Η σκληρή γραμμή Ουγγαρίας και Πολωνίας στο μεταναστευτικό δεν επέτρεψε στους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Σύνοδο Κορυφής στη Γρανάδα να βρουν κοινό βηματισμό στο φλέγον ζήτημα του μεταναστευτικού, παρά τον συναγερμό που σήμαναν Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία για την αύξηση των μεταναστευτικών ροών το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Σημειώνεται ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε την πρόταση για αύξηση των πόρων για το μεταναστευτικό, τονίζοντας την ανάγκη συνεργασίας της Τουρκίας.
«Μπλόκο» από Ουγγαρία και Πολωνία για κοινό ανακοινωθέν για το μεταναστευτικό
Οι ηγέτες της Πολωνίας και της Ουγγαρίας αντιτάχθηκαν με σφοδρότητα την Παρασκευή, στην άτυπη Σύνοδο των ηγετών της ΕΕ στη Γρανάδα, στη μεταρρύθμιση του μεταναστευτικού συστήματος, την οποία ωστόσο δεν μπορούν να μπλοκάρουν, δύο ημέρες μετά τη συμφωνία των Βρυξελλών, σε επίπεδο Μονίμων Αντιπροσώπων, για τη διαχείριση κρίσεων στο μεταναστευτικό.
Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν, που συνηθίζει να επιτίθεται στις Βρυξέλλες, έφτασε στο σημείο να μιλάει για «βιασμό» στις δηλώσεις που έκανε κατά την άφιξή του στη σύνοδο. «Πώς γίνεται να σας βιάσουν νόμιμα, να αναγκαστείτε να δεχτείτε κάτι που δεν σας αρέσει, πώς είναι δυνατόν να έχουμε συμβιβασμό, συμφωνία; Είναι αδύνατον», τόνισε.
«Δεν φοβόμαστε τις διαταγές που προέρχονται από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο», είπε από την πλευρά του ο Πολωνός πρωθυπουργός Ματέους Μοραβιέτσκι. Επανέλαβε επίσης ότι αρνείται να επιβληθεί στη χώρα του ένα σύστημα «εγκατάστασης παράνομων μεταναστών», δέκα ημέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές στην Πολωνία.
Οι δύο χώρες εκδήλωσαν τη διαφωνία τους εμποδίζοντας την υιοθέτηση μιας κοινής διακήρυξης για το μεταναστευτικό στην άτυπη σύνοδο. Η κίνηση αυτή ήταν κυρίως συμβολική, αλλά αφήνει να αναδίδεται ένα άρωμα διχόνοιας.
Το μεταναστευτικό, ένα από τα ακανθώδη ζητήματα που απασχολούν τους «27», τέθηκε στην ατζέντα της συνόδου με αφορμή την πρόσφατη άφιξη χιλιάδων μεταναστών στη Λαμπεντούζα, με την Ιταλία να υπενθυμίζει ότι επείγει να υπάρξει μια κοινή, ευρωπαϊκή απάντηση στο πρόβλημα. Τις τελευταίες ημέρες καταγράφεται αύξηση των αφίξεων και στα ισπανικά Κανάρια Νησιά.
Την Τετάρτη, οι μόνιμοι πρεσβευτές των χωρών της ΕΕ κατέληξαν σε συμφωνία για τον κανονισμό που θέτει σε εφαρμογή έναν μηχανισμό υποχρεωτικής αλληλεγγύης μεταξύ των χωρών μελών, στην περίπτωση που μία από αυτές αντιμετωπίζει μια «έκτακτη κατάσταση» που συνδέεται με τη «μαζική» άφιξη μεταναστών στα σύνορά της. Ο κανονισμός θα αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης ανάμεσα στο Συμβούλιο της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με στόχο να ολοκληρωθεί το νέο Σύμφωνο Ασύλου και Μετανάστευσης της ΕΕ πριν τις ευρωεκλογές του 2024. Εγκρίθηκε με ειδική πλειοψηφία, όπως προβλέπουν οι συνθήκες και όχι ομόφωνα, όπως ζητούσαν η Πολωνία και η Ουγγαρία. Οι δύο αυτές χώρες τον καταψήφισαν ενώ η Αυστρία, η Σλοβακία και η Τσεχία απείχαν.
Με τη λήξη της συνόδου σήμερα, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν εξέφρασε την ικανοποίησή του επειδή «το θέμα αυτό προχωρά όπως πρέπει, με ειδική πλειοψηφία».
Η Πολωνία και η Ουγγαρία απαιτούσαν, χωρίς να το πετύχουν, στο τελικό ανακοινωθέν της συνόδου να γίνεται αναφορά στην αναγκαιότητα ομοφωνίας για την υιοθέτηση της μεταρρύθμισης του Συμφώνου. Επειδή το αίτημά τους δεν έγινε δεκτό, αρνήθηκαν να στηρίξουν το κοινό ανακοινωθέν.
Ναι μεν αλλά για τη διεύρυνση
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες τάχθηκαν σήμερα υπέρ της προσθήκης νέων μελών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως δεν έθεσαν κάποιο συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αλλά προειδοποίησαν τις υποψήφιες χώρες, όπως είναι η Ουκρανία, ότι δεν θα υπάρξουν «παρακαμπτήριες οδοί».
Στην άτυπη σύνοδο κορυφής της Γρανάδας, οι ηγέτες των «27» διακήρυξαν ότι η διεύρυνση της ΕΕ είναι μια «επένδυση στην ειρήνη, την ασφάλεια, τη σταθερότητα και την ευημερία». Ταυτόχρονα όμως είπαν ότι τόσο η ΕΕ όσο και τα επίδοξα μέλη –Ουκρανία, Μολδαβία και χώρες των Δυτικών Βαλκανίων– θα χρειαστεί να κάνουν μεγάλες αλλαγές ώστε να προετοιμαστούν για μια διευρυμένη Ένωση.
