Η Αν. Μεσόγειος στην εποχή Τραμπ, ο ανταγωνισμός δυνάμεων και ο ρόλος της Ελλάδας

Η Αν. Μεσόγειος στην εποχή Τραμπ, ο ανταγωνισμός δυνάμεων και ο ρόλος της Ελλάδας

Η εκλογή του Ν. Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, η συμφωνία εκεχειρίας στη Γάζα και η διαδικασία ειρήνευσης στη Συρία και τον Λίβανο, δημιουργούν ένα εντελώς νέο σκηνικό στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και θέτουν σοβαρές προκλήσεις για όλες τις δυνάμεις της περιοχής και φυσικά για την Ελλάδα.

Αν και όλοι αναμένουν τα πρώτα δείγματα γραφής της εξωτερικής πολιτικής της νέας αμερικανικής κυβέρνησης, είναι προφανές ότι ο ανταγωνισμός των περιφερειακών δυνάμεων θα κορυφωθεί το επόμενο διάστημα, καθώς όλοι προσπαθούν να τοποθετηθούν εγκαίρως σε αυτό το νέο μεγάλο «παιχνίδι» στη Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Στον ανταγωνισμό αυτόν με πρωταγωνιστές την Τουρκία, το Ισραήλ, το Κατάρ αλλά και τα ΗΑΕ και κυρίως τη Σαουδική Αραβία, όλοι οι περιφερειακοί «παίκτες» θα προσπαθήσουν να εξασφαλίσουν την «εύνοια» του Τραμπ πείθοντας τον Αμερικανό πρόεδρο ότι η συμμαχία μαζί τους εξυπηρετεί καλύτερα τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα. «Κλειδί» για τις εξελίξεις θα είναι βεβαίως η πορεία υλοποίησης της εκεχειρίας στη Γάζα.

Ήδη υπάρχουν πληροφορίες ότι ο ειδικός απεσταλμένος του Αμερικανού προέδρου για τη Μέση Ανατολή, Στηβ Γουίτκοφ, στον οποίο πιστώνεται σε μεγάλο βαθμό η επιτυχία της σύναψης της συμφωνίας για εκεχειρία, επιστρέφει στην περιοχή, ώστε να επιβλέπει ο ίδιος την τήρηση της.

Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ασκεί πιέσεις στο Ισραήλ και στον Μ. Νετανιάχου να είναι συνεπείς στην τήρηση της συμφωνίας και να αποδεχθούν έτσι και το σχέδιο που μόνο σε γενικές γραμμές έχει αποκαλυφθεί για την επόμενη ημέρα στη Γάζα.

Με την ανάληψη της διαχείρισης της Λωρίδας από την Παλαιστινιακή Αρχή, με παρουσία σε επόμενη φάση και δυνάμεων από αραβικές χώρες και κατόπιν ένα σχέδιο ανοικοδόμησης της Λωρίδας με χρηματοδότηση από τις αραβικές χώρες, ενώ συγχρόνως θα υπάρχει μια μορφή εποπτείας για θέματα ασφάλειας και από το ίδιο το Ισραήλ στα πρότυπα της Δυτικής Όχθης.

Η επιδίωξη του στενού συνεργάτη του Ν. Τραμπ είναι να γίνει ένα πρώτο βήμα για ειρήνευση στην περιοχή της Γάζας και επαναφορά στο τραπέζι της συζήτησης για τα δύο κράτη. Ένα σχέδιο που είχε υποχωρήσει σημαντικά μετά τον Πόλεμο της Γάζας και έχει σημαντικά προβλήματα να υπερβεί.

Όμως πληροφορίες των τελευταίων ημερών επιμένουν ότι ο κ. Γουίτκοφ θα επιδιώξει στο δεύτερο στάδιο της εκεχειρίας να προωθήσει την αποκατάσταση των σχέσεων του Ισραήλ με τη Σαουδική Αραβία, μια κίνηση η οποία θα ολοκληρώσει το πλαίσιο των Συμφωνιών του Αβραάμ, που ξεκίνησαν επί πρώτης θητείας Τραμπ.

«Η εξομάλυνση σημαίνει την αρχή του τέλους του πολέμου. Αυτό σημαίνει ότι ολόκληρη η περιοχή γίνεται ικανή για επενδύσεις και για χρηματοδότηση», δήλωσε ο κ. Γουίτκοφ.

Η ομαλοποίηση της κατάστασης στη Γάζα και η ενδεχόμενη επαναπροσέγγιση του Ισραήλ με τη Σαουδική Αραβία θα δημιουργήσουν νέα δεδομένα στην ευρύτερη περιοχή και συγχρόνως θα ξεκλειδώσουν μεγάλα σχέδια, τα οποία πάγωσαν λόγω του πολέμου στη Γάζα, με πρώτο τον διάδρομο IMEC που θα συνδέει την Ινδία με τις χώρες του Κόλπου, την Ιορδανία και το Ισραήλ, και τελική απόληξη την Ελλάδα, με τελικό προορισμό τις αγορές της Ευρώπης.

