Η επίσκεψη του πρίγκηπα διαδόχου του θρόνου Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν στην Αθήνα, πρώτη σε ευρωπαϊκό έδαφος μετά το 2018 και οι διαδοχικές επισκέψεις στο Ριάντ του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη και του υπουργού εξωτερικών Ν. Δένδια, οι συμφωνίες που υπεγράφησαν χθες και κυρίως οι προοπτικές που άνοιξαν στις διμερείς σχέσεις είναι αποκαλυπτικές του στρατηγικού χαρακτήρα των Ελληνο-Σαουδαραβικών σχέσεων.
Με αντίκτυπο όχι μόνο στην οικονομία και στον χώρο των επενδύσεων, καθώς διαμορφώνει διάδρομο που συνδέει τον Κόλπο με τη Μεσόγειο και την Ευρώπη με προτεραιότητα τα δίκτυα data και ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και σε έναν άξονα παροχής ασφάλειας και σταθερότητας στην ευαίσθητη αυτή περιοχή.
Η επίσκεψη του MSB είχε προγραμματισθεί πριν μερικές εβδομάδες όταν ο πρίγκηπας διάδοχος επισκέφθηκε και την Άγκυρα και τότε είχε ερμηνευτεί η πρωτοβουλία του Ριάντ να συμπεριλάβει την Αθήνα και τη Λευκωσία στην ίδια επίσκεψη ως σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα, ότι η διαδικασία ομαλοποίησης των σχέσεων τους δεν επηρεάζει τη σχέση που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια μεταξύ του Ριάντ και της Ελλάδας και της Κύπρου. Η επίσκεψη τότε δεν έγινε λόγω υποχρεώσεων των κ. Μητσοτάκη και Αναστασιάδη στο έκτακτο συμβούλιο της ΕΕ, όμως η πρόθεση είχε καταγραφεί.
Η ίδια η σημειολογία της επίσκεψης του MSB στην Αθήνα, οι θερμές δηλώσεις του για την Ελλάδα και η δέσμευση του για υλοποίηση του κομβικού έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Σ. Αραβίας - Ελλάδας μέσω Αιγύπτου, που θα τροφοδοτείται από καθαρή ενέργεια παραγόμενη από ΑΠΕ, και η συμφωνία συνέχισης και ενίσχυσης της στρατιωτικής συνεργασίας των δυο χωρών, αναδεικνύουν και το γεωστρατηγικό βάθος της διμερούς σχέσης.
Η Ελλάδα κερδίζει την εμπιστοσύνη και των δυο ισχυρότερων Αραβικών κρατών, της Σ. Αραβίας και της Αιγύπτου από τη μια, αλλά και του Ισραήλ από την άλλη για την ηλεκτρική διασύνδεση τους με την Ευρώπη. Και αυτό σε μια στιγμή που απελπισμένη η ΕΕ αναζητά εναλλακτικές πηγές ενέργειας.
Η θερμή υποδοχή του MSB στην Αθήνα, οι επίσης γενναιόδωρες αναφορές του στην Ελλάδα δεν θύμιζαν σε τίποτα το σφιγμένο και επιφυλακτικό ύφος του ίδιου όταν επισκέφθηκε την Άγκυρα από τον επίσης πολύ «μαγκωμένο» Ερντογάν ο οποίος έκανε το βήμα να ξεχάσει την υπόθεση Κασογκι (είχε κατηγορήσει ευθέως ως «δολοφόνο» τον MSB) γιατί σε μια προεκλογική χρονιά προέχουν οι προσδοκώμενες «ζεστές» σαουδαραβικές επενδύσεις.
Όμως οι διαφορές της ΄Αγκυρας με το Ριάντ δεν περιορίζονται φυσικά στο επεισόδιο της δολοφονίας του δημοσιογράφου στο Σαουδαραβικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης.
Η ΄Αγκυρα με τον αναθεωρητισμό που έχει υιοθετήσει στην εξωτερική πολιτική της ο Ερντογάν ανταγωνίζεται ευθέως το Ριάντ στην ηγεμόνευση του μουσουλμανικού - σουνιτιικού κόσμου. Οι φαντασιώσεις για αναβίωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν αφήνουν αδιάφορο τον Αραβικό κόσμο.
Και κυρίως το Ριάντ δεν μπορεί να παραβλέψει το γεγονός ότι ο Ερντογάν ήταν αυτός που έθεσε υπό την προστασία του τους Αδελφούς Μουσουλμάνους (θανάσιμους εχθρούς των Βασιλικών Οίκων του Κόλπου αλλά και της Αιγύπτου) ούτε ότι ήταν η πρώτη μουσουλμανική χώρα που συντάχθηκε με το Κατάρ εναντίον των άλλων αραβικών κρατών του Κόλπου.
