«Δεν μπορούμε επιτρέψουμε τη δημιουργία ενός κενού σταθερότητας στην περιοχή» των Δυτικών Βαλκανίων, δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας μετά τη συνάντησή του με τον υπουργό Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας Μπουγιάρ Οσμάνι στην Αθήνα, ενώ προειδοποίησε ότι «το κενό θα μπορούσε εύκολα να καλυφθεί από άλλες μη ευρωπαϊκές δυνάμεις που είναι υπέρ του αναθεωρητισμού».
«Η Ελλάδα ιστορικά, αλλά και ενεργά υποστηρίζει τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και την ενταξιακή τους προοπτική», σημείωσε, «βέβαια βάσει των αιρεσιμοτήτων, της αξιοκρατίας και της μεθοδολογίας της ΕΕ».
«Πιστεύουμε ακράδαντα ότι αυτός είναι ο μόνος δρόμος για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή. Η Ευρώπη έχει την υποχρέωση να διατηρήσει την ευρωπαϊκή διεύρυνση στο τραπέζι».
Ο υπουργός Εξωτερικών τόνισε ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να προσφέρει τεχνική βοήθεια για να στηρίξει τις προσπάθειες των Δυτικών Βαλκανίων για ένταξη στην ΕΕ, υπογράμμισε όμως ότι «πρέπει να έχουμε εφαρμογή πλήρη συνεπή και καλή τη πίστει της Συμφωνίας των Πρεσπών για να υπάρξει πρόοδος».
«Δυο χρόνια μετά τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας των Πρεσπών, αναγνωρίζουμε ότι έχει γίνει πολύ μεγάλη προσπάθεια στην εφαρμογή της. Αλλά βεβαίως απαιτείται μεγαλύτερη πρόοδος», επισήμανε.
Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι χρειάζεται προσπάθεια όσον αφορά στην υλοποίηση και τη συνεπή χρήση του ονόματος και των ορολογιών από όλα τα δημόσια όργανα και τους ιδιωτικούς φορείς, συμπεριλαμβανομένων και των ιστοσελίδων. Χρειάζεται ακόμη προσπάθεια για την εξάλειψη, την εκρίζωση του προβλήματος της αρχαιοποίησης, την αφαίρεση του ήλιου της Βεργίνας από όλους τους δημόσιους χώρους και τις δημόσιες χρήσεις.
«Αυτό που είναι ξεκάθαρο στη Συμφωνία των Πρεσπών είναι η σαφήνεια για το τι έχει συμβεί στην αρχαιότητα», επισήμανε και πρόσθεσε ότι είναι ξεκάθαρο και έχει γίνει δεκτό από τη Βόρεια Μακεδονία ότι δεν ήταν στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, δεν ήταν παρόντες στα Γαυγάμηλα και σε άλλες ιστορικές στιγμές.
«Μεταξύ φίλων πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και ανοιχτοί», ανέφερε. «Η Ελλάδα μπορεί να γίνει ο καλύτερος σύμμαχος της Βόρειας Μακεδονίας, μπορεί να είναι ο καλύτερος φίλος της. Η Ελλάδα είναι μια χώρα με σημαντικά συμφέροντα στη σταθερότητα στην περιοχή και μας ενδιαφέρει πάρα πολύ η δική σας ευημερία».
Όπως υπενθύμισε, οι δύο χώρες έχουν κοινά σύνορα, ενώ η Ελλάδα έχει καλωσορίσει τη Βόρεια Μακεδονία σαν σύμμαχο στο ΝΑΤΟ και πραγματοποιεί αποστολές για την αστυνόμευση του εναερίου χώρου της.
Ευχαρίστησε μάλιστα τη γειτονική χώρα «για την ευθυγράμμιση της χώρας σας στην κοινή θέση της ΕΕ σε σχέση με την Τουρκία». «Έχει σημειωθεί και εκτιμάται ιδιαιτέρως το γεγονός αυτό από την Ελλάδα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά την περιφερειακή ανάπτυξη, υπογράμμισε τη σημασία της συμφωνίας με την Αλβανία για παραπομπή της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, πάντα στα πλαίσια του Διεθνούς Δικαίου και ειδικότερα του Διεθνούς Δικαίου της θάλασσας.
Αναφερόμενος δε στην έναρξη των διερευνητικών συζητήσεων με την Τουρκία για το θέμα της ΑΟΖ σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, σημείωσε ότι αυτό πρέπει να γίνει βάσει των ίδιων αρχών.
«Υπογραμμίζω τη σημασία να υπάρξει μια ομαλή συνέχιση των συζητήσεων και η ανάγκη να απέχει από προκλητικές ενέργειες η Τουρκία».