Η Ινδία έχει ιδιαίτερο ρόλο στον σχεδιασμό της νέας εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Παρά το γεγονός ότι ο Τραμπ απείλησε με δασμούς όλες τις χώρες των BRICS, δεν έχει κάνει ειδική αναφορά στην Ινδία. Μεγάλο πρόβλημα παραμένει η ενδεχόμενη απέλαση δεκάδων χιλιάδων Ινδών που ζουν στις ΗΠΑ και η αφαίρεση ιθαγένειας από τα παιδιά τους που έχουν γεννηθεί σε αμερικανικό έδαφος.

Πάντως, ο πρώτος υπουργός Εξωτερικών που συναντήθηκε με τον νέο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Μ. Ρούμπιο, ήταν ο Ινδός ΥΠΕΞ, Δρ. Σ. Τζαϊσανκάρ, ο οποίος εκπροσώπησε τη χώρα του στην τελετή ορκωμοσίας του Ν. Τραμπ. Ο τελευταίος, από την προηγούμενη θητεία του, διατηρούσε άριστες σχέσεις με τον Ινδό ηγέτη Ναρέντρα Μόντι, καθώς η Ινδία για τους Αμερικανούς μπορεί να αποτελέσει ένα σοβαρό αντίβαρο στην οικονομική και εμπορική ισχύ της Κίνας.

Η Αθήνα, σε αυτό το δύσκολο και ρευστό περιβάλλον, παρακολουθεί προσεκτικά τα βήματα της νέας αμερικανικής κυβέρνησης και στέλνει με κάθε τρόπο τα μηνύματα ότι η στενή σχέση που οικοδομήθηκε τα τελευταία χρόνια εξυπηρετεί και τις αμερικανικές επιδιώξεις στην περιοχή για ασφάλεια, σταθερότητα και συνεργασία.

Το αμέσως επόμενο διάστημα, ο Γ. Γεραπετρίτης σχεδιάζει μια περιοδεία στην περιοχή, η οποία θα δίνει και το στίγμα της ελληνικής πολιτικής, με το πρόσθετο «όπλο» της ιδιότητας της χώρας μας ως μη μόνιμου μέλους του ΣΑ του ΟΗΕ. Σταθμοί σε αυτή την περιοδεία θα είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, το Ισραήλ και η Ραμάλα, αραβικές χώρες, αλλά και η Ινδία, καθώς πέραν των σημαντικών διμερών σχέσεων, η Αθήνα θέλει να κρατήσει ζεστό το ενδιαφέρον που έχει δείξει ο ίδιος ο Ινδός ηγέτης για επιλογή της χώρας μας ως κεντρικής πύλης εισόδου του IMEC προς την Ευρώπη.

Σε αυτό το περιβάλλον, πάντως, φαίνεται ότι τα ελληνοτουρκικά μπαίνουν προσωρινά σε «χαμηλή ταχύτητα», καθώς η Τουρκία, απορροφημένη πλέον αποκλειστικά στην εδραίωση του ηγεμονικού ρόλου που διεκδικεί στην περιοχή, αναζητεί την «ευλογία» του Ν. Τραμπ, έχοντας φυσικά να υπερπηδήσει το τεράστιο εμπόδιο που έχει ορθώσει η επιθετική εχθρότητά της προς το Ισραήλ. Συγχρόνως, κάθε άλλο παρά διάθεση συνεννόησης με την Ελλάδα έχει επιδείξει, επιμένοντας σε όλο το πακέτο των αμφισβητήσεων και διεκδικήσεων της.

Σύμφωνα με ανώτερη διπλωματική πηγή μάλιστα, το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, που αρχικά επρόκειτο να συνεδριάσει μέχρι τον Φεβρουάριο, μετατίθεται τουλάχιστον για το τρίτο δεκαήμερο του Μαρτίου, πιθανόν και αργότερα, καθώς οι συνθήκες δεν επιτρέπουν προς το παρόν να εκπεμφθεί ένα ισχυρό θετικό μήνυμα από μια συνάντηση κορυφής.

Μια τέτοια συνάντηση θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και στη διατάραξη του ήπιου κλίματος και των «ήρεμων νερών» στο Αιγαίο. Επίσης, η ελληνική πλευρά καταλήγει στην εκτίμηση ότι μια προβληματική συνάντηση κορυφής, πριν από τα μέσα Μαρτίου πιθανότατα θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην πολυμερή διάσκεψη που προγραμματίζει ο ΓΓ του ΟΗΕ για το Κυπριακό στην Ελβετία. Πρόκειται για μια δύσκολη και μάλλον προδιαγεγραμμένης κατάληξης προσπάθεια για επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό.