Την 6η συνάντηση τους σε έναν χρόνο αναμένεται να έχουν στη Νέα Υόρκη τη μεθεπόμενη εβδομάδα στο περιθώριο της ΓΣ του ΟΗΕ ο Κ. Μητσοτάκης και ο Τ. Ερντογάν, σε μια συνάντηση που μπορεί η Αθήνα να την εντάσσει σε κλίμα κανονικότητας, όμως είναι σαφές ότι η παρούσα διαδικασία προσέγγισης φθάνει στα όρια της.
Στη συνάντηση όπως περιέγραψε και ο υπουργός εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτης θα γίνει «επιβεβαίωση της διάθεσης διαλόγου, αποτίμηση μέχρι τώρα πορείας και προγραμματισμός επομένων βημάτων» και θα υπάρξει το χρονοδιάγραμμα για τον Πολιτικό Διάλογο, τη Θετική Ατζέντα και τα ΜΟΕ, με ορίζοντα την επόμενη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας που θα πραγματοποιηθεί στην Τουρκία πιθανότατα στο τέλος του χρόνου.
Σε ένα διεθνές περιβάλλον που είναι εξαιρετικά ασταθές, η «μη ένταση» με την Τουρκία είναι θετική αλλά όσο παραμένουν στο τραπέζι οι διεκδικήσεις της Τουρκίας εις βάρος της χώρας μας και όσο εξελίσσεται η προσπάθεια ανάδειξης της Τουρκίας ως ηγεμονικής περιφερειακής δύναμης, υπάρχει διαρκώς ο κίνδυνος επιστροφής της έντασης καθώς η τουρκική πλευρά έχει εκλάβει εντελώς λανθασμένα, ως όρο για τη συνέχιση του σημερινού ήπιου κλίματος, την αποχή άσκησης εκ μέρους της Ελλάδας των κυριαρχικών δικαιωμάτων της. Και αυτή ακριβώς η κατάσταση είναι που θέτει και τα όρια στην τωρινή διαδικασία εφόσον δεν επιλυθεί η διαφορά που αφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.
Ο Γ. Γεραπετρίτης δήλωσε ότι η έναρξη της συζήτησης θα γίνει όταν ωριμάσουν οι συνθήκες και εναπόκειται στους δυο ηγέτες το πότε θα δώσουν το σύνθημα για την έναρξη των συνομιλιών για την οριοθέτηση. Βεβαίως, αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το εάν η Τουρκία δείξει ότι είναι διατεθειμένη για ουσιαστικές συνομιλίες εγκαταλείποντας θέσεις που είναι απαγορευτικές για την Ελλάδα καθώς άπτονται ακόμη και θεμάτων κυριαρχίας.
Ο Υπουργός Εξωτερικών τις τελευταίες ημέρες, βεβαίως, παρουσιάζει μια διαφορετική εικόνα για τα ελληνοτουρκικά δηλώνοντας ότι υπάρχει «ιστορική ευκαιρία» και ότι τώρα είναι η στιγμή για να λυθούν παλιές εκκρεμότητες, δήλωση η οποία προϊδεάζει για εξελίξεις στο μείζον αυτό ζήτημα.
Εξάλλου οι κ. Μητσοτάκης και Ερντογάν δε θα αποφασίσουν εν κενώ αλλά θα λάβουν την απόφαση τους μετά από την προεργασία η οποία θα γίνει από τους δυο υπουργούς εξωτερικών οι οποίοι το τελευταίο διάστημα είχαν τουλάχιστον δυο κατ ιδίαν συναντήσεις για την προετοιμασία της συνάντησης της Νέας Υόρκης.
Όμως εφόσον δεν έχουν προκύψει νέα δεδομένα (τα οποία εάν υπάρχουν πάντως έχουν κρατηθεί μυστικά) είναι εξαιρετικά δύσκολος ο εντοπισμός αυτής της «ιστορικής ευκαιρίας» στην οποία αναφέρεται ο Υπουργός Εξωτερικών. Και πάντως μέχρι στιγμής η Τουρκία δημοσίως κάθε άλλο παρά έχει απομακρυνθεί από πάγιες θέσεις οι οποίες και ευθύνονται για το γεγονός ότι δεν έχει υπάρξει μέχρι σήμερα επίλυση στο πρόβλημα της οριοθέτησης.
Διότι ακόμη και στην περίοδο των διερευνητικών επαφών επί κυβέρνησης Κ. Σημίτη όταν οι δυο πλευρές έφθασαν πολύ κοντά, σύμφωνα με τους πρωταγωνιστές της εποχής, συμφωνία δεν υπήρξε καθώς η Τουρκία την τελευταία στιγμή πρόβαλε όλο και νέες αξιώσεις που αφορούσαν την εθνική κυριαρχία.
Τα τελευταία δείγματα γραφής της Άγκυρας κάθε άλλο προδιαθέτουν για «ιστορική ευκαιρία». Με τις επιστολές στον ΟΗΕ η Τουρκία έχει εγείρει επισήμως θέμα ελληνικής κυριαρχίας σε μεγάλο αριθμό νησιών με την επίκληση της δήθεν παραβίασης του όρου αποστρατικοποίησης, με αφορμή τα θαλάσσια πάρκα επανάφερε πλήρως τη διεκδίκηση των «γκρίζων ζωνών», με το τελευταίο επεισόδιο στην Κάσο έδειξε την αποφασιστικότητα της για επιβολή του Τουρκολιβυκού Μνημονίου…
Είναι σαφές ότι οποιαδήποτε συζήτηση όσο καλοπροαίρετα κι αν ξεκινήσει και ό,τι τέχνασμα κι αν εφευρεθεί για να προχωρήσει έστω και ως άσκηση εργασίας το θέμα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, (ακόμη και για την προηγούμενη συνεννόηση για την άσκηση του δικαιώματος επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων) το θέμα του casus belli που αποσκοπεί στον περιορισμό της άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας αλλά και οι «γκρίζες ζώνες» που αφορούν αμφισβήτηση ελληνικής κυριαρχίας, είναι εμπόδια που δεν μπορούν να ξεπεραστούν.
Και εξάλλου είναι θέματα τα οποία ούτε στη Χάγη μπορούν να παραπεμφθούν λόγω και των ελληνικών επιφυλάξεων αλλά και για λόγους ουσίας καθώς θα σήμαινε ότι η Ελλάδα αποδέχεται να παραδοθεί η κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της στην κρίση ενός Δικαστηρίου.
Είναι κατανοητό ότι η αγωνία για το πόσο θα συντηρηθεί αυτό το ήπιο κλίμα στα ελληνοτουρκικά, γεννάει τον πειρασμό για το επόμενο βήμα ώστε να επιδιωχθεί η δυνατότητα επίλυσης του μείζονος θέματος της οριοθέτησης. Αλλά αυτή η αγωνία δεν μπορεί να μετατραπεί σε τροχοπέδη που θα διολισθήσει σε μια εφ' όλης της ύλης διαπραγμάτευση με την Τουρκία που τελικά δεν θα είναι τίποτε περισσότερο από μια διαπραγμάτευση επί των τουρκικών διεκδικήσεων και θα προσφέρει στην Τουρκία όσα μόνο με νικηφόρο πόλεμο θα αποκτούσε.
Και αυτό φυσικά δεν μπορεί να θεωρηθεί «ιστορική ευκαιρία», τουλάχιστον για την Ελλάδα…