Του Παναγιώτη Παστουσέα*
Στις 6 Δεκεμβρίου η χώρα μας, το Πολεμικό Ναυτικό και η μεγάλη θαλασσινή οικογένεια εορτάζει τον Άη Νικόλα, τον προστάτη άγιο της αλλά και τις νικηφόρες ναυμαχίες Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και Λήμνου ( 18 Ιανουαρίου 1913).
Αυτή την περίοδο το νόημα και οι επιπτώσεις των δύο αυτών ναυμαχιών είναι επίκαιρο όσο ποτέ. Ο,τι έγινε τότε καθόρισε την σημερινή μορφή της χώρας μας και επανέφερε το Αιγαίο στην αγκαλιά της Ελλάδας. Επειδή πολλές φορές η συλλογική μνήμη είναι κοντή και υπάρχει η τάση να θεωρούνται πολλά πράγματα δεδομένα, θα ήθελα να θυμίσω σύντομα πως και γιατί η χώρα μας άλλαξε μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και τις νικηφόρες ναυμαχίες Έλλης-Λήμνου αλλά και να επισημάνουμε το γεγονός ότι σήμερα μετά από 105 χρόνια περίπου από τις νικηφόρες ναυμαχίες και 95 χρόνια από την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάννης, ο γείτονάς μας θεωρεί ότι ήρθε η κατάλληλη στιγμή να ανατρέψει ότι καταφέραμε τότε.
Μερικά χρόνια μετά την πτώχευση του κράτους (1893) και την ταπεινωτική ήττα του 1897, η πάμπτωχη Ελλάδα με τα σύνορά της στην Θεσσαλία (για αυτούς που το ξεχνούν), το 1912, με την καθοδήγηση του Βενιζέλου, η χώρα μας εισέρχεται στους Βαλκανικούς πολέμους και καταφέρνει να διπλασιάσει την Ελλάδα, φτάνοντάς την σχεδόν στα σημερινά της σύνορα. Στους Βαλκανικούς Πολέμους, οι Βαλκάνιοι σύμμαχοι , μας δέχθηκαν στην συμμαχία αν και είχαν πανίσχυρους στρατούς γιατί το Ναυτικό μας κυριαρχούσε στο Αιγαίο και απαγόρευε την μεταφορά των Τουρκικών ενισχύσεων στο Βαλκανικό μέτωπο.
Ο Στόλος μας με επικεφαλής τον «Αβέρωφ» που αποκτήθηκε με την δωρεά ευπατρίδων, απελευθέρωσε τα νησιά του Βόρειου Αιγαίου και τις πόλεις Καβάλα, Αλεξανδρούπολη, Πόρτο Λάγος καθώς και το Άγιο Ορός.
Με τις νικηφόρες ναυμαχίες εξουδετερώθηκε ο Τουρκικός Στόλος και καθιερώθηκε η κυριαρχία μας στις Ελληνικές θάλασσες μέχρι σήμερα. Το γεγονός αυτό , δεν είναι αυτονόητο, το τότε καθόρισε το σήμερα και αυτό επιχειρείται στην παρούσα περίοδο να ανατραπεί από τους γείτονες μας.
Ναι είμαστε μια μικρή χώρα, τα μειονεκτήματα της μικρής χώρας (μικρός πληθυσμός, μικρές οικονομικές δυνατότητες και μικρότερη στρατιωτική ισχύ έναντι πολυπληθέστερων αντιπάλων) τα αντισταθμίζαμε πάντα, από αρχαιοτάτων χρόνων, με την δύναμη που μας έδινε η εκμετάλλευση του θαλασσίου στοιχείου που μας περιβάλει (θαλάσσιο εμπόριο, συγκρούσεις στην θάλασσα).
Όταν διαχρονικά το πλεονέκτημα του θαλάσσιου στοιχείου παραγκωνιζόταν η παρακμή ερχόταν γοργά και για πολλά χρόνια (παρακμή Βυζαντίου, Τουρκοκρατία)
Κάποιος πιθανόν να αναρωτηθεί θαύμα έγινε; πως διπλασιάσθηκε αυτή η πάμπτωχη, μισή από ότι είναι σήμερα χώρα; Είναι, προφανές ότι θαύματα δεν γίνονται εκείνη την εποχή η χώρα είχε ικανούς ηγέτες που οργάνωσαν την χώρα, προετοίμασαν την κοινωνία, της έδωσαν στόχους και όραμα έτσι ώστε οι πολίτες της να αισθάνονται ότι ανήκουν σε μία συμπαγή κοινωνία με ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των μελών της και οι ηγέτες της απολάμβαναν την εμπιστοσύνη της.
