Ζούμε σ' έναν κόσμο όπου οι γεωπολιτικές εντάσεις έχουν γίνει μέρος της καθημερινής ειδησιογραφίας πλέον, κάτι που καθιστά τους επενδυτές υπόχρεους στο να ξεχωρίζουν τα αληθινά σημάδια από τον «θόρυβο», εν μέσω μιας «ιδιαίτερης» στιγμής για τις αγορές, κατά την οποία συνυπάρχει το υψηλό χρέος και οι εξαιρετικά υψηλές αποτιμήσεις με τις εξαιρετικές προοπτικές σε μια σειρά από κλάδους. Προοπτικές που μπορεί να αλλάξουν τον κόσμο όπως τον ξέρουμε σήμερα, αρκεί οι πολιτικοί και οι ηγέτες της τεχνολογίας να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων.
Αντανακλαστικά οι επενδυτές αντιδρούν στις γεωπολιτικές κρίσεις προβάλλοντας γεγονότα του παρελθόντος στο μέλλον. Σε αυτό βέβαια συντελούν και αρκετοί από τους εμπειρογνώμονες που κατά καιρούς προβλέπουν τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, την κατάρρευση των πάντων, νέα πετρελαϊκά σοκ κ.ο.κ.
Ευτυχώς όμως, η πρόσφατη ιστορία υποδεικνύει ότι η ανθρωπότητα έχει πάρει τα στοιχειώδη μαθήματα από τον πρώτο και τον δεύτερο Παγκόσμιο. Γι’ αυτό άλλωστε δεν κατέληξαν σε έναν τρίτο Παγκόσμιο οι κρίσεις στην Κορέα, το Βιετνάμ, την Κούβα, τη Μέση Ανατολή κ.α.
Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι οι πολεμικές συρράξεις τα τελευταία 79 χρόνια δεν ξεφεύγουν από τον έλεγχο, ακόμα και αν κάποιοι ιδιόρρυθμοι δικτάτορες προσπαθούν για το αντίθετο.
Αυτός είναι ο λόγος που η συντριπτική πλειονότητα των γεωπολιτικών γεγονότων εν τέλει αποδείχθηκε ότι δεν είχε σημασία ως προς την μεσομακρόθεσμη απόδοση των μετοχών.
Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κάποιες πρώτες εβδομάδες πανικού.
Ειδικά αν τα γεωπολιτικά γεγονότα λαμβάνουν χώρα μετά από έντονες περιόδους ανάπτυξης, τότε αυτός ο πανικός μπορεί να λάβει τεράστιες διαστάσεις.
Βλέπετε, η ευφορία που επικρατεί στις περιόδους ανάπτυξης έχει σαν αποτέλεσμα οι επενδυτές να παραβλέπουν βασικούς νόμους της ορθής επενδυτικής συμπεριφοράς, τουτέστιν να αναλαμβάνουν πολύ μεγαλύτερα ρίσκα από ότι αντέχει η ψυχολογία και πολλές φορές το πορτοφόλι τους, με αποτέλεσμα αρκετές αξίες να έχουν χάσει την επαφή τους με την πραγματικότητα και η αποτίμησή τους να έχει εκσφενδονισθεί στη στρατόσφαιρα.
Μια σοβαρή γεωπολιτική κρίση λοιπόν σε ένα τέτοιο περιβάλλον, είναι μια καλή αφορμή να «ξεφουσκώσει» το μπαλόνι.
Και ερχόμαστε στο ερώτημα της ημέρας: Oι πρόσφατες εξελίξεις στο ρωσοουκρανικό μέτωπο και το χθεσινό αιφνιδιαστικό διάγγελμα του Πούτιν, σύμφωνα με το οποίο ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αποκτήσει «στοιχεία παγκόσμιου χαρακτήρα», μπορούν να τροφοδοτήσουν ένα τέτοιο «ξεφούσκωμα»;
Θα ξεκινήσουμε την αναζήτηση της απάντησης με τη διαπίστωση ότι 9 στις 10 φορές, οι κρίσεις που οδήγησαν σε ιστορικά sell off την αγορά ήταν απρόβλεπτες.
Θα πει βέβαια κανείς ότι ουδείς περίμενε ότι ο Τζο Μπάιντεν θα κλιμάκωνε τη σύγκρουση στην Ουκρανία κατά τη μεταβατική περίοδο παράδοσης του Λευκού Οίκου στους Ρεπουμπλικάνους, δίνοντας το πράσινο φως στους Ουκρανούς για χρήση αμερικανικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς εντός ρωσικού εδάφους.
