Σύννεφα σε ευρωπαϊκή και κινεζική οικονομία - Ο παράγοντας του Ίλον Μασκ

Σύννεφα σε ευρωπαϊκή και κινεζική οικονομία - Ο παράγοντας του Ίλον Μασκ

H σαρωτική επάνοδος του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, εξάλειψε κάθε εκλογική αβεβαιότητα στις ΗΠΑ, καθώς κέρδισε όλες τις swing states, επανέφερε τη Γερουσία στους Ρεπουμπλικάνους και κέρδισε και στη λαϊκή ψήφο, με τον τελευταίο Ρεπουμπλικανό που το είχε πετύχει αυτό να είναι ο Τζωρτζ Μπους το 2004, απέναντι στον Τζον Κέρι.

Η αγανάκτηση των Αμερικανών πολιτών για τις υψηλές τιμές και τους μετανάστες που εισέρχονται παράνομα στις ΗΠΑ, από τα σύνορα με το Μεξικό, εξασφάλισαν στους Ρεπουμπλικάνους μια ξεκάθαρη νίκη και ευρεία αποδοχή στις ηλικίες κάτω των 45 ετών, στους ισπανόφωνους και τους αφροαμερικάνους.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το μήνυμα αυτών των εκλογών ήταν καθαρά οικονομικό, με τους Αμερικανούς πολίτες να εμφανίζονται κάθε άλλο παρά διχασμένοι, ψηφίζοντας το σύνθημα του Αμερικανού Προέδρου, που δεν είναι άλλο παρά «ειρήνη και business» (σ.σ: O Ντόναλντ Τραμπ είχε υποσχεθεί από τον Μάρτιο του 2023 ότι, όταν επανεκλεγεί Πρόεδρος των ΗΠΑ, θα σταματήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία σε μια ημέρα!).

Η Wall με οδηγό τα «Trump trades»-αναλυτικά μπορείτε να τα δείτε εδώ- σημείωσε νέα ιστορικά υψηλά, με πολλούς αναλυτές να μιλάνε ήδη για ένα ράλι προς το τέλος του έτους, καθώς ο Αμερικανός Πρόεδρος δίνει μεγάλη βαρύτητα στο χρηματιστήριο, ενώ την ίδια στιγμή τα σχέδια της Κάμαλα Χάρις για μεγαλύτερη φορολόγηση στα κέρδη των επιχειρήσεων μπαίνουν στο ψυγείο. 

Την ίδια στιγμή, θεαματική ήταν η άνοδος και στην αγορά των κρυπτονομισμάτων, με τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ να εγκαινιάζει μια εποχή χαλαρών ρυθμίσεων, ενώ το δολάριο χθες σάρωσε τα πάντα στην κυριολεξία, καθώς ενισχύθηκε έναντι του ευρώ, του ελβετικού φράγκου, του ιαπωνικού γεν, του μεξικανικού πέσο, του κινεζικού γουάν, κ.α. 

Η ενίσχυση του δολαρίου οδήγησε τον χρυσό και το ασήμι σε ευρεία πτώση, με τον πρώτο να στέκεται μια ανάσα από τη στήριξη του μέσου κινητού των 50 ημερών, στα 2636 δολάρια/ουγγιά και το ασήμι να σπάει το εν λόγω τεχνικό επίπεδο καθοδικά.

Η αγορά των ομολόγων από την άλλη μας είπε τη «δική της ιστορία» μέσα από ένα ισχυρό sell off.

Η απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου σκαρφάλωσε εως και το 4,488%, καθώς η αγορά χρέους εκτιμά πως οι προτεινόμενες περικοπές φόρων και οι άλλες εξαγγελίες που έχει κάνει ο Τραμπ περί κυβερνητικών δαπανών, θα αυξήσουν το δημοσιονομικό έλλειμμα, ενώ οι ενδεχόμενοι δασμοί που θα επιβάλει, θα αναζωπυρώσουν τον πληθωρισμό. 

Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, βέβαια, η αγορά των ομολόγων δεν θα είχε πολύ διαφορετική συμπεριφορά και στην περίπτωση που οι Δημοκρατικοί παρέμεναν στην εξουσία. Βλέπετε, κανένας από τους δύο υποψηφίους δεν είχε υιοθετήσει στην ατζέντα του τη δημοσιονομική υπευθυνότητα. Αντίθετα, και οι δύο, καθόλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, αγνόησαν επιδεικτικά τον κίνδυνο μιας δημοσιονομικής κρίσης στις ΗΠΑ, ενώ όπως εύστοχα σημείωσε και το Βloomberg, ο λαϊκισμός για τους φόρους και τις δημόσιες δαπάνες έφτασε και από τις δύο πλευρές σε λυπηρά επίπεδα.

Ψυχραιμία αλλά και βαθύς προβληματισμός στην Ευρώπη

Το πρωί της Δευτέρας, τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια ακολούθησαν αντανακλαστικά τους πανηγυρισμούς στην αγορά παραγώγων της Wall, με δυνατή άνοδο στη Φρανκφούρτη, το Λονδίνο και το Παρίσι, ήπια άνοδο στο Μιλάνο και μικρή πτώση στη Μαδρίτη. 

Η άνοδος αυτή, όμως, στη συνέχεια, ροκανίστηκε, με τον γερμανικό δείκτη Dax να κλείνει εν τέλει με άνοδο 0,68%, ενώ η Γαλλία, η Ιταλία και η Ελβετία έκλεισαν με αρνητικό πρόσημο και η Μαδρίτη ολοκλήρωσε τη συνεδρίαση με βαρύτατες απώλειες. 

Είναι προφανές ότι, στο τέλος της ημέρας, στις ευρωπαϊκές αγορές επικράτησαν οι ανησυχίες για το κατά πόσον οι καθολικοί δασμοί της τάξης 10% έως 20% και οι δασμοί 60% για την Κίνα που έχει εξαγγείλει ο Τραμπ κατά την προεκλογική του εκστρατεία θα εφαρμοστούν νομικά, μέσω εκτελεστικής δράσης, αποτελώντας μια νέα ημι-μόνιμη πηγή εσόδων για το αμερικανικό δημόσιο ή αν θα εξελιχθούν απλά σε μια διαπραγματευτική τακτική του νέου Αμερικανού Προέδρου, με κάποιες χώρες, όπως ο Καναδάς και οι ευρωπαϊκές ή κάποια αγαθά, όπως τα ενεργειακά, να καταφέρουν να εξαιρεθούν.

Οι βαριές απώλειες για τις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες είναι ενδεικτικές ότι η αγορά φοβάται ότι θα ισχύσει το πρώτο σενάριο.

Άλλωστε, σε σχετική ανάλυση την προηγούμενη εβδομάδα, επισημάναμε ότι ήδη πολλοί αναλυτές έχουν υποβαθμίσει τις εκτιμήσεις τους για το ΑΕΠ της Ευρωζώνης, έως και 1,3% μεταξύ β' εξαμήνου 2025 και α’ εξαμήνου 2026, ενώ την ίδια στιγμή έχουν ενισχύσει τις προβλέψεις τους για τον πληθωρισμό, κατά περίπου 1% για την ίδια περίοδο. (σ.σ: Λεπτομέρειες μπορείτε να διαβάσετε εδώ).

Η Ευρώπη, βέβαια, ως μια ανοικτή οικονομία που είναι, πρέπει να επιδείξει δυνατά αντανακλαστικά, τόσο στη διασφάλιση της διατλαντικής συνεργασίας, κάνοντας κατανοητό στον Τραμπ ότι το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την ΕΕ δεν είναι μια παρόμοια περίπτωση με εκείνο των ΗΠΑ με την Κίνα, όσο και στην προστασία των εταιρικών της σχέσεων με τη Κίνα.

Η Ευρώπη πρέπει να ξεκινήσει άμεσα έναν επικοινωνιακό αγώνα με τις ΗΠΑ, ώστε να γίνει κατανοητό ότι οι στόχοι των ΗΠΑ για τον περιορισμό της Κίνας και την ανανέωση των θέσεων εργασίας στη μεταποίηση θα είναι πολύ πιο εύκολο να επιτευχθούν εάν η Αμερική συνεργαστεί με την Ευρώπη.

Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να βοηθήσει τόσο τις αμερικανικές όσο και τις ευρωπαϊκές εταιρείες να έχουν πρόσβαση σε μια μεγαλύτερη αγορά εκτός Κίνας, επιτρέποντάς τους να επιτύχουν μεγαλύτερες οικονομίες κλίμακας, περισσότερα περιθώρια εξειδίκευσης και ικανότητα να επωφελούνται από τις εισροές και τις αλυσίδες εφοδιασμού η μια της άλλης.

Η Ευρώπη, εν ολίγοις, πρέπει να αφυπνίσει τον Πρόεδρο των ΗΠΑ ότι και οι ΗΠΑ είναι μια ανοικτή οικονομία, άρρηκτα συνδεδεμένη με τον υπόλοιπο κόσμο, με περίπου 41 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ να συνδέονται με το διεθνές εμπόριο, καθώς οι μεγαλύτερες αμερικανικές εταιρείες παράγουν περισσότερο από το 40% των εσόδων τους εξωτερικό. Στον τομέα της τεχνολογίας, το ποσοστό αυτό φτάνει ακόμη και το 60%.

Μέσα από αυτή την οπτική γωνία, η χθεσινή δήλωση της επικεφαλής της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν είναι στον σωστό δρόμο: «Ηθελα να συγχαρώ θερμά τον Ντόναλντ Τραμπ για την εκλογή του ως 47ου Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Προσβλέπω στη συνεργασία με τον Πρόεδρο Τραμπ για την προώθηση μιας ισχυρής διατλαντικής ατζέντας...

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ δεν είναι απλώς σύμμαχοι. Μας συνδέει μια ουσιαστική εταιρική σχέση μεταξύ των πολιτών μας, η οποία ενώνει 800 εκατομμύρια πολίτες. Ο δεσμός αυτός είναι βαθιά ριζωμένος στην κοινή μας ιστορία, στην προσήλωσή μας στην ελευθερία και τη δημοκρατία, καθώς και στους κοινούς στόχους της ασφάλειας και των ευκαιριών για όλους. Ας συνεργαστούμε για μια διατλαντική εταιρική σχέση που θα συνεχίσει να παράγει αποτελέσματα για τους πολίτες μας.

Εκατομμύρια θέσεις εργασίας και εμπόριο και επενδύσεις αξίας δισεκατομμυρίων και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού εξαρτώνται από τον δυναμισμό και τη σταθερότητα των οικονομικών μας σχέσεων».

(σ.σ: Σχετική ανάλυση για τις δράσεις στις οποίες μπορεί να προβεί η Ευρώπη προκειμένου να διασφαλίσει τις εμπορικές της σχέσεις με ΗΠΑ και Κίνα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).

«Kρύος ιδρώτας» στην Κίνα

Ο Πρόεδρος Τραμπ, πέραν των δασμών 10%-20% σε όλους τους εμπορικούς του εταίρους, έχει «υποσχεθεί»  επιπρόσθετους δασμούς, της τάξης του 60%, στα κινεζικά προϊόντα. Αν και όλοι ελπίζουμε, η σαρωτική νίκη του να τον κάνει πιο ενωτικό και διαλλακτικό, αν πράγματι υλοποιήσει τα προεκλογικά του σχέδια, ενδεχομένως να δώσει και το τελειωτικό χτύπημα στον ταλαιπωρημένο Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.

Όμως, μια πλήρης αποσύνδεση από την Κίνα, όχι μόνο δεν θα τερμάτιζε τις εμπορικές διαφορές, αλλά θα ανέτρεπε τις παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής και θα προκαλούσε τεράστιο οικονομικό κόστος σε όλους. Αυτό αντικατοπτρίζει η πτώση των κινεζικών μετοχών, αλλά και η αποδυνάμωση του γουάν έναντι του δολαρίου, στη μεγαλύτερη πτώση του εδώ και δύο χρόνια, δίνοντας στους επενδυτές μια γεύση της αστάθειας που ενδεχομένως θα επικρατήσει, αν ο Ντόναλτ Τραμπ υλοποιήσει τις απειλές του.