Προφανώς, μετά κυρίως τις συναντήσεις στην Αλ Ουλα και τη συμφιλίωση του Κατάρ με τις άλλες αραβικές χώρες η Τουρκία ήταν υποχρεωμένη να ακολουθήσει, καθώς το Κατάρ παραμένει ο μεγάλος χρηματοδότης του καθεστώτος Ερντογάν. Όμως η σχέση έχει βαθιά δηλητηριαστεί. Το τελευταίο διάστημα υπάρχουν πληροφορίες ότι ο Ερντογάν απομακρύνεται από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους αλλά αυτό δεν έχει πείσει ακόμη τους Άραβες για την ειλικρίνεια των προθέσεων του και έτσι παραμένουν επιφυλακτικοί.
Όπως αρκετές φορές έχουμε αναφέρει η Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ αλλά και η Αίγυπτος γνωρίζουν ότι η προσπάθεια της Τουρκίας την τελευταία δεκαετία να δημιουργήσει προκεχωρημένα φυλάκια στο μεγάλο τρίγωνο Σουδάν -Σομαλία- Κατάρ- Β.Ιρακ -Β.Συρία -Κατεχόμενη Κύπρο -Λιβύη δεν ήταν τίποτε άλλο από την προσπάθεια περικύκλωσης των δυο μεγαλύτερων και ισχυρότερων Αραβικών Εθνών . Της Σ. Αραβίας και της Αιγύπτου. Τώρα πλέον με την έλλειψη υποστήριξης (φανερά τουλάχιστον ) από το Κατάρ, αυτό το σχέδιο του Τ. Ερντογάν δεν μπορεί να υλοποιηθεί τουλάχιστον πλήρως.
Η Ελλάδα που αντιμετωπίζει υπαρκτή και σοβαρή απειλή από τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας πολύ ορθά την τελευταία δεκαετία στράφηκε για συνεργασίες στους Άραβες και στο Ισραήλ. Σχέσεις οι οποίες όμως έχουν αντανάκλαση και στις περιφερειακές ισορροπίες. Και οι Σαουδάραβες δείχνουν να αντιλαμβάνονται τη γεωστρατηγική διάσταση.
Η αστάθεια στην περιοχή του Κόλπου επηρεάζει τη Μεσόγειο και ταυτόχρονα κάθε ενέργεια που αποσταθεροποιεί την ανατολική Μεσόγειο πρέπει να αντιμετωπίζεται ως απειλή για την ασφάλεια του Κόλπου.
Κοιτάζοντας τον χάρτη διαπιστώνει εύκολα κανείς τη Γεωγραφία, που συνδέει τις δύο χώρες. Η Σαουδική Αραβία στην είσοδο της Ερυθράς Θάλασσας, η Ελλάδα στην έξοδο… Και η Ελλάδα, σε μία εποχή που ο πρίγκηπας διάδοχος του Θρόνου επιχειρεί να δώσει νέα πνοή στη χώρα του με βήματα εκδημοκρατισμού και εκσυγχρονισμού αλλά και ριζικής μεταμόρφωσης της με το σχέδιο VISION2030, η διασύνδεση με την Ευρώπη είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Και η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει την πύλη για την Ευρώπη. Ένας αξιόπιστος εταίρος, χωρίς πολιτικά παιχνίδια, χωρίς ηγεμονικές αντιλήψεις ,χωρίς φαντασιώσεις για την αποκατάσταση παλιών αυτοκρατοριών.
Η αμυντική συνεργασία έχει ιδιαίτερη σημασία τόσο γιατί η Ελλάδα ενδιαφέρεται για τη σταθερότητα στην περιοχή του Κόλπου και της Βόρειας Αφρικής περιοχές που αποτελούν τον μεγάλο δίαυλο για την ελληνική εμπορική ναυτιλία αλλά και γιατί η ίδια η Σαουδική Αραβία θέλει να έχει παρουσία στη Μεσόγειο.
Η συμμετοχή της Σαουδαραβικής Βασιλικής Αεροπορίας σε ασκήσεις στον ελληνικό εναέριο χώρο, η στάθμευση μαχητικών αεροσκαφών της Σαουδικής Αεροπορίας στην Κρήτη, η παρουσία των ελληνικών Patriot στη Σαουδική Αραβία ενάντια στην πυραυλική απειλή από την Υεμένη αποτελούν καλή βάση για αυτή τη συνεργασία.
Οι εποχές που οι σχέσεις της Σ.Αραβίας με την Ελλάδα πέρναγαν μέσα από τις προσωπικές σχέσεις του Αρ. Ωνάση και του Γ. Λάτση έχουν περάσει και αποτελούν παρελθόν. Το υπόβαθρο υπάρχει για να διαμορφωθεί ένα ισχυρό όραμα για το μέλλον των σχέσεων αυτών που θα έχει ακόμη ισχυρότερο γεωστρατηγικό αποτύπωμα.
Και μετά οι επενδύσεις, η επιχειρηματική συνεργασία, τα μεγάλα πρότζεκτ θα είναι πολύ πιο εύκολα και πολύ πιο σταθερά στο χρόνο και πιο ανθεκτικά στις εξωτερικές επιρροές.