Πυκνώνουν τα σύννεφα στα ελληνοτουρκικά - Γρίφος η στάση Τραμπ
shutterstock
shutterstock

Πυκνώνουν τα σύννεφα στα ελληνοτουρκικά - Γρίφος η στάση Τραμπ

Με το βλέμμα στραμμένο στη νέα αμερικανική κυβέρνηση που αναλαμβάνει τη Δευτέρα τα καθήκοντά της με την ορκωμοσία του προέδρου Ν. Τραμπ, Αθήνα και Τουρκία ζυγίζουν τα νέα δεδομένα που δημιουργούνται, καθώς πλέον είναι σαφές ότι έχουν πέσει πολλές σκιές πάνω από τη διαδικασία επαναπροσέγγισης των δύο χωρών.

Ήδη από την τελευταία συνάντηση Γεραπετρίτη-Φιντάν η ελληνική πλευρά είχε χαμηλώσει τις προσδοκίες σχετικά με την επίτευξη προόδου στο μεγάλο ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ και εστίαζε περισσότερο την προσοχή της στην αναζήτηση δικλείδων ασφαλείας και μηχανισμών, ώστε να διατηρηθούν τα «ήρεμα νερά», ακόμη και χωρίς πρόοδο στο κρίσιμο αυτό ζήτημα των διμερών σχέσεων.

Παρά τα «καλά λόγια» του Ντ. Τραμπ για τον Τ. Ερντογάν, είναι σαφές ότι προτεραιότητα του Αμερικανού προέδρου είναι οι σχέσεις με το Ισραήλ και η ολοκλήρωση των Συμφωνιών του Αβραάμ με τη Σαουδική Αραβία.Και αυτό θα είναι ένα πρώτο μεγάλο εμπόδιο στις σχέσεις των δύο χωρών, καθώς η προσπάθεια της Τουρκίας να διεκδικήσει ηγεμονικό περιφερειακό ρόλο προσκρούει στα συμφέροντα και στην ασφάλεια του Ισραήλ. Με σημείο κλειδί να παραμένει βεβαίως η αμερικανική στάση στο θέμα της κουρδικής οντότητας στη βορειοανατολική Συρία, με την αμερικανική κυβέρνηση να εκπέμπει αντιφατικά μηνύματα.

Ο νέος Αμερικανός ΥΠΕΞ Μ. Ρούμπιο πάντως, κατά τη διάρκεια της ακρόασής του στη Γερουσία, προειδοποίησε τον Τ. Ερντογάν να μη θεωρήσει ως ευκαιρία για να παρέμβει τη μεταβατική περίοδο στις ΗΠΑ και επεσήμανε ότι οι ΗΠΑ δε θα εγκαταλείψουν τους Κούρδους. Θέμα αιχμής θα είναι και το θέμα των κυρώσεων που έχουν στοιχίσει στην Τουρκία την αποβολή της από το πρόγραμμα F-35.

Η Αθήνα από την πλευρά της περιμένει τα πρώτα δείγματα γραφής από τη νέα αμερικανική κυβέρνηση και για το εάν θα συνεχιστεί η πολιτική και της πρώτης θητείας Τραμπ για ενεργό παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο με πυλώνες τη συνεργασία με Ελλάδα και Κύπρο και ενίσχυση της συνεργασίας που οικοδομήθηκε τα τελευταία χρόνια και σε στρατιωτικό επίπεδο. Αν και ο νέος Αμερικανός ΥΠΕΞ Μ. Ρούμπιο γνωρίζει την περιοχή, εκτιμάται ότι η νέα αμερικανική κυβέρνηση δεν έχει φυσικά στην ατζέντα της τα ελληνοτουρκικά, αλλά παραμένει στην αντίληψη ότι δεν πρέπει η αντιπαράθεση μεταξύ συμμάχων να οδηγήσει σε αποδυνάμωση του ΝΑΤΟ στη νοτιοανατολική πτέρυγά του. Και οι συστάσεις και οι παρεμβάσεις θα είναι στην κατεύθυνση της ενίσχυσης του διαλόγου για τη διατήρηση των «ήρεμων νερών»…

Το νέο διεθνές περιβάλλον που δημιουργεί η ανάληψη των καθηκόντων του Ν. Τραμπ και η απροβλεψιμότητα την οποία προκαλεί ο ανορθόδοξος τρόπος με τον οποίο πολιτεύεται, αλλά και η επιμονή της Τουρκίας να συμπεριλάβει στον διάλογο με την Ελλάδα όλο το πακέτο των διεκδικήσεών της, αλλά ακόμη και το μειονοτικό ζήτημα στη Θράκη, έχουν επιβραδύνει πλήρως τις διαδικασίες και επαφές και φαίνεται ότι οδηγούν την επίσκεψη Μητσοτάκη στην Άγκυρα για τη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας πιθανότατα και μετά τον Φεβρουάριο.

Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη δεν έχει προγραμματιστεί συνάντηση των δύο υπουργών εξωτερικών η οποία είχε προαναγγελθεί για τα μέσα Ιανουαρίου ώστε να προετοιμάσουν τη συνάντηση κορυφής και να αναζητήσουν κοινό έδαφος που θα επέτρεπε το επόμενο βήμα και συζητήσεις στο πλαίσιο του Πολιτικού Διαλόγου για την υφαλοκρηπίδα. Τα αρνητικά μηνύματα που εκπέμπονται αυτό το διάστημα από την Άγκυρα παγώνουν ακόμη περισσότερο το κλίμα.

Η διεξαγωγή και πάλι της μεγάλης αεροναυτικής άσκησης «Γαλάζια Πατρίδα 2025», που αποτελούσε μια επίδειξη δύναμης και απάντηση στις εξαγγελίες της Ελλάδας για ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της, η επιστροφή των παραβιάσεων του Ελληνικού Εναέριου Χώρου μετά από αρκετό διάστημα, η αύξηση των μεταναστών που προσπαθούν να περάσουν στην Ελλάδα με ορμητήριο την Τουρκία, αλλά και δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων δημιουργούν προβληματισμό στην Αθήνα.

Ο κίνδυνος αντίδρασης της Τουρκίας ακόμη και με στρατιωτική πίεση, έχει οδηγήσει σε πάγωμα σοβαρών πρωτοβουλιών της Ελλάδας, όπως είναι η κατάθεση στην Κομισιόν του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού, η έκδοση Προεδρικού Διατάγματος για την υλοποίηση των Θαλάσσιων Πάρκων, αλλά και των ερευνών για την πόντιση του καλωδίου διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου (GSI), σε περιοχές των ελληνικών χωρικών υδάτων, ακόμη και εντός της οριοθετημένης με την Αίγυπτο ΑΟΖ.

Είναι προφανές ότι με τέτοια ζητήματα σε εκκρεμότητα και εφόσον δε βρεθεί τρόπος συνεννόησης με την Τουρκία, μια συνάντηση Κορυφής θα φέρει σε δύσκολη θέση τους δύο ηγέτες, οι οποίοι επιδιώκουν σε κάθε συνάντησή τους να στείλουν το μήνυμα της συνεργασίας και της διατήρησης των «ήρεμων νερών».

Οι δηλώσεις του Μπαχτσελί που αμφισβήτησε την ελληνική κυριαρχία στα Δωδεκάνησα και απείλησε με νέο 1922 με αφορμή τα δημοσιεύματα περί εγκατάστασης αντιαεροπορικών συστημάτων στα νησιά αξιολογήθηκαν από την Αθήνα και εκτιμήθηκε ότι έπρεπε να δοθεί αυστηρή απάντηση μέσω του υπουργείου Εξωτερικών, καθώς ο Μπαχτσελί είναι κυβερνητικός εταίρος του Ερντογάν και πολύ συχνά με τις δηλώσεις του προηγείται και καθοδηγεί επιλογές της κυβέρνησης.

Στο τραπέζι φυσικά παραμένει και το σενάριο, το οποίο η ίδια η Άγκυρα ξεκίνησε, σε ό,τι αφορά πιθανή προσπάθεια οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Συρίας στα πρότυπα του Τουρκολιβυκού Μνημονίου. Βεβαίως, η ύπατη εκπρόσωπος της Ε.Ε. Κάγια Κάλας απαντώντας σε ερώτηση (στα ΝΕΑ) δήλωσε ότι στη συνάντηση που είχε με τον κ. Φιντάν της είπε «ότι δεν υπάρχει τέτοια πρόθεση και πως υφίστανται αβάσιμες φήμες» προσθέτοντας ότι δεν έχει κανέναν λόγο να αμφισβητήσει τον Τούρκο υπουργό εξωτερικών.