Ο υπουργός Εξωτερικών έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις σημαντικές δυνατότητες στις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών και τόνισε ότι αυτό πήγε σήμερα ένα βήμα παραπέρα με τις υπογραφές των τριών μνημονίων κατανόησης στον τομέα της Διπλωματικής Εκπαίδευσης, στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας, καθώς και τις επενδύσεις μεταξύ του Enterprise Greece και του αντίστοιχου φορέα της Βόρειας Μακεδονίας Invest North Macedonia.
«Πρέπει να ενθαρρύνουμε περισσότερο το εμπόριο και τις επενδύσεις. Αυτές με τις σειρά τους έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και ευημερία και στις δύο χώρες, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή».
Επισήμανε ακόμη ότι η Ελλάδα έχει καταβάλει μεγάλη προσπάθεια στα πλαίσια της ΕΕ να παρέχει υποστήριξη στην προμήθεια των εμβολίων κατά του κορονοϊού στη Βόρεια Μακεδονία και δεσμεύτηκε ότι θα συνεχίσει την προσπάθεια αυτή, ενώ και ο πρωθυπουργός είναι πολύ δραστήριος στον τομέα αυτό.
Σημείωσε τέλος ότι όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες, θα διοργανωθεί στην Ελλάδα το Δεύτερο Συμβούλιο Συνεργασίας Υψηλού Επιπέδου, κάτι το οποίο «θα είναι προς όφελος των λαών μας, των χωρών μας, της ευρύτερης περιοχής, αλλά και της Ευρώπης εν γένει».
Μ. Οσμάνι: Ελλάδα και Βόρεια Μακεδονία είναι στρατηγικοί εταίροι
Ο υπουργός Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας ευχαρίστησε την Ελλάδα για τη θέση που έχει επί της αρχής να στηρίξει τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες και την έναρξη των διαπραγματεύσεων της χώρας του.
«Εκτιμούμε τη στήριξή σας. Αυτό αποτελεί τη βάση για μια μακρά φιλία μεταξύ μας», ανέφερε. «Αναμένουμε μεγάλη στήριξη από τους φίλους μας στην Ελλάδα στον αγώνα μας για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση».
«Η Βόρεια Μακεδονία και η Ελλάδα είναι στρατηγικοί εταίροι και με τη δέσμευση στην υλοποίηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, θα συνεχίσουμε να αναπτύσσουμε και να ενισχύουμε τη στρατηγική αυτή εταιρική σχέση».
Όπως υπογράμμισε πρόθεση των δύο χωρών είναι να «υπερβούν τις σχέσεις καλής γειτονίας». «Θέλουμε τις διμερείς μας σχέσεις να τις μετατρέψουμε σε μια ειλικρινή και στρατηγική εταιρική σχέση βάσει της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και της υποστήριξης».
«Η πανδημία έχει δείξει τη σημασία της συνεργασίας μεταξύ όλων των χωρών στον τομέα της πολιτικής προστασίας, ειδικά όταν μιλάμε για όμορες χώρες».
Υπενθύμισε ότι τρέχουν διάφορα προγράμματα υποδομών, όπως ο διασυνδετήριος αγωγός για τη μεταφορά φυσικού αερίου, η εκ νέου χρησιμοποίηση του υφιστάμενου αγωγού, η προσπάθεια βελτίωσης σιδηροδρομικών και οδικών συνδέσεων, ενώ η Βόρεια Μακεδονία έχει την επιθυμία να συμμετάσχει στον FSRU στην Αλεξανδρούπολη και θα ανοίξει και ένας νέος συνοριακός σταθμός.
«Αναμένω τους επόμενους μήνες, μειώνοντας τα περιοριστικά μέτρα της πανδημίας, να έχουμε ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ μας, αλλά και της υλοποίησης των δραστηριοτήτων που ορίζονται στο σχέδιο δράσης της Συμφωνίας των Πρεσπών», επισήμανε.
«Ελπίζω αυτή η επίσκεψη να αποτελέσει ένα εναρκτήριο λάκτισμα για περισσότερες επισκέψεις σε όλα τα επίπεδα, αλλά και σε περισσότερες συμφωνίες που θα υπογραφούν, περισσότερες δραστηριότητες που ορίζονται στο σχέδιο δράσης, αλλά θα δημιουργήσουν επίσης και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη μεταξύ των λαών μας. Είναι πολύ σημαντικό για να υπάρξει μια διαρκής φιλία μεταξύ των χωρών μας», κατέληξε.