«Τα επίδοξα μέλη πρέπει να εντείνουν τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειές τους, ιδίως σε ό,τι αφορά το κράτος δικαίου» αναφέρεται στο ανακοινωθέν.
Οι χώρες θα πρέπει να πληρούν ορισμένα νομικά, οικονομικά και δημοκρατικά κριτήρια ώστε να ενταχθούν στην ΕΕ και η διαδικασία μπορεί να κρατήσει χρόνια. Η ΕΕ θα πρέπει επίσης να αναθεωρήσει τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και τους δημοσιονομικούς κανόνες ώστε να υποδεχθεί νέα μέλη.
Ο Σαρλ Μισέλ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, είχε προτείνει η Ένωση να είναι έτοιμη για διεύρυνση μέχρι το 2030, εκτιμώντας ότι ο καθορισμός αυτού του χρονοδιαγράμματος θα ενθαρρύνει τόσο την ΕΕ όσο και τις υποψήφιες χώρες να εντείνουν τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειές τους. «Το σημαντικό είναι να σταματήσουμε να χρονοτριβούμε», είπε σήμερα, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε με τη λήξη της συνόδου.
Άλλοι ηγέτες όμως δεν αντιμετωπίζουν με ενθουσιασμό αυτήν την ιδέα, επιμένοντας ότι οι υποψήφιες χώρες θα πρέπει να πληρούν τα κριτήρια που θέτει η ΕΕ.
«Η διαδικασία είναι αξιοκρατική», σχολίασε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Υπάρχουν σαφείς κανόνες, ορόσημα που πρέπει να επιτευχθούν», πρόσθεσε.
Περιορισμός της εξάρτησης από την Κίνα
Παράλληλα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες δήλωσαν αποφασισμένοι να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να τεθούν στην πρώτη γραμμή των νέων, πράσινων και ψηφιακών τεχνολογιών και να περιορίσουν την εξάρτησή τους από τρίτες χώρες, ιδίως την Κίνα.
Στη διακήρυξή τους, μετά τη λήξη της άτυπης συνόδου στη Γρανάδα της Ισπανίας, οι ηγέτες αναφέρουν ότι η πανδημία της Covid-19 και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 έθεσαν σε δοκιμασία την ανθεκτικότητα της Ένωσης και τώρα χρειάζεται να δώσει ώθηση στην ανταγωνιστικότητά της. Οι «27» συμφώνησαν ότι είναι αναγκαίο να περιορίσουν την εξωτερική εξάρτησή τους σε ό,τι αφορά τις ψηφιακές και πράσινες τεχνολογίες, τις πρώτες ύλες και τα φάρμακα και να ενισχύουν στις επενδύσεις στην έρευνα και τις δεξιότητες.
«Θα ενισχύσουμε τη θέση μας ως βιομηχανική, τεχνολογική και εμπορική δύναμη, δίνοντας έμφαση ιδιαίτερα σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπου έχουμε ήδη το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ή μπορούμε να γίνουμε πρωτοπόροι» αναφέρεται σε αυτό το ανακοινωθέν.
Στο κείμενο αυτό αναμένεται ότι θα βασιστούν τους επόμενους μήνες οι συζητήσεις γύρω από τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στον αυστηρότερο έλεγχο των εξαγωγών τεχνολογίας, ιδίως των τεχνολογιών εκείνων που είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για στρατιωτικούς σκοπούς.
Η Κομισιόν σκοπεύει να συνεργαστεί με τις 27 χώρες μέλη για να αξιολογήσει, μέχρι τα τέλη του έτους, αν υπάρχει κάποιος κίνδυνος για την οικονομική ασφάλεια της Ένωσης που να συνδέεται με τους προηγμένους ημιαγωγούς, την τεχνητή νοημοσύνη, την κβαντική τεχνολογία και τη βιοτεχνολογία. Η αξιολόγηση αυτή αποτελεί μέρος της Στρατηγικής για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής οικονομικής ασφάλειας που παρουσίασε η Επιτροπή τον Ιούνιο και αφορά την ενίσχυση της έρευνας και της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ, τη σύναψη συμμαχιών με αξιόπιστους εταίρους και τη χρήση των υφιστάμενων εργαλείων εμπορικής άμυνας. Τα εργαλεία αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην έρευνα για το αν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα από την Κίνα επωφελούνται αθέμιτα από τις επιδοτήσεις εκεί. Είναι πιθανόν να ακολουθήσουν έρευνες και για άλλες κινεζικές εξαγωγές, όπως των ανεμογεννητριών, είπε μια πηγή της ΕΕ.
Μέρος της συζήτησης θα επικεντρωθεί στο κατά πόσο οι χώρες είναι πρόθυμες να εναρμονίσουν την πολιτική τους για την εθνική ασφάλεια και να μεταφέρουν ορισμένες εξουσίες στις Βρυξέλλες.
Μια άλλη πτυχή είναι ο βαθμός στον οποίο οι ευρωπαϊκές εταιρείες θα πρέπει να παραμείνουν ανοιχτές σε ξένες εταιρίες. Χώρες όπως η Σουηδία και η Ολλανδία θέλουν πιο ανοιχτές αγορές ενώ άλλες, όπως η Γαλλία, εστιάζουν στην προστασία των ντόπιων παραγωγών.