Η εκρηκτική αυλαία του 2022 προδιαγράφει μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά για τα ελληνοτουρκικά, καθώς το 2023 μπαίνει με τους χειρότερους, τα τελευταία χρόνια, οιωνούς στις σχέσεις των δυο χωρών.
Οι επαφές και οι δίαυλοι επικοινωνίας μηδενικοί, καθημερινές προκλήσεις επί του πεδίου, επιθετική και χολερική ρητορική εκ μέρους της τουρκικής ηγεσίας, εκτόξευση απειλών και τελεσιγράφων και αυτό σε μια περίοδο που το επόμενο πεντάμηνο θα διεξάγονται αμφίρροπες και δύσκολες εκλογές σε Αθήνα, Άγκυρα αλλά και στην Λευκωσία.
Η Άγκυρα διατηρεί και διευρύνει την ατζέντα των διεκδικήσεων της με το μεταναστευτικό, το μειονοτικό στην Θράκη, αλλά κυρίως με την προσπάθεια επιβολής στην Ελλάδα ενός ιδιαίτερου καθεστώτος χώρας μειωμένης κυριαρχίας, το οποίο δεν θα μπορούσε να ανεχθεί, πολύ περισσότερο να αποδεχθεί η οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση.
Παίζοντας δυνατά το χαρτί της αποστρατικοποίησης το οποίο συνδέει με την κυριαρχία των νησιών, ακόμη κι αν από μερικούς στην Αθήνα εκλαμβάνεται ως απλό διαπραγματευτικό εργαλείο, ρίχνει βαριά τη σκιά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις καθώς πρόκειται περί ζητήματος για το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει ούτε καν διερευνητικός ή άτυπος έστω διάλογος. Και έτσι η Τουρκία δημιούργησε μια νέα σοβαρή εκκρεμότητα η οποία είναι αδιέξοδη και δεν μπορεί να βρει τρόπο αντιμετώπισης.
Όμως και με την επικαιροποίηση του casus belli, η Τουρκία επιχειρεί να λειτουργήσει προληπτικά μέσω των απειλών της, ώστε να διατηρήσει και να διασώσει το «πνεύμα της Μαδρίτης» και τον αυτοπεριορισμό της Ελλάδας στην άσκηση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων.
Παρά τις εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν από την τελευταία δήλωση Τσαβούσογλου η Τουρκία εδώ και καιρό είτε με δηλώσεις είτε με κινήσεις επί του πεδίου ελαστικοποιεί το ακριβές αντικείμενο του casus belli ώστε να αναφέρεται μεν στο Αιγαίο αλλά να αφορά μια ευρύτερη περιοχή.
Το 2007 ο τότε υπουργός εξωτερικών Α.Μπαμπατζάν στην επίσκεψη του στην Αθήνα, στις συνομιλίες του με την Ντ.Μπακογιάννη είχε εκφράσει την πλήρη αντίθεση της Τουρκίας στο ενδεχόμενο επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στην Δυτική Ελλάδα. Αλλά και ο ίδιος ο κ.Τσαβούσογλου όταν προκλήθηκε το γνωστό επεισόδιο με το Oruc Reis στο Καστελόριζο το 2020 ρητά είχε δηλώσει ότι οι έρευνες έγιναν επί τουρκικής υφαλοκρηπίδας, με το τουρκικό ερευνητικό να φθάνει στο όριο των χωρικών υδάτων των 6 ν.μ. του Καστελόριζου. Σε μια κίνηση που επιχειρούσε να καταργήσει πλήρως το δικαίωμα της Ελλάδας για επέκταση των χωρικών υδάτων του νησιού σε 12ν.μ. παρά το γεγονός ότι κείται στην Ανατολική Μεσόγειο και όχι στο Αιγαίο.
