Υψηλή και παρατεταμένη αστάθεια για τη Wall Street

Υψηλή και παρατεταμένη αστάθεια για τη Wall Street

Κατά τη διάρκεια του 2023 η μεταβλητότητα 100 ημερών για τον S&P 500 ήταν μόλις 10%. Tώρα οδεύουμε προς το 15% και δεν αποκλείεται έως τα τέλη της χρονιάς το ποσοστό αυτό να ανέβει εκ νέου. 

Ο Τραμπ κάθε μέρα αναιρεί τις εξαγγελίες της προηγούμενης ημέρας, δημιουργώντας ένα άνευ προηγουμένου volatility στη Wall. 

Η αβεβαιότητα πολιτικής και η αλλοπρόσαλλη ροή ειδήσεων για τους δασμούς, θολώνουν την ορατότητα όσον αφορά την εξέλιξη του εμπορικού πολέμου και αυξάνουν τις ανησυχίες για την εικόνα της ανάπτυξης στις ΗΠΑ.

Η χειρότερη των εκτιμήσεων έκθεση για την αγορά εργασίας που ανακοινώθηκε χθες και τα αδύναμα στοιχεία για την καταναλωτική εμπιστοσύνη, πυροδότησαν ήδη ουκ ολίγες εκτιμήσεις για πιθανή οικονομική αποδυνάμωση των ΗΠΑ. 

Βέβαια, όπως πολύ σωστά επισήμανε ο Πάουελ σε παρέμβαση του την Παρασκευή, δεν πρέπει να δίνεται πολύ μεγάλη βαρύτητα σε μια σειρά απογοητευτικών μετρήσεων εντός ενός πολύ βραχυπρόθεσμου διαστήματος, δεδομένου ότι η εξέλιξη τους μπορεί τόσο να αναιρέσει όσο και να επιβαρύνει την εικόνα και πρόσθεσε ότι η αμερικανική οικονομία βρίσκεται σε καλή κατάσταση.

O πρόεδρος της Fed όμως έκανε και άλλες δηλώσεις, όπως αυτή ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ θα περιμένει να δει τον αντίκτυπο των πολιτικών του Τραμπ προτού πραγματοποιήσει νέα κίνηση για τα επιτόκια.  

Πιο συγκεκριμένα ο Πάουελ επισήμανε ότι η Fed πρέπει να επιδείξει υπομονή όσον αφορά τη διαμόρφωση της νομισματικής πολιτικής και επανέλαβε πάρα πολλές φορές ότι η αβεβαιότητα είναι μεγάλη (σ.σ:Λέξη που χιλιοειπώθηκε και από τα χείλη της Κριστίν Λαγκάρντ κατά τη συνέντευξη Τύπου μετά την ανακοίνωση των αποφάσεων νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ).

Σε σχόλιο του σε φόρουμ για την αμερικανική νομισματική πολιτική ο Τζερόμ Πάουελ τα είπε όλα:«Ο Λευκός Οίκος είναι σε διαδικασία εφαρμογής σημαντικών αλλαγών στις πολιτικές τεσσάρων τομέων: εμπόριο, μετανάστευση, δημοσιονομικά και εποπτεία.

Είναι ο τελικός αντίκτυπος αυτών των αλλαγών που θα έχει σημασία για την οικονομία και για την πορεία της νομισματικής πολιτικής… H αβεβαιότητα γύρω από τις αλλαγές αυτές και τις πιθανές τους συνέπειες παραμένει μεγάλη… Η Fed θα εστιάσει στο να διαχωρίσει το σήμα από τον θόρυβο».

Εν ολίγοις, ο Πάουελ προετοίμασε πλήρως τις αγορές για τις επόμενες συνεδριάσεις της Fed: Η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ θα δώσει χρόνο να αποκρυσταλλωθεί ο αντίκτυπος των παρεμβάσεων του Τραμπ στην οικονομία και να υπάρξει μεγαλύτερη σαφήνεια.

Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι αυτή είναι μια πολύ πιθανή επιλογή και για τους επενδυτές. Δεδομένου ότι τα περιουσιακά στοιχεία των ΗΠΑ έχουν δώσει εξαιρετικές αποδόσεις τα δύο τελευταία χρόνια, ήδη ένα μεγάλο μέρος της επενδυτικής κοινότητας «χαλαρώνει» τις θέσεις της στη Wall μέχρι να αποκτήσει καλύτερη ορατότητα, κάτι που επιτείνει την αδυναμία των αμερικανικών μετοχών. (σ.σ: τη Δευτέρα θα δούμε πού κατευθύνεται ένα μέρος αυτής της ρευστότητας).