Κανένας ηγέτης όσο ικανός και αν ήταν δεν θα μπορούσε να καταφέρει τίποτα αν δεν είχε την στήριξη και την εμπιστοσύνη της κοινωνίας Η πάμπτωχη Ελλάδα στηρίχτηκε στο σθένος και την θέληση του Ελληνικού λάου που όχι μόνο έδινε τα παιδιά του στα πεδία των μαχών άλλα δώριζε από το υστέρημα του για τον εξοπλισμό ενόπλων δυνάμεων.
Η πληγωμένη εθνική αξιοπρέπεια μετά τον «πόλεμο της ντροπής» (1897), έγινε η αφορμή για την αφύπνιση της εθνικής συνείδησης. Ο λαός ήταν έτοιμος να προσφέρει, ο φτωχός τον οβολό του και οι πλούσιοι μέρος από την μεγάλη τους περιουσία. Η κοινωνία ήταν ενωμένη χωρίς καχυποψία και ταξικά πρόσημα, οι μεγάλοι ευεργέτες, οι ευπατρίδες και ο απλός πάμπτωχος λαός συντάσσονταν πίσω από τους ηγέτες της με ένα όραμα. Τίποτα δεν μπορούσε να αποσπάσει τους Έλληνες από τον στόχο τους, ούτε οι πολιτικές αντιπαραθέσεις.
Η σύγκριση με το σήμερα είναι αναπόφευκτη. Εθνικές ταπεινώσεις, οικονομική κρίση, εθνική υποχώρηση σε όλα τα μέτωπα, όλοι οι γείτονες διεκδικούν κάτι από εμάς και η κοινωνία κατακερματισμένη βυθισμένη στην μιζέρια της, με κάποια πολιτικά κόμματα να επιδιώκουν τον διχασμό βάζοντας ψεύτικα διλήμματα και ταξικά πρόσημα.
Πραγματικά, τα τελευταία χρόνια έχει καταβληθεί μεγάλη προσπάθεια για να αποκοιμηθεί πλήρως η Ελληνική κοινωνία και να αποδομηθεί κάθε διάθεσή της για αντίσταση σε ότι αφορά στα εθνικά θέματα και κυρίως έναντι της «μεγάλης Τουρκίας» έτσι ώστε ένα υπολογίσιμο μέρος των Ελλήνων να θεωρούν ότι μέσα στην οικονομική κρίση που ζούμε (που στην ουσία είναι κρίση αξιών και παρακμής) είναι μάταιο να αντιστεκόμαστε στις ορέξεις του γείτονα, δεν χρειάζεται να έχουμε ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις και να ξοδεύουμε χρήματα για τον εξοπλισμό τους, ας δώσουμε κάτι και στους Τούρκους να ησυχάσουμε και να συνεχίσουμε τον ύπνο μας (αυτή είναι διαχρονικά, η λογική κάποιων που αν επικρατούσε ούτε θα είχαμε απελευθερωθεί ούτε τα σύνορά μας θα ήταν εκεί που είναι σήμερα).
Τι άλλο πρέπει να γίνει ακόμη; πρέπει να ταπεινωθούμε πάλι όπως το 1897, για να ξυπνήσουν οι ηγέτες της χώρας αυτής , οι διανοούμενοι, οι δημοσιογράφοι, οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης και αυτή η ίδια η κοινωνία ώστε κάτι να αρχίζει να αλλάζει και να αναζητηθεί η αποκατάσταση της εθνική μας αξιοπρέπεια.
Οι γείτονες φαίνεται ότι μελέτησαν πάρα πολύ καλά την πολιτική του Βενιζέλου των Βαλκανικών πολέμων και αναπτύσσουν το Πολεμικό τους Ναυτικό έτσι ώστε σε λίγα χρόνια η Τουρκία να έχει μετασχηματιστεί από Ηπειρωτική δύναμη σε πανίσχυρη Ναυτική Δύναμη που θα μας επισκιάσει τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Α. Μεσόγειο, παίρνοντας ένα αιώνα περίπου μετά την ρεβάνς των ναυμαχιών Έλλης –Λήμνου.
Εάν οι αρμόδιοι για την λήψη αποφάσεων αγνοήσουν την ανάγκη διατήρησης της ναυτικής μας ισχύος και αφεθεί ο Στόλος μας να παρακμάσει, τότε η αξία μας σαν χώρα θα υποτιμηθεί , το κενό θα καλυφθεί από τους γείτονές μας και
τότε ίσως εμείς θα είμαστε αυτοί που θα περιμένουμε άλλα 100 χρόνια να πάρουμε πίσω ότι χάσαμε.
*Ο Παναγιώτης Παστουσέας είναι Αντιναύαρχος ε.α - Επίτιμος Υπαρχηγός Γενικού Επιτελείου Ναυτικού.