Συμβάλλει στην ανάπτυξη το χρέος των ΗΠΑ;
shutterstock
shutterstock

Συμβάλλει στην ανάπτυξη το χρέος των ΗΠΑ;

Το χρέος των ΗΠΑ ξεπερνά τα $34 τρισ., που αντιστοιχεί περίπου στο 1/3 του παγκόσμιου ΑΕΠ και σχεδόν το 1/3 του παγκόσμιου κυβερνητικού χρέους. Το 13% (περίπου $880 δισ.) του συνόλου των δαπανών των ΗΠΑ ($6,7 τρισ.) δαπανάται στην πληρωμή των τόκων των δανείων. Ποσό σχεδόν ίσο με τις αμυντικές δαπάνες ($875 δισ.).

Με έσοδα περίπου $4,9 τρισ., το ετήσιο έλλειμα του κρατικού προϋπολογισμού ανέρχεται στα 1,8 τρισ. (οι δαπάνες υπερβαίνουν κατά 35% τα έσοδα του κράτους). Άρα κατά 1,8 τρισ. πρέπει να αυξηθεί ο κρατικός δανεισμός μέσα σε μια χρονιά μόνο (δηλαδή περίπου 9 φορές το ΑΕΠ της Ελλάδος).

Η νέα κυβέρνηση σχεδιάζει να εφαρμόσει αυτό-μνημόνιο να περικόψει περίπου $2 τρισ. δαπάνες, δηλαδή να κάνει τον προϋπολογισμό πλεονασματικό για να σταματήσει να αυξάνεται το δημόσιο χρέος. Οπότε μπλοκάρει την ψήφιση του προϋπολογισμού.

Το ζήτημα του φράγματος του χρέους στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει γίνει επαναλαμβανόμενο σημείο έντασης στις πολιτικές συζητήσεις, θέτοντας την οικονομία της χώρας μπροστά σε σοβαρές προκλήσεις. Παρόλο που η δημόσια συζήτηση συχνά επικεντρώνεται στην αύξηση ή μη του ανώτατου ορίου του χρέους, η ουσιαστική λύση βρίσκεται αλλού: στη συνετή διαχείριση των δημόσιων πόρων και στην επένδυσή τους σε τομείς που ενισχύουν την παραγωγικότητα και τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της οικονομίας.

Το δίλημμα του χρέους: Από το 1960, το ανώτατο όριο του χρέους έχει αυξηθεί περίπου 78 φορές, αναδεικνύοντας την εξάρτηση των Ηνωμένων Πολιτειών από τον δανεισμό για την κάλυψη των δημοσιονομικών τους ελλειμμάτων. Αυτή η πρακτική επιτρέπει στην κυβέρνηση να καλύπτει τις δαπάνες της χωρίς να αυξάνει τους φόρους, μια λύση που ικανοποιεί προσωρινά τόσο τους πολίτες όσο και τις επιχειρήσεις. Οι πολίτες απολαμβάνουν κρατικές υπηρεσίες χωρίς επιπλέον φορολογική επιβάρυνση, ενώ οι πλούσιοι και οι επιχειρήσεις ωφελούνται διπλά, καθώς πληρώνουν χαμηλούς φόρους και αποκομίζουν κέρδη από τους τόκους των κρατικών ομολόγων.

Αυτή η τακτική, όμως, έχει δημιουργήσει έναν φαύλο κύκλο αυξανόμενου χρέους που δεν είναι βιώσιμος. Όταν οι κυβερνήσεις δανείζονται περισσότερο από όσο αυξάνονται τα δημόσια έσοδα, τα επιτόκια ανέρχονται. Οι κεντρικές τράπεζες τότε καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα στην αύξηση των επιτοκίων, που πλήττει την οικονομία, ή στην εκτύπωση χρήματος, που οδηγεί σε πληθωρισμό.

Οι συνέπειες της ανεπαρκούς διαχείρισης: Η σημερινή κατάσταση επιδεινώνεται από την έλλειψη επενδύσεων σε τομείς που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την παραγωγικότητα της οικονομίας. Η συνεχής εξάρτηση από τον δανεισμό, χωρίς τη δημιουργία νέου πλούτου, δεν μπορεί να διατηρηθεί μακροπρόθεσμα. Οι επιπτώσεις αυτής της στρατηγικής είναι διττές:

1. Οικονομικές: Τα αυξανόμενα επιτόκια καθιστούν το χρέος πιο δαπανηρό, περιορίζοντας τη δυνατότητα της κυβέρνησης να επενδύσει σε κρίσιμους τομείς, όπως η εκπαίδευση, η υγειονομική περίθαλψη και οι υποδομές.

