Του Νίκου Μελέτη
Με τον χρόνο να έχει μετρήσει αντίστροφα λόγω της κωλυσιεργίας της Αλβανικής πλευράς, ο Νίκος Κοτζιάς μεταβαίνει σήμερα στα Τίρανα για ολιγόωρη συνάντηση με τον ομόλογο του Ditmir Bushati, ώστε να δρομολογήσουν την νέα φάση των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του σημαντικού προβλήματος της Συμφωνίας οριοθέτησης Θαλάσσιων Ζωνών που αποτελεί βασικό στοιχείο της Συμφωνίας για επίλυση των εκκρεμών ζητημάτων μεταξύ των δυο χωρών.
Οι καθυστερήσεις προκλήθηκαν από την άρνηση του προέδρου της Αλβανίας Ilir Meta να δώσει την αναγκαία εξουσιοδότηση στον Υπουργό εξωτερικών για να διαπραγματευθεί την Συμφωνία, κάτι που έγινε πριν μερικές ήμερες.
Λόγω της καθυστέρησης αυτής ουσιαστικά πάγωσε και η πρόσκληση για να γιορτάσουν από κοινού το Πάσχα στην Κορυτσά οι δυο πρωθυπουργοί Αλ. Τσίπρας και Ε. Rama, καθώς αρχικά υπήρχε η φιλοδοξία ότι σε αυτή την συνάντηση θα ήταν σε θέση να ανακοινώσουν και κάποια πρόοδο στις διαπραγματεύσεις.
Βεβαίως ο κ. Rama ο οποίος σε μια κίνηση γεμάτη μηνύματα φρόντισε τις προηγούμενες ημέρες να επισκεφθεί την Άγκυρα για συνομιλίες με τον T. Erdogan, δεν θα διστάσει σε περίπτωση αποτυχίας της κυβέρνησης του να αποσπάσει θετική απόφαση της Ε.Ε. για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε. (λόγω του ναρκεμπορίου, της διαφθοράς και οργανωμένου εγκλήματος),να επιρρίψει τις ευθύνες στην... Ελλάδα, παίζοντας για μια ακόμη φορά το χαρτί του εθνικισμού και ανθελληνισμού.
Η Συμφωνία για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών είναι εξαιρετικής σημασίας και για τις δυο χώρες αλλά για την Ελλάδα αφορά όχι μόνο κυριαρχικά δικαιώματα επί της υφαλοκρηπίδας αλλά και κατ εξοχήν χώρο άσκησης Εθνικής κυριαρχίας στην ζώνη έως τα 12 ν.μ.
Η διαδικασία παρουσιάζει προβλήματα, καθώς η εξ αρχής επαναδιαπραγμάτευση της Συμφωνίας κρύβει παγίδες για την Ελλάδα ενώ δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την Αθήνα η «κόκκινη γραμμή» την οποία εφηύρε η αλβανική πλευρά θεωρώντας ότι η συμφωνία πρέπει να βασιστεί και στην απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου του 2010. Η απόφαση αυτή ακύρωσε την Συμφωνία του 2009, και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις διατάξεις της Συνθήκης για το Δίκαιο της Θάλασσας ,συμπλέοντας με τις αυθαίρετες ερμηνείες του Διεθνούς Δικαίου εκ μέρους της Τουρκίας.
Για την Ελλάδα η όλη διαδικασία είναι μονόδρομος: είτε θα τηρηθεί ο πυρήνας της προηγουμένης Συμφωνίας, που με τα σχεδόν 150 σημεία αναφοράς σέβεται απολύτως τις διατάξεις του Δικαίου της Θάλασσας (μέση γραμμή, επήρεια νησιών και βραχονησίδων, κλείσιμο κόλπων κ.α.) και θα υπάρξουν μόνο μικρές διορθωτικές κινήσεις με ταυτόχρονη επέκταση των χωρικών υδάτων σε 12 ν.μ., είτε θα οδηγηθούμε σ έναν φαύλο κύκλο μετατροπής ενός σχεδόν λυμένου ζητήματος, σε μια μόνιμη διαφορά, που θα εισάγει και στοιχεία της τουρκικής επιχειρηματολογίας και στο Ιόνιο.
Μια σημαντική πτυχή της διαπραγμάτευσης αφορά την διαφοροποίηση μεταξύ χωρικών υδάτων και υφαλοκρηπίδας, καθώς τα χωρικά ύδατα εμπίπτουν στην κυριαρχία του παράκτιου κράτους και η υφαλοκρηπίδα στην άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Σύμφωνα με την οριοθέτηση η οποία έγινε με την Συμφωνία του 2009 μόνο το 40% του θαλάσσιου χώρου αφορά χωρικά ύδατα των δυο χωρών, ενώ σε περίπτωση που η Ελλάδα αυξήσει τα χωρικά της ύδατα έως τα 12 ν.μ., με βάση την ίδια οριοθέτηση το ποσοστό αυτό θα φθάσει έως το 78% καθώς θα αυξηθεί σημαντικά η θαλάσσια περιοχή που θα περάσει σε ελληνική κυριαρχία και όχι απλώς για άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Η οποιαδήποτε συνεπώς ουσιαστική υπαναχώρηση από τα σημεία μέτρησης που υπήρξαν το 2009, συνιστά εμμέσως παραχώρηση όχι μόνο κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά εθνικής κυριαρχίας επί των χωρικών υδάτων, εάν δεν συνοδευτεί από την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ., κάτι που ήδη ισχύει ήδη στην Αλβανία από την εποχή ακόμη του καθεστώτος Χότζα.
