Ξεκίνησε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εβδομάδα, με την Ημέρα των Ευχαριστιών την Πέμπτη να εγκαινιάζει την έναρξη της εορταστικής περιόδου που κρατάει ως την Πρωτοχρονιά, την Black Friday να σηματοδοτεί την αρχή της περιόδου των Χριστουγεννιάτικων αγορών και την ημέρα με τον μεγαλύτερο τζίρο πωλήσεων του έτους στις ΗΠΑ και την επενδυτική κοινότητα να είναι συντονισμένη στην παραδοσιακή αναμονή του year end rally από τη μια μεριά και από την άλλη στις ανησυχίες για την ύφεση, τον πληθωρισμό και την καθυστέρηση των μέτρων χαλάρωσης στην Κίνα.
Οι ανακοινώσεις των δεικτών μεταποίησης PMI στην Ευρωζώνη και τις ΗΠΑ σήμερα, όπως και οι αναθεωρημένες οικονομικές προβλέψεις του ΟΟΣΑ, τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης της Fed που θα ανακοινωθούν αύριο, οι προγραμματισμένες ομιλίες πολλών μελών της και οι εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό του Νοεμβρίου θα δώσουν τον δικό τους τόνο, με τους επενδυτές να αναζητούν την επιβεβαίωση ότι από τον Δεκέμβριο θα μειωθεί ο ρυθμός των αυξήσεων επιτοκίων.
Αν και η άποψη της στήλης είναι ότι η αγορά θα πρέπει να είναι προσανατολισμένη στη διάρκεια του τρέχοντος κύκλου αύξησης των επιτοκίων και όχι στο αν δοθεί ένα προσωρινό διάλειμμα στους ρυθμούς της αύξησης, εντούτοις βραχυπρόθεσμα μια επαλήθευση της προσδοκίας για αύξηση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης στην επόμενη συνεδρίαση θα τονώσει την «εορταστική» διάθεση της επενδυτικής κοινότητας.
Αν δε ο Αμερικανός καταναλωτής ανοίξει γενναιόδωρα το πορτοφόλι του την Παρασκευή αποδεικνύοντας ότι παραμένει «ζωντανός» παρά τους φόβους για ύφεση και τις πληθωριστικές πιέσεις, μπορεί να δώσει τα καύσιμα στον S&P500 να σπάσει αυτή τη φορά την αντίσταση της ζώνης των 4025-4055 μονάδων οδεύοντας προς τις επόμενες αντιστάσεις των 4160 και 4250 μονάδων. Αν όχι, το πρώτο ανάχωμα αν χάσει τις 3920 μονάδες είναι πέριξ των 3800 μονάδων και αν τις χάσει και αυτές τότε θα δοκιμάσει τις αντοχές της ζώνης πέριξ της ζώνης των 3640-3700 μονάδων και βλέπουμε.
Την ίδια στιγμή οι ευρωπαϊκές αγορές γιορτάζουν το γεγονός ότι ένα από τα πιο ήπια φθινόπωρα που έχουν καταγραφεί ποτέ στη Γηραιά Ήπειρο συνέβαλε στη διατήρηση των εγκαταστάσεων αποθήκευσης αερίου κοντά στην πλήρη χωρητικότητα και στη μείωση των πιθανοτήτων να κατεβάσει διακόπτες η βαριά βιομηχανία, γεγονός που πολλαπλασιάζει τις προοπτικές να αποφύγουμε μια βαριά ύφεση.
Είναι ενδεικτικό ότι την πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου, η κατανάλωση φυσικού αερίου στις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης, Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία, μειώθηκε κατά 30% από τον μέσο όρο της τετραετίας 2017-2021.
Ως εκ τούτου, οι αναλυτές περιμένουν πλέον μια πιο ήπια ύφεση απ’ό,τι αναμενόταν προηγουμένως, προβλέποντας ανάπτυξη της Ευρωζώνης κατά 3,2% για το 2022 συνολικά, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης 2,7% τον Ιούλιο.Αυτός είναι ο λόγος της εκτόξευσης του βιομηχανικού δείκτη Dax ο οποίος πλησιάζει την αντίσταση των 14630 μονάδων.
Στο σημείο αυτό όμως οι επενδυτές θα πρέπει να λάβουν υπόψιν τους ότι κορυφώνονται οι ανησυχίες για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης τον επόμενο χειμώνα, καθώς οι ρωσικές προμήθειες το πιθανότερο είναι να παραμείνουν περιορισμένες, κάτι που θα καταστήσει αρκετά δύσκολο το ξαναγέμισμα των αποθηκών αυτό το καλοκαίρι. Το ερώτημα βέβαια είναι πότε θα αρχίσει η αγορά να προεξοφλεί τις δυσκολίες του 2023.