Οι επί μακρόν απειλές του ηγέτη του Λευκού Οίκου για δασμούς σε καναδικά και μεξικάνικα αγαθά που τέθηκαν τελικά σε ισχύ αυτή την εβδομάδα, οδήγησαν λοιπόν τη μητέρα των αγορών να τεστάρει για δεύτερη φορά τη στήριξη του μέσου κινητού των 200 ημερών, στις 5726 μονάδες, παρά το γεγονός ότι εν τέλει ο Τραμπ εξαίρεσε από τους δασμούς μέχρι τις 2 Απριλίου μια σειρά προϊόντων από τον Καναδά και το Μεξικό που καλύπτονται από την εμπορική συμφωνία της Βόρειας Αμερικής, γνωστή ως USMCA. 

Μπορεί η κίνηση αυτή ουσιαστικά να ήταν μια υπαναχώρηση από το αρχικό σχέδιο του Αμερικανού Προέδρου, όμως η αγορά εξακολουθεί να μην έχει καμία ορατότητα για το ποιοι δασμοί θα ισχύσουν εν τέλει μακροπρόθεσμα. 

Όσον αφορά πάντως την επίδραση της πιθανής επιβολής τους στην οικονομία, ήδη μας έχουν δώσει μια πρώτη γεύση τόσο τα στοιχεία για την καταναλωτική εμπιστοσύνη και τις προσδοκίες των Αμερικανών για τον πληθωρισμό, όσο και τα στοιχεία για το εμπορικό έλλειμμα στις ΗΠΑ, το οποίο ανακοινώθηκε την εβδομάδα που μόλις ολοκληρώθηκε ότι διευρύνθηκε τον Ιανουάριο περισσότερο των εκτιμήσεων, καθώς πολλές επιχειρήσεις έσπευσαν να κάνουν όσο μεγαλύτερες παραγγελίες μπορούσαν προκειμένου να προλάβουν την ενεργοποίηση των δασμών (-131 δισ. δολάρια, έναντι εκτίμησης για 129 δισ. δολάρια και έναντι για 98 δισ. δολάρια τον Δεκέμβριο).

Οι αναλυτές έχουν προειδοποιήσει πολλάκις ότι από τα δασμολογικά σχέδια του Τραμπ θα υποφέρουν και οι ΗΠΑ, καθώς οι δασμοί στις εισαγωγές πιθανόν να οδηγήσουν σε υψηλότερες τιμές για τους Αμερικανούς καταναλωτές. 

Την ίδια στιγμή οι χώρες που στοχεύουν οι δασμοί, λαμβάνουν επίσης τιμωρητικά μέτρα - ή ετοιμάζονται να λάβουν - τα οποία θα μπορούσαν να περιορίσουν τη ζήτησή τους για εξαγωγές από τις ΗΠΑ. Υπενθυμίζουμε ότι οι δασμοί του Τραμπ στα καναδικά και μεξικάνικα αγαθά, οι νέοι δασμοί 20% στην Κίνα και οι επικείμενοι δασμοί σε προϊόντα από την ΕΕ, έχουν ήδη προκαλέσει συζητήσεις για αντίποινα από τους ηγέτες του Καναδά και του Μεξικού, ενώ η Κίνα απάντησε ήδη με δικούς της δασμούς που στοχεύουν σε αμερικανικά προϊόντα.

Μαζί με την τεράστια οικονομική αβεβαιότητα όμως και με τις ΗΠΑ να επιβραδύνουν σαφώς, όπως υπέδειξε και ο ανιχνευτής ΑΕΠ της Atlanta Fed, η γεωπολιτική κατάσταση επιβαρύνει και αυτή με τη σειρά της την επενδυτική ψυχολογία και τη διάθεση για ανάληψη ρίσκου, καθώς παραμένει αναπάντητο το ερώτημα αν στην Ουκρανία θα έχουμε κατάπαυση του πυρός ή θα κλιμακωθεί περαιτέρω η σύγκρουση. 

Ως εκ τούτου και δεδομένου ότι η μητέρα των αγορών διέτρησε ήδη ενδοσυνεδριακά τις 5726 μονάδες, το επόμενο σημείο στήριξης που θα τεσταριστεί πιθανότατα λίαν συντόμως, είναι η ζώνη των 5611 -5633 μονάδων.

Οι πιο επίπονες μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των αλλαγών κυβερνητικής πολιτικής

Σε πρόσφατη ανάλυση των FT υπήρξε σαφής προβληματισμός για τον αντίκτυπο των κυβερνητικών πολιτικών του Ντόναλτ Τραμπ στις επενδύσεις των ΗΠΑ στην επιστήμη και την καινοτομία.