Ο Νίκος Κοτζιάς πάντως έχει δηλώσει ότι η Αλβανική πλευρά έχει αποδεχθεί την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ., ενώ ο ΥΠΕΞ έχει δηλώσει επίσης ότι δεν δεσμεύει την Ελλάδα η απόφαση του Αλβανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Για την ιστορία είναι επίσης σημαντικό να διερευνηθεί για ποιον λόγο η Ελλάδα, όχι μόνο η τότε κυβέρνηση της ΝΔ , αλλά ούτε και οι επόμενες επιχείρησαν να φέρουν την Συμφωνία του 2009 για κύρωση στην Βουλή. Θα πρέπει να επισημανθεί όμως ότι αυτό δεν αφορά μόνο στις κυβερνήσεις της εποχής, αλλά όλες τις κυβερνήσεις, καθώς πρακτικά ακόμη και σήμερα η Ελλάδα μπορεί να αποφασίσει να κυρώσει την Συμφωνία εκείνη παρά το γεγονός ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας με απόφαση του την έχει κηρύξει άκυρη..
Επίσης σημαντικό στοιχείο είναι ότι η Συμφωνία του 2009 συνεχίζει να υφίσταται ως νομικό κείμενο, βάσει του δίκαιου των Συνθηκών, ακόμη και χωρίς την κύρωση της.
Η Συμφωνία υπογράφτηκε τον Απρίλιο 2009, ακολούθησαν οι εκλογές στην Αλβανία με την επανεκλογή Berisha, τον Σεπτέμβριο 2009 έγιναν οι εκλογές στην Ελλάδα, όταν εκλέχθηκε η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ.
Τον Οκτώβριο 2009 και ενώ στο Αλβανικό Κοινοβούλιο είχε ξεκινήσει η διαδικασία κύρωσης και ήδη είχε εγκριθεί από τις δυο εκ των τριών Επιτροπών πριν εισαχθεί στην Ολομέλεια, υπήρξε η εμπλοκή με την προσφυγή του τότε αρχηγού της αντιπολίτευσης Ε. Rama στο Συνταγματικό Δικαστήριο,όπου και τελικά πέτυχε την ακύρωση της.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Ιούνιο του 2009 Ελλάδα και Αλβανία κάλεσαν από κοινού την Ιταλία για συνομιλίες προκειμένου να υπάρξει συμφωνία για το τριεθνές και είχε υπάρξει θετική ανταπόκριση από την Ρώμη (υπάρχουν όπως πληροφορούμαστε στο Αρχείο του ΥΠΕΞ οι σχετικές ρηματικές Διακοινώσεις).
Όμως και λόγω των εκλογών που προέκυψαν αλλά κυρίως από επιλογή και της επόμενης κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου και ενώ είχε προκύψει η προσφυγή στο Αλβανικό Συνταγματικό δικαστήριο ,προκρίθηκε η επιδίωξη διπλωματικής λύσης και όχι δικαστικής, καθώς υπήρχε η εκτίμηση ότι θα μπορούσε να βρεθεί συμφωνημένη λύση με την αλβανική πλευρά.
Η πίεση πρέπει να είναι για την Αλβανική πλευρά, καθώς ακόμη και χωρίς την επίτευξη συμφωνίας η Ελλάδα μπορεί να συνεχίσει κανονικά το πρόγραμμα ερευνών που έχει εξαγγείλει και δεν υπάρχουν προβλήματα με την παραχώρηση Οικοπέδων για έρευνες, καθώς όλα έχουν γίνει με βάση την μέση γραμμή.
Η Αλβανία είναι που θα πρέπει να αποφασίσει εάν θέλει να συμβάλλει εποικοδομητικά στην επίλυση των προβλημάτων που η ίδια έχει δημιουργήσει, καθώς όπως είναι γνωστό μετά την εμπειρία της αντιπαράθεσης Σλοβενίας -Κροατίας, η οποία δεν λύθηκε παρά τις υποσχέσεις πριν την ένταξη της Κροατίας στην Ε.Ε., υπάρχει μεγάλη απροθυμία για την εισαγωγή εντός της Ε.Ε., «μεθοριακών προβλημάτων» μεταξύ κρατών μελών και υποψήφιων προς ένταξη χωρών. Συνεπώς η Αλβανία θα πρέπει να το έχει και αυτό υπόψη της, πριν αρχίσει να παζαρεύει έχοντας στο ντοσιέ της, τις τουρκικές θέσεις..
Για το περιεχόμενο της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αλβανίας μπορείτε να διαβάσετε εδώ.