Οι δυσκολίες αυτές δεν αφορούν μόνο την Ευρώπη. Η ενεργειακή ασφάλεια, η γεωπολιτική αβεβαιότητα και οι φόβοι για ύφεση είναι παράγοντες αστάθειας που διατρέχουν τη ραχοκοκκαλιά όλων των οικονομιών.Την ίδια στιγμή ο πιστωτικός κύκλος αλλάζει για όλους.
Όλα αυτά μεταφράζονται ως εξής:ακόμα και αν οι αγορές ξεπεράσουν για λίγο τις ανησυχίες για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας –ανησυχίες που επιδεινώνονται από την διαφαινόμενη απόφαση της Κίνας να υιοθετήσει αυστηρότερα μέτρα λόγω έξαρσης της πανδημίας – και « φορέσουν» τα γιορτινά τους για το τέλος του έτους, ο «πάτος» των αγορών κατά πάσα πιθανότητα είναι μπροστά μας και το πλαγιοκαθοδικό κανάλι θα παραμείνει σε ισχύ τουλάχιστον μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Καλό χαρτοφυλάκιο είναι το ανθεκτικό χαρτοφυλάκιο
Σε περιόδους αυξημένης μεταβλητότητας το ζητούμενο είναι η δημιουργία « ανθεκτικών» χαρτοφυλακίων. Η παρακολούθηση των κλαδικών δεικτών κατά τη διάρκεια ενός έτους αποκαλύπτει πολλά για τις τάσεις και το κλίμα της αγοράς, ειδικά σε περιόδους όπως αυτή που διανύουμε όπου τα ποσοστά πληθωρισμού παρέμειναν υψηλά και τα επιτόκια αυξάνονται σε όλο τον κόσμο.
Kάτω από την επικείμενη απειλή μιας ύφεσης, ποιοί τομείς έχουν πληγεί περισσότερο και ποιοι αποδείχθηκαν ιδιαίτερα ανθεκτικοί; Δεδομένου ότι οι αβεβαιότητες παραμένουν σε πλήρη ισχύ, μήπως τα στοιχήματα για το τέλος του έτους να είναι τουλάχιστον εκ του ασφαλούς, στους leaders της φετινής χρονιάς;
Όπως φαίνεται από τον παραπάνω πίνακα, ο ενεργειακός τομέας ξεχώρισε και είχε σημαντικά καλές επιδόσεις από την αρχή του έτους, καθώς οι κυρώσεις στη Ρωσία επηρέασαν τον εφοδιασμό πετρελαίου και φυσικού αερίου με αποτέλεσμα τις απότομες αυξήσεις των τιμών αλλά και την αλλαγή των ποσοστών πωλήσεων μεταξύ των προμηθευτών.
Οι αμυντικοί τομείς των βασικών ειδών καταναλωτών και των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, συμπληρώνουν την τριάδα των θετικών αποδόσεων μέχρι στιγμής για το 2022.
Στο σημείο αυτό να υπογραμμίσουμε ότι πέραν της συγκυρίας, η πραγματική υποστήριξη για τις τιμές της ενέργειας προέρχεται από την πλευρά της προσφοράς.
Όπως έχουμε πολλάκις περιγράψει, η προσφορά παραμένει περιορισμένη εδώ και χρόνια λόγω των χαμηλότερων επενδύσεων στην εξόρυξη πετρελαίου ελέω της ενεργειακής μετάβασης. Αυτή η συνθήκη θα παραμείνει, ακόμα και μετά τη λήξη του πολέμου μεταξύ Ρωσίας-Ουκρανίας ή τις όποιες συνδρομές του ΟPEC+ στην ενίσχυση της παραγωγής, οι οποίες κατά την άποψη της στήλης θα είναι οι απολύτως απαρραίτητες με σαφή μέριμνα οι τιμές να διατηρήσουν τα minimum αποδεκτά επίπεδα από τη Σαουδική Αραβία.(σ.σ:σύμφωνα με τις εκτιμήσεις πάντα της στήλης είναι περιξ των 65-70 δολαρίων/βαρέλι).
Στον αντίποδα, οι αναπτυξιακές μετοχές τόσο στον τομέα της τεχνολογίας όσο και στις υπηρεσίες επικοινωνίας παρουσίασαν χαμηλή απόδοση από την αρχή του τρέχοντος έτους, καθώς η αξία των μελλοντικών κερδών επηρεάστηκε από την αύξηση των επιτοκίων που αυξάνει το κόστος κεφαλαίου. Και αυτή η συνθήκη δεν αναμένεται να αλλάξει σύντομα.