Οι FT δεν αναφέρονται απλώς στις προτεινόμενες περικοπές στο κυβερνητικό επιστημονικό προσωπικό στα παγκοσμίου φήμης Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας, το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών και τα Κέντρα Ελέγχου Λοιμώξεων (CDC) κ.α. 

Αναφέρεται και στον περιορισμό των επιχορηγήσεων για έρευνα στα πανεπιστήμια, στην απόσυρση των προγραμμάτων πράσινης ενέργειας για τις βιομηχανίες που τώρα αποχρηματοδοτούνται, στον περιορισμό της πρόσβασης στο ανθρώπινο κεφάλαιο κ.α.

Ξεκινώντας από το τελευταίο, οι θεωρήσεις βίζας H-1B, οι οποίες προσφέρονται μόνο για εξειδικευμένα επαγγέλματα, είναι ήδη εξαιρετικά περιορισμένες. Από τις περίπου 53.000 εταιρείες που υπέβαλαν αίτηση για αυτές τις θεωρήσεις το 2024, δέκα εταιρείες, σχεδόν όλες στον τομέα της πληροφορικής, πήραν το 30% των H-1B που εκδόθηκαν. 

Η ανεπαρκή ροή και ως εκ τούτου η στενή κατανομή των εξειδικευμένων εργαζομένων είναι μια συνισταμένη που θα επιβαρύνει τον τομέα Έρευνας και Ανάπτυξης των ΗΠΑ, καθώς σύμφωνα με την έρευνα των FT, περισσότερο από το 60% των εργαζομένων που κατέχουν διδακτορικά στην επιστήμη και τη μηχανική στις ΗΠΑ είναι μετανάστες.

Η μείωση των δαπανών για Έρευνα και Ανάπτυξη είναι άλλη μια τέτοια συνισταμένη. 

Περίπου το 2% των ομοσπονδιακών δαπανών των ΗΠΑ κατευθύνεται στην επιστήμη και τη συναφή Έρευνα και Ανάπτυξη. Αυτό συγκρίνεται με το 12% περίπου του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού τη δεκαετία του 1960 και το 5% κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και των αρχών του 2000. 

Πόσο ακόμα θα μειωθούν επί Τραμπ οι δαπάνες για R&D και κατά πόσον θα αναπληρωθούν από τις ιδιωτικές δαπάνες;

Ήδη υπάρχει μια διαχρονική αντιστροφή μεταξύ των κυβερνητικών και ιδιωτικών δαπανών για R&D. Κατά τη δεκαετία του 1960, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πλήρωνε περίπου τα 2/3 όλης της αμερικανικής Έρευνας και Ανάπτυξης, έναντι του 30% που πλήρωνε ο ιδιωτικός τομέας. Πιο πρόσφατα, η ομοσπονδιακή δαπάνη αντιπροσώπευε μόνο το 20% των συνολικών δαπανών για Έρευνα και Ανάπτυξη σε σύγκριση με το 70% του ιδιωτικού τομέα.

Φαίνεται πως οι μειώσεις στις ομοσπονδιακές δαπάνες αντισταθμίστηκαν από την αυξημένη χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα. Όχι, όμως για όλους τους τομείς.

Στις ΗΠΑ, τρεις τομείς αντιπροσωπεύουν σήμερα περίπου τα 2/3 του συνόλου της ιδιωτικής Έρευνας και Ανάπτυξης, το λογισμικό και οι υπηρεσίες IΤ, το hardware IT και τα φαρμακευτικά προϊόντα. 

Οι εναπομένοντες τομείς έχουν μικρότερο μερίδιο στη συνολική Έρευνα και Ανάπτυξη από ό,τι πριν από 15 χρόνια, με τις προοπτικές να είναι ακόμα πιο αβέβαιες μετά τις πρόσφατες περικοπές της κυβέρνησης, ειδικά για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Αν και λοιπόν ο πλήρης αντίκτυπος των νέων πολιτικών της κυβέρνησης Τραμπ μπορεί να μην είναι άμεσος, εντούτοις οι επιπτώσεις στη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα των ΗΠΑ μπορεί να είναι μεγάλες, καθώς πιθανότατα να μειώσουν την ελκυστικότητα τους τόσο για τις ξένες επενδύσεις, όσο και για τα ταλέντα υψηλής εξειδίκευσης.


*Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δε θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.

Μαίρη Βενέτη

[email protected]