Έναν χρόνο αργότερα τον Μάιο του 2021 σε συνέντευξη του στο ΒΗΜΑ ο κ.Τσαβούσογλου δήλωνε ότι η Τουρκία «δεν απορρίπτει κατηγορηματικά τα χωρικά ύδατα έως 12 ν.μ. όπου το επιτρέπουν οι συνθήκες» φέρνοντας ως παράδειγμα τη Μαύρη Θάλασσα και το Ιόνιο», προειδοποιώντας ότι η Τουρκία δεν θα επιτρέψει μια τέτοια επέκταση γιατί «με τα χωρικά ύδατα 12 ν.μ. στο Αιγαίο Πέλαγος, η ελευθερία της ναυσιπλοΐας θα επηρεαστεί σοβαρά».
Πάντως, έχει ιδιαίτερη σημασία η ακριβής ανάγνωση της δήλωσης Τσαβούσογλου και το πως προκλήθηκε.
«…Τις τελευταίες ημέρες, υπάρχουν ειδήσεις στον ελληνικό Τύπο, ειδικά γύρω από την Κρήτη, ότι τα χωρικά ύδατα θα αυξηθούν στα 12 μίλια. Η θέση μας σε αυτό το θέμα είναι πολύ ξεκάθαρη. Όχι 12, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε ούτε ένα μίλι επέκταση των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο. Η απόφαση που έλαβε η Τουρκική Εθνοσυνέλευση το 1995 για το θέμα αυτό είναι σαφής και εξακολουθεί να ισχύει...» δήλωσε ο κ.Τσαβουσογλου κάνοντας τον απολογισμό της χρονιάς που πέρασε.
Ο κ.Τσαβουσογλου μιλάει για το ενδεχόμενο επέκτασης «γύρω από την Κρήτη» που εκ των πραγμάτων μια τέτοια επέκταση βόρεια και ανατολικά του νησιού θα αφορά τη γεωγραφική έννοια του Αιγαίου, για την οποία ισχύει η απαράδεκτη απειλή πολέμου της Τουρκίας. Ο ίδιος πάντως χωρίς να απειλήσει ρητά με casus belli για επέκταση π.χ. νοτίως της Κρήτης άφησε, επικαλούμενος ελληνικά δημοσιεύματα την απειλή να πλανάται, ενώ την πρόβαλε συγκεκριμένα μόνο σε ό,τι αφορά στο Αιγαίο.
Το τελευταίο σκηνικό που στήθηκε με το casus belli δείχνει πόσο επιπόλαια και ανεύθυνα μερικές φορές λειτουργούν και τα ελληνικά ΜΜΕ. Δημοσίευμα ελληνικού ΜΜΕ εμφάνισε σχεδόν ειλημμένη την απόφαση επέκτασης των χωρικών υδάτων, καθορίζοντας μάλιστα και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, τον Μάρτιο, όταν είναι γνωστό ότι η προεργασία έχει μεν σχεδόν ολοκληρωθεί, αλλά καμία απολύτως απόφαση δεν έχει ληφθεί για το πότε και εάν θα ασκηθεί το δικαίωμα για επέκταση των χωρικών υδάτων νοτίως της Κρήτης.
Η ανευθυνότητα με την οποία προβλήθηκε το θέμα με την επίκληση γενικώς και αορίστως «πληροφορίες από πηγές» λειτούργησε ως το αναγκαίο φιτίλι για το εθνικιστικό λόμπι αναλυτών και φανατικών στην Τουρκία που έτσι δημιούργησε το κατάλληλο κλίμα που έδωσε την ευκαιρία στον Μ.Τσαβούσογλου και στον Χ.Ακάρ να επικαιροποιήσουν το casus belli σε ενδεχομένη επέκταση «γύρω από την Κρήτη».
Όμως η δημοσίευση χαρτών οι οποίοι είναι κυρίως εμπειρικοί και εμφανίζουν να κλείνουν τα στενά περάσματα μεταξύ Κρήτης-Κυθήρων και Κρήτης-Καρπαθου είναι αυτοί που χρησιμοποιήθηκαν από τους Τούρκους «αναλυτές» για να κινδυνολογήσουν για εγκλωβισμό και αποκλεισμό της Τουρκίας από τη Μεσόγειο.