2. Κοινωνικές: Η εξάρτηση από τον δανεισμό αντί της φορολόγησης ή της αύξησης της παραγωγικότητας δημιουργεί ανισότητες, με τους πλούσιους να επωφελούνται περισσότερο από το τρέχον σύστημα.

Η ανάγκη για παραγωγικότητα: Η παραγωγικότητα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της βιώσιμης διαχείρισης του χρέους. Όταν τα δανεισμένα κεφάλαια κατευθύνονται σε επενδύσεις που ενισχύουν την παραγωγικότητα -όπως η εκπαίδευση, η έρευνα και ανάπτυξη, και οι υποδομές - η οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί με βιώσιμο τρόπο.

Ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι επενδύσεις σε τομείς αιχμής, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, η κβαντική υπολογιστική, τα νέα υλικά και η βιοτεχνολογία, οι ημιαγωγοί κλπ., μπορούν να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα της χώρας στη διεθνή αγορά.

Το πολιτικό δίλημμα: Η πολιτική διάσταση του ζητήματος είναι εξίσου σημαντική. Οι πολιτικοί βρίσκονται σε δύσκολη θέση, καθώς πρέπει να ισορροπήσουν ανάμεσα στις απαιτήσεις των πλούσιων επιχειρήσεων, που ζητούν χαμηλούς φόρους, και των πολιτών, που επιθυμούν κρατικές υπηρεσίες χωρίς πρόσθετα βάρη.

Συνήθως, η λύση είναι να ικανοποιούν και τις δύο πλευρές μέσω του δανεισμού, δημιουργώντας όμως έναν φαύλο κύκλο χρέους που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κρίση. Η επίλυση αυτού του προβλήματος απαιτεί πολιτική τόλμη και μια μακροπρόθεσμη στρατηγική που θα βασίζεται στην ανάπτυξη αντί της δανειοδότησης.

Το ζήτημα των κρατικών ομολόγων: Όταν η προσφορά κρατικών ομολόγων υπερβαίνει τη ζήτηση, οι κεντρικές τράπεζες αναγκάζονται να παρέμβουν. Η επιλογή είτε της αύξησης των επιτοκίων είτε της εκτύπωσης χρήματος έχει σοβαρές συνέπειες, από την οικονομική ύφεση μέχρι τον υψηλό πληθωρισμό.

Αντί να στηρίζεται στον δανεισμό, η κυβέρνηση πρέπει να εστιάσει στην αύξηση της παραγωγικότητας, που θα επιτρέψει την αποπληρωμή του χρέους χωρίς πρόσθετες φορολογικές επιβαρύνσεις για τους πολίτες.

Το φράγμα του χρέους στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι απλώς ένα τεχνικό ζήτημα – είναι αντανάκλαση της ανάγκης για μια νέα, πιο βιώσιμη οικονομική πολιτική. Με στρατηγικές επενδύσεις στην παραγωγικότητα, την τεχνολογία και την εκπαίδευση, οι ΗΠΑ μπορούν να ξεπεράσουν τις παγίδες του αυξανόμενου χρέους και να εξασφαλίσουν ένα βιώσιμο μέλλον για την οικονομία τους. Η αλλαγή πορείας απαιτεί πολιτική βούληση, αλλά αποτελεί τον μοναδικό δρόμο για μακροπρόθεσμη σταθερότητα και ανάπτυξη.

Η ορθότερη λύση για την αποφυγή των υπέρογκων δημοσιονομικών ελλειμμάτων είναι να γίνεται συνετή οικονομική διαχείριση η οποία όμως συμβαίνει πολύ σπάνια. Συνετή διακυβέρνηση σημαίνει τα χρήματα να επενδύονται σε αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας. Δυστυχώς, η διαμάχη του φράγματος χρέους των ΗΠΑ επικεντρώνεται στη μη αύξηση του χρέους και όχι στην παραγωγικότητα των χρημάτων που δαπανώνται από την αύξηση του χρέους. Η μη εστίαση στην παραγωγικότητα, θα μπορούσε να καταστρέψει την οικονομία των ΗΠΑ με τα ήδη υπάρχουσα χρέη (χωρίς καν να αυξηθεί το χρέος).