Οι Ρεπουμπλικάνοι χαρακτήρισαν την κίνηση του Μπάιντεν ως προσπάθεια υπονόμευσης του Τραμπ, ο οποίος έχει υποσχεθεί να δώσει άμεσα τέλος στον πόλεμο.
Για τους Δημοκρατικούς, ο προφανής λόγος για τη μεταστροφή του Μπάιντεν είναι ότι ο Πούτιν κλιμάκωσε πρώτος την ένταση, καλώντας τους συμμάχους από τη Βόρεια Κορέα να συμμετάσχουν στις πολεμικές επιχειρήσεις στο πλευρό της Ρωσίας για την ανακατάληψη της ρωσικής περιοχής του Κουρσκ.
Για μια μεγάλη μερίδα γεωπολιτικών αναλυτών, ο Ρώσος Πρόεδρος γίνεται ολοένα και πιο επιθετικός στην Ουκρανία, προκειμένου να αποκτήσει μεγαλύτερη ισχύ, άρα και καλύτερη διαπραγματευτική θέση απέναντι στο Κίεβο και κυρίως απέναντι στον Ντόναλτ Τραμπ.
Όπου και να βρίσκεται η αλήθεια, το γεγονός είναι ένα: οι ΗΠΑ υπερβήκανε τις κόκκινες γραμμές της Ρωσίας με κίνδυνο να προκληθεί μια άμεση αντιπαράθεση μεταξύ δυτικών και ρωσικών δυνάμεων ή, ακόμη χειρότερα, η αντιπαράθεση αυτή να περιλαμβάνει τακτικά πυρηνικά όπλα.
Αν και οι πυρηνικές απειλές του Πούτιν μπορεί από πολλούς αναλυτές να μη θεωρούνται αξιόπιστες, παρά ταύτα δεν μπορούν και να αγνοηθούν, ειδικά μετά την επιθετική αναθεώρηση αυτή την εβδομάδα του πυρηνικού δόγματος της Ρωσίας.
Η επόμενη ερώτηση είναι γιατί μετά από όλες αυτές τις εξελίξεις, το volatility στις αγορές ανέβηκε ελάχιστα, με τις τελευταίες να επιδεικνύουν εξαιρετική ψυχραιμία.
Η στήλη συντάσσεται με την άποψη του Andreas Kluth σε πρόσφατη ανάλυσή του στο Bloomberg, ότι πολύ δύσκολα ο Πούτιν θα επέλεγε να καταφύγει στη χρήση πυρηνικών όπλων για τους δύο μήνες που μεσολαβούν ως την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ, στις 20 Ιανουαρίου.
Ο λόγος; Γιατί κάτι τέτοιο θα κατέστρεφε μονομιάς τη σχέση του με τον Ντόναλντ Τραμπ, του οποίου η ρητορική για την εθνική ασφάλεια συμπυκνώνεται στη φράση «ειρήνη μέσω ισχύος».
Η στήλη επίσης συμφωνεί με την άποψη ότι οι πρόσφατες πρωτοβουλίες του Μπάιντεν στην ουσία βοηθούν τον Τραμπ να υποχρεώσει τον Πούτιν να κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Bάσει αυτής της οπτικής γωνίας, λοιπόν, ακόμα και αν η απάντηση στο ερώτημα που θέσαμε στην αρχή είναι θετική, για έναν επενδυτή αυτό που έχει σημασία είναι πώς μπορεί χωρίς πανικό να προσαρμόσει το χαρτοφυλάκιο του, ώστε να προστατευθεί αν η τρέχουσα περίοδος εξελιχθεί σε ένα μεγάλο «ξεφούσκωμα»των αγορών.
Εν αρχή είναι η άνεση των μετρητών
Ο πρώτος κανόνας όταν φοβόμαστε ότι υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να εισέλθουμε σε μια περίοδο έντονου volatility, είναι τα χρήματα προς επένδυση να είναι τα διαθέσιμά μας και όχι εκείνα που χρειαζόμαστε για να καλύψουμε τρέχουσες ανάγκες και υποχρεώσεις.
Ο χρονικός ορίζοντας είναι μια επίσης απαραίτητη συνθήκη, καθώς οι βραχυπρόθεσμες κινήσεις δεν έχουν νόημα σε μια αγορά που έχει μετατραπεί σε «μαχαίρι» που πέφτει.
