Ελληνοτουρκικά: Διάλογος μεταξύ κωφών και μακάρι να παραμείνει έτσι 
shutterstock
shutterstock

Ελληνοτουρκικά: Διάλογος μεταξύ κωφών και μακάρι να παραμείνει έτσι 

Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας ο Χακάν Φιντάν είναι ένας πανέξυπνος και ικανός πολιτικός-τεχνοκράτης. Διετέλεσε διοικητής των μυστικών υπηρεσιών της πατρίδας του (ΜΙΤ) και επί των ημερών του οι δραστηριότητές τους απλώθηκαν όπου έχει η Τουρκία συμφέροντα και ενδιαφέροντα. Στις μέρες μας ένας διοικητής των μυστικών υπηρεσιών είναι ένα πολυεργαλείο στη χάραξη της εξωτερικής και της αμυντική πολιτικής της πατρίδας του. Συνεπώς, η ελληνική διπλωματία έχει απέναντί της έναν ικανό και επικίνδυνο αντίπαλο. Υποθέτω πως οι αρμόδιοι το γνωρίζουν.  
 
Η Τουρκία έχει κάθε δικαίωμα να ζητά ό,τι θέλει. Δεν είναι εκεί το πρόβλημα. Το πρόβλημα βρίσκεται στη δική μας στάση. Και μέχρι στιγμής όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις κινούνται αταλάντευτα στην ύπαρξη της μιας και μοναδικής ελληνοτουρκικής διαφοράς. Και νομίζω ότι δεν μπορούν να κάνουν κι αλλιώς! Ποια ελληνική κυβέρνηση θα αποδεχθεί να τεθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ζητήματα που αφορούν την κυριαρχία μας επί νησίδων ή τον εξοπλισμό των νησιών μας; δεν το τόλμησε αυτό ούτε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.  
 
Εκεί που όντως υπάρχει πρόβλημα στη δική μας την πλευρά, την ελληνική, είναι η διατυπωμένη αυταπάτη πως αν λυθούν τα θέματα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ θα επικρατήσει ηρεμία στο Αιγαίο. Όσοι υπερασπίζονται και διακινούν αυτή την άποψη-που είναι και η κυρίαρχη- συγχέουν το επιφαινόμενο με την αιτία.  
 
Δηλαδή η συγκεκριμένη διαφορά είναι το επιφαινόμενο και η αιτία, η ρίζα του προβλήματος, είναι ο τουρκικός αναθεωρητισμός-επεκτατισμός. Απόδειξη, η χθεσινή δήλωση του Ταγίπ Ερντογάν (Σάββατο 12 Οκτωβρίου) ότι η Τουρκία προσεγγίζει ολιστικά τα ζητήματα του Αιγαίου θέτοντας στο τραπέζι και τον ελληνικό εναέριο χώρο και την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών μας και το καθεστώς βραχονησίδων και μικρών νησιών.  
 
Υπάρχει το καλοπροαίρετο ερώτημα: και τι έχουμε να φοβηθούμε αν υπογράψουμε ένα συνυποσχετικό για όλα αυτά τα ζητήματα και τα παραπέμψουμε στο Διεθνές Δικαστήριο; Πρώτα-πρώτα, όπως αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης, το ζητούμενο ενός τέτοιου συνυποσχετικού είναι τι θα δώσουμε εμείς, χωρίς να υπάρχει ουδεμία προοπτική να πάρουμε κάτι, για τον απλούστατο λόγο ότι εμείς δε διεκδικούμε τίποτα από την Τουρκία. Επί πλέον, τέτοιες αποφάσεις που έχουν άμεσο πολιτικό χαρακτήρα ποτέ δε δικαιώνουν 100% το ένα μέρος. Είναι αποφάσεις ισορροπήμένες. 
 
Συνεπώς, οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση υπογράψει τέτοιο συνυποσχετικό, έχει πάρει την απόφαση να δώσει, χωρίς να πάρει κάτι. Δεν το βρίσκω και πολύ σοφό από όλες τις απόψεις και για αυτό μέχρι τώρα όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις κινούνται στην εθνική γραμμή της μιας και μοναδικής διαφοράς.  
 
Αλλά και στην ακραία και απευκταία περίπτωση που βρισκόταν μια τέτοια κυβέρνηση, μετά βεβαιότητος, μετά από λίγα χρόνια, οι τουρκικές ελίτ θα έθεταν θέμα Δυτικής Θράκης και προστασίας των διαφόρων μουσουλμανικών μειονοτήτων. Μια αναθεωρητική δύναμη δε γνωρίζει όρια στις διεκδικήσεις της και στον επεκτατισμό της.  
 
Για αυτό ας συνεχιστεί ο διάλογος, αρκεί να είναι διάλογος κουφών. Ο καθένας να λέει τα δικά του. Είναι ό,τι το καλύτερο.