Είναι προφανές φυσικά ότι σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή για τη διαμόρφωση της στάσης και της Ε.Ε. έναντι της Συρίας ο Χ. Φιντάν δε θα ανακοίνωνε στην ύπατη εκπρόσωπο μια κίνηση η οποία θα παραβιάζει ευθέως τα κυριαρχικά δικαιώματα ενός κράτους μέλους της Ε.Ε. Πάντως, την Τετάρτη στην Άγκυρα βρέθηκαν συμπτωματικά ο υπουργός εξωτερικών της προσωρινής κυβέρνησης της Συρίας Ασάντ Αλ Σαλιμπάνι αλλά και ο πρωθυπουργός της επίσης προσωρινής κυβέρνησης της Λιβύης Α. Ντμπεϊμπά με τον οποίο όπως ανακοινώθηκε ο κ. Ερντογάν συζήτησε την εντατικοποίηση της συνεργασίας στους τομείς της ενέργειας, της ασφάλειας και της ναυτιλίας. Σύμφωνα με την προεδρία της Τουρκίας ο Τ. Ερντογάν δήλωσε ότι η στενή επαφή και συνεργασία θα συνεχίσει να διασφαλίζει τα «κοινά συμφέροντα της Τουρκίας και της Λιβύης στην Ανατολική Μεσόγειο».

Καθώς ξεκινά η προετοιμασία για τη σύγκληση διευρυμένης διάσκεψης (Λευκωσία και Αθήνα επιμένουν για πενταμερή, ενώ η τουρκική πλευρά θέλει τετραμερή με συμβολική μόνο συμμετοχή της Βρετανίας), η Τουρκία είναι οργισμένη με τα τελευταία «χτυπήματα» που της επιφύλαξε η απερχόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν. Έτσι, μετά την πρόσκληση του Ν. Χριστοδουλίδη στον Λευκό Οίκο τον Οκτώβριο, την υπογραφή συμφωνιών στρατιωτικής συνεργασίας, την προώθηση αναβάθμισης εγκαταστάσεων για την παροχή διευκολύνσεων στις αμερικανικές δυνάμεις, την Τετάρτη σε ένα από τα τελευταία διατάγματα που υπέγραψε ο Τζο Μπάιντεν αναβαθμίζει ουσιαστικά τη σχέση των ΗΠΑ με την Κύπρο σε επίπεδο χώρας κράτους μέλους του ΝΑΤΟ και στενού συμμάχου των ΗΠΑ.

Η απόφαση του προέδρου Μπάιντεν δίνει το δικαίωμα στην Κύπρο να έχει πρόσβαση σε αμυντικά είδη και αμυντικές υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών, μέσω τριών χωριστών προγραμμάτων: το Πρόγραμμα Στρατιωτικών Πωλήσεων Εξωτερικού (FMS) (για προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού απευθείας μεταξύ της κυβέρνησης των ΗΠΑ και της Κύπρου), το πρόγραμμα πλεονασματικού αμυντικού υλικού (EDA) (πλεονασματικό υλικό μπορεί να προσφερθεί είτε ως δωρεά είτε σε χαμηλή τιμή προς τα κράτη που συμμετέχουν στο πρόγραμμα) και το πρόγραμμα βοήθειας για την ασφάλεια «Title 10» (παροχή εκπαίδευσης και υλικού, κυρίως όσον αφορά ασφάλεια χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων και αντιμετώπισης τρομοκρατίας).

Μετά και τη συμφωνία με το Ισραήλ για αγορά αντιαεροπορικών συστημάτων, η είδηση της υπογραφής του Προεδρικού διατάγματος από τον Τζο Μπάιντεν έχει προκαλέσει οργή στην Άγκυρα. Πολύ περισσότερο όταν γνωρίζει ότι δύσκολα αυτές οι πρωτοβουλίες θα ανακληθούν από την κυβέρνηση Τραμπ, καθώς και στην προηγούμενη θητεία του Ντ. Τραμπ είναι που είχε εγκριθεί η νομοθεσία East Med Act με πρωτεργάτες τον Μπ. Μενέντεζ και τον Μ. Ρούμπιο, ο οποίος τώρα αναλαμβάνει την ηγεσία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.