Ο δεύτερος κανόνας είναι η κατανομή των κεφαλαίων στις διάφορες μορφές επένδυσης να είναι η κατάλληλη για το επενδυτικό μας προφίλ. Δεδομένου δε ότι η διασπορά μειώνει τον επενδυτικό κίνδυνο, σε περίπτωση που δεν έχουμε ακολουθήσει αυτόν τον κανόνα, καλό είναι αυτή την περίοδο να φροντίσουμε για τη γεωγραφική και κλαδική διασπορά όσων assets κρατήσουμε στο χαρτοφυλάκιο μας.
Ποια πρέπει να είναι όμως αυτά τα assets;
Kαταρχάς, σε περιόδους κρίσης τα χαρτοφυλάκια πρέπει να έχουν αυξημένο ποσοστό ρευστών, προκειμένου οι επενδυτές να είναι σε θέση να εκμεταλλευτούν τις επενδυτικές ευκαιρίες που θα εμφανισθούν.
Τα ρευστά διαθέσιμα μπορούν να τοποθετηθούν σε προθεσμιακές καταθέσεις ή σε Αμοιβαία Κεφάλαια Διαχείρισης Διαθεσίμων που δεν έχουν κόστος εισόδου-εξόδου και είναι εύκολα και άμεσα ρευστοποιήσιμα.
Η κλασική αξία του χρυσού
Ίσως η πιο κλασική αξία σε περιόδους κρίσεων όχι μόνο γεωπολιτικών, αλλά και πληθωριστικών. Τα τελευταία χρόνια ο χρυσός αποδείχθηκε ένα από τα πιο δυναμικά μέσα διατήρησης της αγοραστικής δύναμης εν μέσω της μαζικής επέκτασης των ισολογισμών των Κεντρικών Τραπεζών. Μαζί με το ασήμι λοιπόν αποτελούν μια σταθερή αξία νομισματικής αντιστάθμισης. (Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ και εδώ).
Οι επενδυτές μπορούν να αγοράσουν χρυσό σε φυσική μορφή ή να αποκτήσουν έκθεση μέσω διαπραγματεύσιμων Αμοιβαίων Κεφάλαιων-περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ – ή για τους πιο εξειδικευμένους μέσω παράγωγων προϊόντων.
Ομόλογα μεν, διαλογή δε
Τα ομόλογα παραδοσιακά παρουσιάζουν μικρότερες διακυμάνσεις τιμών από τις μετοχές, οπότε η στάθμιση των ομολόγων υψηλής ποιότητας σε περιόδους αβεβαιότητας είθισται να αυξάνεται, καθώς προσφέρουν εξισορρόπηση του κινδύνου του μετοχικού κεφαλαίου.
Διανύουμε όμως μια περίοδο εξαιρετικά υψηλού χρέους, τόσο δημόσιου όσο και ιδιωτικού.
Αυτό σημαίνει ότι για να μπει ένα ομόλογο στο χαρτοφυλάκιό μας, η πρώτη μέριμνα μας δεν πρέπει να είναι το ύψος του κουπονιού, αλλά η φερρεγγυότητα του εκδότη.
Αν δεν έχουμε την εμπειρία ή τη δυνατότητα να επιτύχουμε ένα ομολογιακό χαρτοφυλάκιο με την επιθυμητή κατανομή κινδύνου, τότε μπορούμε να διαλέξουμε από μια σειρά Αμοιβαίων Κεφαλαίων που επενδύουν σε ομόλογα υψηλής ποιότητας, ώστε η διασπορά κινδύνου να μας προφυλάξει από μεμονωμένες κακοτοπιές που μπορεί να μας στοιχίσουν σημαντικό κεφάλαιο.
Στο σημείο αυτό όμως θα «καταθέσουμε» μια σημαντική επεξήγηση. Στο συγκεκριμένο επενδυτικό τοπίο που διανύουμε, θα πρέπει να συμβιβαστούμε με χαμηλότερες προθεσμιακές αποδόσεις από ισορροπημένα χαρτοφυλάκια, καθώς τα ομόλογα δεν λειτουργούν πλέον ως αποσβεστήρες κραδασμών, στον βαθμό που λειτουργούσαν κάποτε.