Με τις ΗΠΑ να απορροφούν το 15% της αξίας όλων των εξαγωγών τους, οι κινεζικές μετοχές στο Χονγκ Κονγκ σημείωσαν τη Δευτέρα τις μεγαλύτερες πιέσεις, με τον δείκτη Hang Seng να κλείνει 2,6% χαμηλότερα. 

Σύμφωνα με το Bloomberg, οι δασμοί της τάξης του 60% στα κινεζικά προϊόντα θα αποδεκατίσουν εντελώς το εμπόριο μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, το οποίο είναι ήδη ταλαιπωρημένο από την αυστηροποίηση των ελέγχων της κυβέρνησης Μπάιντεν στις εξαγωγές προϊόντων προηγμένης τεχνολογίας.

Βέβαια, η Κίνα είναι σχετικά προετοιμασμένη αυτή τη φορά για τη διακυβέρνηση του Τραμπ. Μεταξύ των στρατηγικών, για να διασφαλίσει την ανθεκτικότητά της, είναι η επέκταση της εργαλειοθήκης της με τους ελέγχους των εξαγωγών σε κρίσιμες πρώτες ύλες, τους δασμούς σε αγροτικά προϊόντα και μια λίστα «οντοτήτων» που μπορεί να βάλει στο στόχαστρο μεγάλες αμερικανικές εταιρείες.   

Ακόμα και με αυτά τα εργαλεία, όμως, αν ο Τραμπ επιβάλει νέους δασμούς τέτοιου μεγέθους, η Κίνα δύσκολα θα μπορεί να τους «ανταποδώσει». Ας μην ξεχνάμε ότι η Κίνα έχει στηρίξει εν μέρει την οικονομία της στις εξαγωγές αγαθών όπως τα ηλεκτρικά οχήματα και οι μπαταρίες.

Επιπλέον, οι κινεζικές αρχές θα χρειαστεί να προβλέψουν ένα πολύ μεγαλύτερο πακέτο τόνωσης και να κάνουν πολύ περισσότερα για να βοηθήσουν την οικονομία τους, σε μια ήδη δύσκολη περίοδο αποπληθωριστικών πιέσεων και κλυδωνισμών στον κλάδο των ακινήτων. 

Βέβαια, στο σημείο αυτό να επισημάνουμε ένα φωτεινό στοιχείο μιας πιθανής ανατροπής των δεδομένων: Ο Ίλον Μασκ ήταν ένας εκ των βασικών υποστηρικτών της εκστρατείας του Τραμπ για την προεδρία των ΗΠΑ. Ο διευθύνων σύμβουλος της Tesla όμως -σημειωτέον ότι η Tesla σημείωσε χθες άνοδο της τάξης του 14.75%- έχει εκτεταμένα επιχειρηματικά συμφέροντα στην Κίνα.

Αναρωτιόμαστε, λοιπόν, μήπως αυτή η σχέση θα βοηθούσε να «λειανθούν», ως έναν βαθμό, οι διαφορές και να καταλήξουμε σε κάποια ανάλογη συμφωνία μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ με εκείνη του Ιανουαρίου του 2020. (σ.σ: Υπενθυμίζουμε ότι κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Τραμπ, μετά από δύο χρόνια συνομιλιών, οι δύο πλευρές είχαν καταλήξει σε μια συμφωνία που περιλάμβανε μια υπόσχεση από την Κίνα να αγοράσει αμερικανικά αγαθά, αξίας 200 δισ. δολ. προκειμένου να περιοριστεί η εμπορική ανισορροπία με τις ΗΠΑ. Ωστόσο, το ξέσπασμα του Covid, περίπου την ίδια περίοδο ανέτρεψε την πλήρη υλοποίησή της).

Μαίρη Βενέτη

[email protected]

Aποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.