Περιοδεία σε Λευκωσία, Αθήνα και Άγκυρα πραγματοποιεί από την Τρίτη ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας, σε μια προσπάθεια που ξεκίνησε για να διασώσει τη γερμανική πρωτοβουλία στα ελληνοτουρκικά, η οποία όμως μετά τη μεθοδική και μάλλον όχι συμπωματική απόσυρση των δυο τουρκικών πλοίων από την κυπριακή ΑΟΖ, θα εξελιχθεί σε επίσκεψη πίεσης για άμεσο άνοιγμα της «θετικής ατζέντας» την οποία θέλει να προσφέρει το Βερολίνο στον Ταγίπ Ερντογάν.
Ο κ. Μάας, σύμφωνα με πληροφορίες, το πρωί της Τρίτης θα μεταβεί στην Λευκωσία όπου θα συναντηθεί με τον πρόεδρο Ν. Αναστασιάδη και τον ΥΠΕΞ Ν. Χριστοδουλίδη, και αργά το απόγευμα θα έρθει στην Αθήνα όπου θα γίνει δεκτός από τον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη και θα έχει δείπνο εργασίας με τον ομόλογό του Ν. Δένδια. Σύμφωνα με τουρκικά ΜΜΕ ο Χ. Μάας θα βρεθεί στην Άγκυρα στις 14 Οκτωβρίου.
Το Βερολίνο πιέζει για την άμεση επανέναρξη των διερευνητικών και ανησυχεί μήπως η καθυστέρηση που σημειώνεται στον καθορισμό ημερομηνίας λειτουργήσει αρνητικά και χαθεί το υποτιθέμενο μομέντουμ. Η γερμανική προεδρία θέλει να αποφύγει στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής να εμπλακούν οι ηγέτες και πάλι σε συζήτηση για την Τουρκία με αφορμή την πρόθεση του Ν. Αναστασιάδη να εγείρει το θεμα των Βαρωσίων, καθώς έτσι θα κινδυνεύσει να χαθεί η «περίοδος ανοχής» που έχει δοθεί μέχρι την Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου, οπότε θα επανεξετασθεί το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας.
Όμως, σε αυτόν τον άτυπο ρόλο μεσολαβητή δεν μπορεί φυσικά μέχρι στιγμής να εξασφαλίσει εγγυήσεις από την Άγκυρα ότι η αποκλιμάκωση στην Ανατολική Μεσόγειο που ξεκίνησε με την απόσυρση του Oruc Reis, αλλά και η κίνηση στην Κύπρο με την αποχώρηση των δυο τουρκικών πλοίων, θα έχει συνέχεια. Γιατί η αποστολή εκ νέου των τουρκικών πλοίων στην ελληνικη υφαλοκρηπίδα ή στην κυπριακή ΑΟΖ απαιτούν ολίγες μόνον ωρες, ενώ αντιθέτως τα ανταλλάγματα που ζητά να προσφερθούν στην Τουρκία έχουν διάρκεια και δεν ανατρέπονται εύκολα.
Η απόσυρση των τουρκικών πλοίων από την κυπριακή ΑΟΖ είναι προφανές ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κίνηση... καλής θέλησης από την Τουρκία, μια και η έμπρακτη αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου παραμένει σταθερή και βασική επιλογή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, κάτι που συμβαίνει φυσικά και με τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο. Μόνο η εγκατάλειψη αυτής της πολιτικής και η αποδοχή της επίλυσης των διαφορών οριοθέτησης μεσω διαπραγματεύσεων ή της παραπομπής τους στην Χάγη, μπορεί να θεωρηθεί κίνηση η οποία να δικαιολογεί αντίστοιχη κίνηση καλής θέλησης από την Ελλάδα και την Κύπρο στο πλαίσιο της ΕΕ.
Διότι το Βερολίνο κινείται σε διαφορετική λογική θέλοντας να προσφέρει μια νέα, επωφελή για την Τουρκία, Εταιρική Σχέση, παρακάμπτοντας την εύλογη απαίτηση της Ελλάδας και της Κύπρου αυτή η σχέση να συνδυαστεί με την αναγνώριση φυσικά της Κύπρου και την αποκατάσταση των σχέσεων καλής γειτονίας και εγκατάλειψης των προκλητικών ενεργειών εις βάρος δυο κρατών μελών.