Όρους κηδεμονίας της Ελλάδας που θα επιβληθούν υπό την απειλή των όπλων ονειρεύεται ο Τούρκος ηγέτης Ταγίπ Ερντογάν καταφεύγοντας σε φρασεολογία και πρακτικές που παραπέμπουν στην χιτλερική Γερμανία και στον τωρινό συνομιλητή του Β. Πούτιν.
Αυτό που θα μπορούσε να ακούγεται ως μια «λογική» φράση έστω και σε επίπεδο κουτσαβακισμού «μην μπλέκεστε μαζί μας και εμείς δεν θα ασχοληθούμε μαζί σας» κρύβει κάτι εντελώς διαφορετικό καθώς έχει σημασία να εντοπίσουμε τι ακριβώς εννοεί ο κ. Ερντογάν με το «μην μπλέκεστε με εμάς».
Την ίδια προσέγγιση ακούμε για δεύτερη φορά τις τελευταίες ημέρες από τον Τούρκο πρόεδρο, προβάλλοντας ως πιθανή αντίδραση της Τουρκίας ακόμη και τη χρήση του υπό κατασκευή τουρκικού βαλλιστικού πυραύλου εναντίον και της ίδιας της Αθήνας, ενώ με όλο και πιο σαφή τρόπο διατυπώνουν αυτό το τελεσίγραφο, γιατί περί αυτού πρόκειται, σε συγχορδία οι κ. Τσαβουσογλου, Ακάρ και Οκτάϊ.
Ο αντιπρόεδρος μάλιστα της τουρκικής κυβέρνησης κ. Οκτάι έφθασε χθες στο σημείο να απειλήσει με ανάληψη δράσης ώστε όπως είπε «να μην ξαναδούμε τέτοιες φωτογραφίες», όπως αυτές από την επίσκεψη του ΑΓΕΕΘΑ στρατηγού Κ.Φλώρου πριν λίγες ημέρες στην Ψέριμο.
Η τουρκική ηγεσία είναι σαφές ότι απαιτεί από την Ελλάδα την πλήρη αποχή από την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της και μετατροπή της σε χώρα περιορισμένης κυριαρχίας και αυτό θέτει ως όρο προκειμένου να μην χρησιμοποιήσει τους πυραύλους του κ. Ερντογάν, να κάνει «διάλογο» και να αποκαταστήσει τις σχέσεις.
Η Άγκυρα απαιτεί να έχει λόγο για την άσκηση κυριαρχίας της Ελλάδας, όπως είναι το θέμα των 12 ν.μ. παρά το γεγονός ότι κάθε τέτοια απόφαση επέκτασης των χωρικών υδάτων είναι μονομερής ενέργεια που γίνεται βάσει του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.
Η Τουρκία επικαλείται το επιχείρημα ότι μια επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων θα την «αποκλείσει» από την έξοδο στην Μεσόγειο και θα περιορίσει σημαντικά την προς διανομή υφαλοκρηπίδα. Έτσι με το casus belli η Τουρκία επιχειρεί να ακυρώσει την άσκηση δικαιωμάτων της Ελλάδας και να επιβάλει μια οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και έναν διαμοιρασμό με όρους ισχύος και εκβιασμών.
Η Τουρκία έχει από το 1996 βάλει στο τραπέζι την θεωρία των «γκρίζων ζωνών» που επιδιώκει να αμφισβητήσει την ελληνική κυριαρχία και ενώ αρχικά είχε θεωρηθεί ότι επρόκειτο περί ενός διαπραγματευτικού εργαλείου, διαπιστώνεται ότι επρόκειτο για το πρώτο βήμα της γενικευμένης αμφισβήτησης του status quo στο Αιγαίο.
Συγχρόνως η Τουρκία έχει αναγάγει σε επίσημη πλέον πολιτική της τη θεωρία η οποία είναι σε πλήρη αντίθεση με το Δίκαιο της Θάλασσας ότι τα νησιά ανεξαρτήτως μεγέθους και οικονομικής δραστηριότητας επ αυτών, δεν δικαιούνται θαλάσσιες ζώνες. Και συνεπώς τα νησιά δεν μπορούν να έχουν δικαιώματα πέραν των χωρικών υδάτων τους τα οποία, με το casus belli η Τουρκία αυθαίρετα περιορίζει στα 6 ν.μ.
Από το 2019 η Τουρκία επιχείρησε να επιβάλει με τετελεσμένα τη θεωρία της στην Ανατολική Μεσόγειο με το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο εξαφανίζοντας κάθε επήρεια σε θαλάσσιες ζώνες πέραν των 6 ν.μ. , ανατολικά όλου του τόξου των νησιών Καστελόριζου - Ρόδου - Κάσου - Κάρπαθου αλλά και της ίδιας της Κρήτης.
Από το 2021 απαιτεί τη διακοπή κάθε μέτρου που λαμβάνεται για την άμυνα των νησιών επικαλούμενη τις Συνθήκες της Λοζάνης και των Παρισίων, θέτοντας συγχρόνως και θέμα ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά εφόσον δεν γίνει αποδεκτή η απαίτηση της.
Η Τουρκία και με τις τελευταίες δηλώσεις της ηγεσίας της δηλώνει πολύ απλά και με καθαρό τρόπο, ότι κάθε κίνηση της Ελλάδας που δεν θα συμμορφώνεται προς τις «υποδείξεις» της αυτές, θα είναι σαν να «θέλει να μπλέξει σε καυγά» με την Τουρκία όπως δηλώνει ο κ.Ερντογάν.
Ότι κάθε κίνηση άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων βάσει του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας, το οποίο δεν έχει την έγκριση της «Υψηλής Πύλης» θα συνιστά «νόμιμο λόγο» ακόμη και στρατιωτικής παρέμβασης της Τουρκίας.
Όσο κι αν θέλει να προβάλει υποκριτικά στην διεθνή κοινότητα η Τουρκία ότι είναι έτοιμη για διάλογο με τη χώρα μας, είναι σαφές τι επιδιώκει και είναι ακόμη πιο σαφές ότι δεν πρόκειται να αποδεχθεί η Ελλάδα μια διαδικασία που θα οδηγεί σε άνευ όρων υποταγή της χώρας στην Τουρκία.