Οι αμυντικές δαπάνες φαίνεται να καταγράφουν μείωση, ωστόσο το φαινόμενο αυτό θα είναι μάλλον παροδικό, σύμφωνα με μια έρευνα του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη (SIPRI) σχετικά με τις δραστηριότητες των 100 κορυφαίων επιχειρήσεων αμυντικού εξοπλισμού σε όλον τον κόσμο.
Συγκεκριμένα, στα τελευταία στοιχεία για το 2022 που προκύπτουν από την έρευνα του σουηδικού Ινστιτούτου SIPRI αναφέρεται ότι ο τζίρος τους ανέρχεται σε σχεδόν 600 δισ. ευρώ, μειωμένος κατά 3,5% από τα αντίστοιχα στοιχεία του 2021.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για την πρώτη φορά από το 2015 που ο τζίρος των 100 αυτών κορυφαίων επιχειρήσεων εμφανίζει μείωση, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ.
ΟΙ επιχειρήσεις παρουσιάζουν πρόβλημα στην εφοδιαστική αλυσίδα,
Ο διευθυντής του Ινστιτούτου SIPRI, Νταν Σμιθ, δήλωσε στη Γερμανική Ραδιοφωνία (ARD): «Αυτό που βλέπουμε είναι ότι πολλές επιχειρήσεις του κλάδου εξακολουθούν να έχουν πρόβλημα στην εφοδιαστική αλυσίδα, οπότε οι πωλήσεις δεν αυξάνονται με τους ρυθμούς που είχαν αρχικά προβλέψει. Για παράδειγμα, τα όπλα που παραδόθηκαν στην Ουκρανία από το 2022 μέχρι και σήμερα, προέρχονται από τα ήδη υπάρχοντα αποθέματα εξοπλισμών».
Οι ΗΠΑ παραμένουν στην κορυφή των εξαγωγών εξοπλισμών, ωστόσο οι αμερικάνικες εταιρίες που περιλαμβάνονται στην έρευνα καταγράφουν μείωση. Συγκεκριμένα, οι 42 αμερικανικές επιχειρήσεις στις Top 100 του SIPRI καταγράφουν μείωση των πωλήσεων κατά 7,9%, ενώ τα έσοδά τους ανέρχονται σε 302 εκατ. δολάρια.
Η Ευρώπη φαίνεται να σημειώνει καλύτερα αποτελέσματα: οι 26 ευρωπαϊκές επιχειρήσεις της λίστας καταγράφουν άνοδο 0,9%. Πρόκειται για μια οριακή άνοδο, ωστόσο η μεγαλύτερη γερμανική αμυντική βιομηχανία Rheinmetall φτάνει το +6%, ενώ η αντίστοιχη πολωνική PGZ πλησιάζει το +14%, επωφελούμενη από ένα φιλόδοξο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των πολωνικών ένοπλων δυνάμεων, αναφέρει η Deutsche Welle.
Η μείωση του τζίρου είναι προσωρινή
Η όποια μείωση του τζίρου είναι πιθανώς προσωρινή, καθώς τα βιβλία παραγγελιών είναι γεμάτα. Ο Ντ. Σμιθ αναφέρει ότι «χρειάζεται πολύς χρόνος, όχι μόνο για τον σχεδιασμό, αλλά και για την παραγωγή. Είναι περίπλοκα τα οπλικά συστήματα, δεν αρκεί μία γραμμή συναρμολόγησης. Πρόκειται για μία μακροχρόνια διαδικασία».
Σύμφωνα με την DW, υπάρχουν ορισμένα «κενά» στην έρευνα, καθώς το SIPRI δεν κατάφερε να συγκεντρώσει επαρκείς και αξιόπιστες πληροφορίες για τα έσοδα της ρωσικής αμυντικής βιομηχανίας. Αυτός είναι και ο λόγος που συμπεριλαμβάνει στη λίστα του μόλις δύο ρωσικές επιχειρήσεις, την Rostec (στη 10η θέση της παγκόσμιας κατάταξης) και την United Shipbuliding Corporation (στην 36η θέση). Η έλλειψη διαφάνειας στις ρωσικές επιχειρήσεις δεν είναι κάτι καινούριο, αναφέρει, αλλά το φαινόμενο έχει ενταθεί μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, επισημαίνει η έκθεση του σουηδικού Ινστιτούτου.
Μεγάλη αύξηση εσόδων καταγράφουν οι αμυντικές βιομηχανίες σε Ασία, Ωκεανία και Μέση Ανατολή. Στη λίστα Top 100 του SIPRI αναφέρονται δέκα κινεζικές επιχειρήσεις, τρεις εκ των οποίων στην πρώτη δεκάδα. Μεγαλόπνοα κρατικά προγράμματα εκσυγχρονισμού στηρίζουν την αμυντική βιομηχανία σε Κίνα, Ινδία και Τουρκία.
Την ταχύτερη αύξηση εσόδων παγκοσμίως καταγράφει η τουρκική Baykar που κατασκευάζει μη επανδρωμένα αεροσκάφη και περιλαμβάνεται για πρώτη φορά στη λίστα Top 100 (στην 76η θέση), με αυξημένα έσοδα κατά 94% μέσα στο 2022.
Στο μέλλον οι αμυντικές δαπάνες θα αυξηθούν, εκτιμούν οι ειδικοί. Και αυτό όχι μόνο λόγω Ουκρανίας. «Αυτό που σήμερα κινεί περισσότερο τις δαπάνες και την παραγωγή της αμυντικής βιομηχανίας είναι οι σχέσεις των ΗΠΑ με τους συμμάχους τους στο ζήτημα της Ρωσίας ή της Κίνας…», σημειώνει.