Βλέπετε, το κεφάλαιο των ομολόγων μετά το 2022 μας έχει φέρει αντιμέτωπους με μια ιστορική καμπή στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Τα τελευταία 20 χρόνια, οι μετοχές και τα κρατικά ομόλογα είχαν αξιόπιστη αρνητική συσχέτιση. Τα ομόλογα ανέβαιναν σε αξία όταν οι αγορές μετοχών έπεφταν, μειώνοντας τον καθοδικό κίνδυνο του συνολικού χαρτοφυλακίου.
Το 2022 όμως, όταν οι Κεντρικές Τράπεζες άρχισαν να αυξάνουν τα επιτόκια για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, οι αγορές μετοχών και ομολόγων έπεσαν παράλληλα, αφήνοντας εκατομμύρια επενδυτές σε μεγάλο βαθμό ανυπεράσπιστους, καθώς τα ομόλογα δεν λειτούργησαν ως αξιόπιστος διαφοροποιητής χαρτοφυλακίου.
Εν ολίγοις, η κλασικά αρνητική συσχέτιση μεταξύ ομολόγων και μετοχών δεν ίσχυσε το 2022, αποκαλύπτοντας ότι έχουμε εισέλθει σε έναν ιδιόρρυθμο μακροοικονομικό κόσμο που οδηγείται σε μεγάλο βαθμό από μη παραδοσιακούς κλυδωνισμούς της προσφοράς, συμπεριλαμβανομένης της στενής αγοράς εργασίας, των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων και της παγκόσμιας ανάγκης για άμεση ενεργειακή μετάβαση εν μέσω εντεινόμενης κλιματικής αλλαγής.
Ως εκ τούτου, το 2025 δεν αποκλείεται να μας φέρει μπροστά σε μια περίοδο υψηλότερου πληθωρισμού, υψηλότερου κόστους δανεισμού, αυστηρότερων προτύπων δανεισμού και μειωμένων κρατικών δαπανών.
Αυτό το αλλαγμένο επενδυτικό τοπίο, δικαιολογεί μια διαφορετική προσέγγιση στην κατασκευή χαρτοφυλακίου, συμπεριλαμβανομένης της επανεξέτασης των πλεονεκτημάτων του παραδοσιακού χαρτοφυλακίου «60/40».
Όπως εξηγήσαμε πιο πάνω, από το 2022 και μετά, η αξιόπιστη σχέση μεταξύ μετοχών και ομολόγων έχει αλλάξει. Εάν βρεθούμε αντιμέτωποι με μια άλλη κρίση, πόσω μάλλον γεωπολιτική, θα έχουν τα ομόλογα θετική απόδοση για να αντισταθμίσουν τις ζημίες από την πτώση των μετοχών; Μάλλον όχι.
Βλέπετε, για να λειτουργήσουν τα ομόλογα ως διαφοροποιητής χαρτοφυλακίου, οι τιμές των ομολόγων πρέπει να αυξηθούν και τα επιτόκια πρέπει να μειωθούν σε περιόδους πίεσης της αγοράς ή της οικονομίας.
Όμως οι Κεντρικές Τράπεζες έχουν καταστήσει σαφές ότι η μείωση του πληθωρισμού είναι η νούμερο ένα προτεραιότητά τους. Και ο πληθωρισμός αν και έχει μειωθεί τους τελευταίους μήνες, εξακολουθεί να βρίσκεται πολύ πάνω από τον στόχο. Αυτό καθιστά δύσκολο το σενάριο οι Κεντρικές Τράπεζες να μειώσουν από ένα σημείο και μετά τα επιτόκια για να στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη. Γι’ αυτό ακριβώς πιστεύουμε ότι η βάση της στρατηγικής διαφοροποίησης του χαρτοφυλακίου «60/40», έχει σπάσει στο νέο επενδυτικό περιβάλλον που αντιμετωπίζουμε, αφήνοντας τους επενδυτές σοβαρά εκτεθειμένους σε πτώσεις.
Αυτό αναπόφευκτα σημαίνει ότι θα πρέπει να περιμένουμε χαμηλότερες προθεσμιακές αποδόσεις από ισορροπημένα χαρτοφυλάκια.
Αναζητώντας νέες πηγές μη συσχετισμένων και ασύμμετρων αποδόσεων για ισορροπημένα χαρτοφυλάκια, οι κατανεμητές περιουσιακών στοιχείων θα πρέπει να σκεφτούν εναλλακτικές λύσεις σε μετοχές και ομόλογα, συμπεριλαμβανομένου του χρυσού, των ιδιωτικών κεφαλαίων, των ειδικών στρατηγικών αμοιβαίων κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνου κ.α.
