αποτιμήσεις παίζουν ρόλο αλλά δεν αποτελούν τον μόνο παράγοντα που επηρεάζει την τελική απόδοση της επένδυσης. Πάντα ισχύει το «αγοράζω φτηνά και πουλάω ακριβά» αλλά υπάρχει και η δυνατότητα επίτευξης υψηλών αποδόσεων αν ο αγοραστής καταφέρει να βελτιώσει την επιχείρηση που απέκτησε, σύμφωνα με τον επικεφαλής επενδύσεων στη Hamilton Lane που επενδύει σε fund που δραστηριοποιούνται στο private equity.
«Οι αποτιμήσεις είναι ένας από τους παράγοντες που έχουν σημασία στην επίτευξη αποδόσεων, οι αποδόσεις στην κατηγορία που επενδύουμε εμείς δεν έρχονται από το να αγοράζεις περιουσιακά στοιχεία σε φτηνές τιμές», σχολιάζει ο Brian Gildea της Hamilton Lane.
Η άνοδος των αποτιμήσεων έχει κάνει και πολλά σπίτια του private equity πιό επιλεκτικά στις συμφωνίες που επιδιώκουν. Ο συνολικός όγκος των μοχλευμένων εξαγορών στις ΗΠΑ πέρυσι υποχώρησε στα $84,7 δισ. από $124,3 δισ. το 2019.
Οι εξελίξεις στην αγορά ομολόγων έχουν οδηγήσει πολλές επιχειρήσεις στις ΗΠΑ που εκδίδουν εταιρικά ομόλογα να προτιμούν εκδόσεις με σταθερό κουπόνι αντί για κυμαινόμενο. Το ενδεχόμενο ανόδου των επιτοκίων τις ωθεί στο να κλειδώσουν χαμηλό κόστος δανεισμού.
Οι εκδόσεις εταιρικών χρεογράφων που πληρώνουν σταθερό κουπόνι έφτασαν τα $456 δισ. μέχρι τα μέσα Μαρτίου, αύξηση 12% από την ίδια περίοδο πέρυσι, ενώ οι εκδόσεις κυμαινόμενου κουπονιού ανήλθαν στα $77 δισ., μειωμένες κατά 33% από πέρυσι.