Ο Απρίλιος υπήρξε ιδιαίτερα ταραχώδης και γεμάτος αντιφάσεις. Την ημέρα της (ανακοίνωσης των δασμών) απελευθέρωσης, ο υπουργός οικονομικών των Η.Π.Α., Σκοτ Μπέσεντ, συνέστησε σε όλους να πάρουν μια ανάσα, και να κατανοήσουν τι έγινε. Εξαιρετική συμβουλή, κάνοντας το ίδιο μπορούμε και εμείς να αναλύσουμε τα γεγονότα του τελευταίου μήνα.
Η βασική οικονομική παραδοχή του Απριλίου είναι η αβεβαιότητα. Αβεβαιότητα για τους δασμούς και για τις περικοπές φόρων. Η καθυστέρηση για τρεις μήνες της εφαρμογής των πλήρων δασμών, αποτελεί τόσο ανακούφιση όσο και παράταση της αβεβαιότητας. Οι φορολογικές ελαφρύνσεις που θα αποτελέσουν μοχλό ανάπτυξης, αναμένονται το δεύτερο εξάμηνο του 2025. Μέχρι τότε οι αγορές, θα κινούνται με βάση τις εξαγγελίες των κυβερνητικών στελεχών στο Χ.
Προφανώς, επειδή επιχειρηματικές αποφάσεις δε λαμβάνονται σε συνθήκες αβεβαιότητας, οι επενδυτές δεν έχουν κίνητρο να κρατούν αμερικάνικες μετοχές. Ταυτόχρονα, η αβεβαιότητα των δασμών έχει καταστήσει και τα αμερικανικά ομόλογα μη ελκυστικά. Εκροή κεφαλαίων και μείωση της αξίας του δολαρίου ακολουθούν. Περιέργως, δεν παρατηρούμε κάποια ιδιαίτερη άνοδο σε άλλα χρηματιστήρια. Κεφάλαια συσσωρεύονται σε ασφαλή καταφύγια όπως ο χρυσός, ο οποίος έχει φτάσει σε τιμές ρεκόρ, ξεπερνώντας τα 3.500$ για πρώτη φορά. Οι επενδυτές φαίνεται να υιοθετούν μια στάση αναμονής.
Την ίδια στιγμή που η αβεβαιότητα, έχει φτάσει στο ζενίθ, η κερδοφορία των επιχειρήσεων διατηρείται. Ο τραπεζικός και ο τεχνολογικός κλάδος έχουν κερδοφορίες ρεκόρ, ανακουφίζοντας για λίγο την κατάρρευση των δεικτών. Όπως έχουμε τονίσει στο παρελθόν, οι υψηλές αποτιμήσεις στις αρχές του χρόνου, προσομοίαζαν συνθήκες φούσκας.
Η κερδοφορία, σε συνδυασμό με τη σημαντική πτώση των τιμών των μετοχών, έχουν φέρει τις αποτιμήσεις σε πιο λογικά πλαίσια. Κάτω από κατάλληλες προϋποθέσεις, οι σημερινές τιμές θα μπορούσαν να είναι ελκυστικές. Ο κίνδυνος της ύφεσης βέβαια, μπορεί να ανατρέψει δραματικά το κλίμα. Η αλλαγή των εμπορικών σχέσεων και τα κόστη των δασμών, αναμφίβολα θα επηρεάσουν την οικονομική δραστηριότητα, χωρίς βέβαια να ξέρουμε το εύρος και το βάθος της πιθανής ύφεσης.
Στον τομέα των κρατικών δαπανών φαίνεται να μη γίνεται αρκετή πρόοδος. Το τεράστιο έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού είναι μη βιώσιμο, άρα οι περικοπές είναι απαραίτητες, ώστε οι φόρο-ελαφρύνσεις να έχουν αποτέλεσμα. Ο Ίλον Μασκ, φαίνεται ότι έχει αποτύχει. Μέχρι στιγμής έχει κάνει περικοπές περίπου 160 δισεκατομμυρίων.
Μια σταγόνα μπροστά στον ωκεανό των 7 τρισεκατομμυρίων του προϋπολογισμού και πολύ λιγότερα από τον στόχο του ενός τρισ. που είχε βάλει ως στόχο. Η μάχη με τον κρατικό μηχανισμό των Η.Π.Α. μπορεί πλέον να θεωρηθεί αποτυχημένη και με τεράστιο οικονομικό κόστος για τον ίδιο τον Μασκ και τις εταιρείες του. Η κυβέρνηση Τραμπ θα χρειαστεί να κάνει πιο βαθιές περικοπές στον προϋπολογισμό. Το ιδιαίτερα γαλαντόμο σύστημα παροχής ασφάλισης της κυβέρνησης θα χρειαστεί αναδιάρθρωση, αυστηροποίηση και μεγάλο πολιτικό κόστος. Το αν θα πάρει αυτήν τη δύσκολη απόφαση η κυβέρνηση μένει να φανεί.
Τα μέτωπα για την οικονομία είναι πολλά. Δεδομένης της πτώσης των αγορών, οι αποτιμήσεις φαίνονται λογικές, αλλά οι επενδυτές δεν έχουν χώρο για επιπόλαιες κινήσεις. Μέχρι να ξεκαθαριστούν τα θέματα των δασμών, των φοροαπαλλαγών και των κρατικών δαπανών οι αγορές θα είναι ευμετάβλητες. Το μόνο που χρειάζεται αυτή η περίοδος είναι γερό στομάχι.
*Ο Ηλίας Αρβανιτάκης είναι Οικονομολόγος - Αναλυτής, Morgan Stanley