Σε σύγκριση με τις παραδοσιακές επενδύσεις σε μετοχές και ομόλογα, οι εναλλακτικές στρατηγικές μπορούν να δημιουργήσουν διαφορετικά προφίλ απόδοσης, αυξάνοντας έτσι τις δυνατότητες όχι μόνο για την επίτευξη καλύτερων αποδόσεων αλλά και για τη μείωση του κινδύνου χαρτοφυλακίου στα περισσότερα μακροοικονομικά περιβάλλοντα.
Hedging
Είναι λοιπόν κατανοητό ότι χωρίς εναλλακτικές λύσεις, πολλοί επενδυτές θα έχουν μια ημιτελή εργαλειοθήκη, καθώς περιηγούνται σε ένα δύσκολο επενδυτικό τοπίο.
H αντιστάθμιση του επενδυτικού κινδύνου για όσους έχουν κρατήσει κάποιες θέσεις στα χαρτοφυλάκια τους ως πιο αμυντικές, περιλαμβάνει το άνοιγμα θέσης αντίθετης από την αρχική και η διατήρηση και των δύο θέσεων για όσο διάστημα η αβεβαιότητα στην αγορά είναι μεγάλη και δεν υπάρχει συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Αλλά και στις αγορές που πλήττονται, η έντονη διακύμανση των τιμών, δίνει δυνατότητες δημιουργίας κέρδους μέσα από συχνότερο και γρηγορότερο trading. Αυτό ισχύει εξίσου για τις αγορές χρήματος, για τις αγορές κεφαλαίου και για τις αγορές συναλλάγματος.
Αυτή ακριβώς είναι και η επενδυτική θεώρηση των αντισταθμιστικών κεφαλαίων, γνωστών ως hedge funds. Οι επαγγελματίες διαχειριστές τους έχουν εξαιρετικά βραχυπρόθεσμη θεώρηση και ανοίγουν και κλείνουν επενδυτικές θέσεις σε πολύ σύντομα χρονικά διαστήματα. Υπάρχουν δε και διαπραγματευόμενα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου –ΕΤFs.
Μετοχές αξίας με υψηλή μερισματική απόδοση
Οι μετοχές αναντίρρητα είναι από τις επενδύσεις με τον μεγαλύτερο επενδυτικό κίνδυνο σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικής αβεβαιότητας.
Την ίδια στιγμή όμως, η αβεβαιότητα σε γεωπολιτικό, οικονομικό και χρηματοπιστωτικό επίπεδο που εμφανίζεται σε περιόδους κρίσεων προσφέρει μια σειρά από επενδυτικές ευκαιρίες.
Κλάδοι που δεν πλήττονται ή πλήττονται λιγότερο από μία κρίση, προσελκύουν κεφάλαια που αποεπενδύονται από εκείνους που πλήττονται περισσότερο.
Επιλεγμένες μετοχές λοιπόν blue chips με μεγάλη μερισματική απόδοση, υγιή ισολογισμό και λογική μόχλευση μπορούν να προφυλάξουν ένα χαρτοφυλάκιο από μεγάλες πτωτικές κινήσεις. Άλλωστε, η μερισματική απόδοση είναι κατά κάποιον τρόπο μια αντιστάθμιση της πτώσης.
Η υγειονομική περίθαλψη και τα βασικά καταναλωτικά αγαθά, αποτελούν τομείς πιο ανθεκτικούς σε συνθήκες οικονομικής επιβράδυνσης. Επίσης, υπάρχουν ευκαιρίες για εταιρείες που επισκευάζουν και ανοικοδομούν τις κατεστραμμένες υποδομές, όπως κατασκευαστικές, εταιρείες, εταιρείες τηλεπικοινωνιών, τεχνολογικού εξοπλισμού κ.ά.
Οι εταιρείες επίσης αμυντικών εξοπλισμών είναι μια επιλογή πρώτης γραμμής για όσο χρονικό διάστημα οι κρατικές δαπάνες για την Άμυνα θα είναι αυξημένες.
Σε περίπτωση που διαταραχθεί σημαντικά ο παγκόσμιος εφοδιασμός πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου μπαίνουν στο κάδρο, ενώ και οι μετοχές εξόρυξης χρυσού έχουν νόημα μια τέτοια περίοδο.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.