Ο όλος χειρισμός προσφέρει και μια εύκολη επικοινωνιακή «νίκη» στην Άγκυρα που τον Μάρτιο θα καυχάται ότι απέτρεψε την υποτιθέμενη προγραμματισμένη από την Αθήνα επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων…
Είναι σαφές ότι η οποιαδήποτε σκέψη για επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων ειδικά στα νησιά που βρίσκονται κοντά στην τουρκική ακτή θα πρέπει να γίνει με βάσει τις διατάξεις της UNCLOS που προβλέπει ότι θα στηρίζεται «εκτός ύπαρξης άλλης συμφωνίας, στην μέση γραμμή» και συγχρόνως θα υπάρχουν εκείνοι οι δίαυλοι ναυσιπλοΐας που είναι αναγκαίοι κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να υπάρξει μια κλιμακωτή και ευέλικτη επέκταση εκ μέρους της Ελλάδας. Η Τουρκία δεν αποδέχεται όμως ούτε αυτό και ενώ για μεγάλο διάστημα στις διερευνητικές επαφές συζητούσε με την Ελλάδα τα εναλλακτικά σενάρια επέκτασης χωρικών υδάτων που θα είχαν και τη συναίνεση της Τουρκίας, τώρα η Άγκυρα επανέρχεται στο ότι δεν θα επιτραπεί «ούτε ένα μίλι επέκτασης στο Αιγαίο» και συγχρόνως δεν αναγνωρίζει κανένα δικαίωμα στα νησιά πέραν των 6 ν.μ.
Όμως η επέκταση των χωρικών υδάτων των ηπειρωτικών ακτών της χώρας μας αν και αφορούν το Αιγαίο δεν επηρεάζουν τα τουρκικά συμφέροντα και δεν μπορεί να επιτραπεί στην Τουρκία να αποκτήσει «βέτο» σε μια τέτοια κίνηση άσκησης κυριαρχίας.
Ειδικά όμως η περιοχή νοτίως της Κρήτης, που δεν αφορά την Τουρκία (παρά μόνο με την προβολή του παράνομου και μη αποδεκτού Τουρκολιβυκού Μνημονίου)είναι περιοχή που πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την Ελλάδα.
Το μεγάλο στοίχημα το αμέσως επόμενο διάστημα θα είναι για την Ελλάδα η υπόθεση της Λιβύης. Και εάν μετά και την πίεση που ασκείται στην Τρίπολη τόσο από το Κάιρο (με τη μονομερή οριοθέτηση) όσο και από την Ελλάδα με την πραγματοποίηση ερευνών στην ΑΟΖ που επίσης μονομερώς έχει οριοθετηθεί, ώστε είτε η σημερινή κυβέρνηση, (με όλα τα προβλήματα που αυτό θα προκαλέσει) είτε η επόμενη που θα προκύψει από τις εκλογές, υποχρεωθεί να ζητήσει διάλογο και πιθανότατα προσφυγή στην Χάγη τόσο από το Κάιρο όσο και από την Ελλάδα. Ήδη η Τρίπολη ζήτησε από την πλευρά της Αιγύπτου που διαθέτει κι άλλους μοχλούς πίεσης, τη συγκρότηση επιτροπών για διάλογο χωρίς να αποκλείει και την προσφυγή στην Χάγη. Με την Ελλάδα ίσως αργήσει αυτή η στιγμή, αλλά πάντως πριν ξεκινήσει αυτή η διαδικασία είναι σαφές ότι η Ελλάδα θα πρέπει να έχει ήδη επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα Νοτίως της Κρήτης.
Ακόμη κι αν πρόκειται περί χρονοβόρας διαδικασίας, η ετυμηγορία του Δικαστηρίου είτε στην διαφορά Ελλάδας-Λιβύης είτε στην διαφορά Λιβύης - Αιγύπτου, (με βάση και τη Νομολογία Νικαράγουας/Κολομβίας 2012 όπως επεσήμανε σε άρθρο του ο καθηγητής Π. Λιάκουρας) θα οδηγήσει εκ των πραγμάτων μια μεγάλη ρωγμή στον πυρήνα του Τουρκολιβυκού Μνημονίου και στο όραμα της «Γαλάζιας Πατρίδας».