17Ν και ΣΥΡΙΖΑ: Τα απόνερα μιας σχέσης

17Ν και ΣΥΡΙΖΑ: Τα απόνερα μιας σχέσης

Εν μέσω θέρους και καύσωνα, δημόσια αλλά σχεδόν ανεπαίσθητα, όπως ταιριάζει σε μια σχέση που έχει αναπτυχθεί από χρόνια, ξετυλίγεται η απόπειρα για εισδοχή στην τρίτη φάση «κανονικοποίησης» της 17Ν.

Η πρώτη φάση, μετά την καταδίκη, είχε όχημα τον «πολιτικό χαρακτήρα» των πράξεων που καταλογίστηκαν στα μέλη της οργάνωσης, την «καλή διαγωγή» που επέδειξαν τα περισσότερα από αυτά τα μέλη στη φυλακή (εκτός εκείνων που προσπάθησαν να αποδράσουν ή να προσηλυτίσουν), την εκμετάλλευση των προβλέψεων του Ποινικού Κώδικα για εργασία ή εκπαίδευση κατά την έκτιση της ποινής (καλό στον εαυτό τους, αλλά όχι στην κοινωνία, έκαναν όσοι διάλεξαν αυτό το δρόμο).

Η δεύτερη φάση συνέπεσε με μια πολιτική αλλαγή στη χώρα και επέφερε εντατικοποίηση των σχετικών με τη 17Ν εξελίξεων: Νύξεις από αρμόδια και αναρμόδια πολιτικά πρόσωπα περί διαχωρισμού των καταδικασμένων στα μάτια της κοινωνίας (και πάντως σίγουρα της νέας κυβέρνησης), αλλαγή κατεύθυνσης στην απόδοση αδειών εξόδου από τη φυλακή και, κυρίως, ψήφιση, την ύστατη εντός εκείνου του κυβερνητικού κύκλου στιγμή, γενικευμένης μεταρρύθμισης των ποινικών κωδίκων και της εν γένει ποινικής «φιλοσοφίας», στην κατεύθυνση επιεικέστερης μεταχείρισης πράξεων που θα μπορούσαν να θεωρηθούν (και πάντως θεωρούνταν από τη μεγάλη πλειοψηφία των μελών εκείνης της κυβέρνησης και των οπαδών της) ότι είχαν «πολιτικό χαρακτήρα».

Η τρίτη φάση, που εγκαινιάστηκε τούτες τις μέρες, είναι απότοκο των δυο προηγουμένων: μετά από τόσα χρόνια φυλάκισης και τόση προσπάθεια θεωρητικοποίησης τόσο των «πολιτικών εγκλημάτων», όσο και της δράσης της συγκεκριμένης οργάνωσης, ήρθε η ώρα να επιχειρηθεί η αξιοποίηση των ευεργετικών, ή πάντως ευεργετικότερων, ποινικών διατάξεων που ψήφισε η προηγούμενη κυβέρνηση. Ήδη ένα μέλος της οργάνωσης βγήκε από τη φυλακή μετά τη συμπλήρωση 19 χρόνων κράτησης. Ο βασικός εκτελεστικός της βραχίονας, που λίγους μήνες πριν, στη βάση άλλων προβλέψεων, είχε, χωρίς επιτυχία, επιχειρήσει να «διαλέξει» τόπο κράτησης, ετοιμάζεται να υποβάλλει αίτημα αποφυλάκισης. Κι άλλα μέλη της οργάνωσης είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν.

Και οι τρεις φάσεις της «επιχείρησης κανονικότητα» έχουν τη σφραγίδα ενός πολιτικού χώρου: Εκείνου που ξεκίνησε με θεμέλια τις «συλλογικότητες», το «δικαιωματισμό», τις «ανατρεπτικές δράσεις» και τον «αριστερό ριζοσπαστισμό», μετεξελίχθηκε σε κόμμα επίσημης διαμαρτυρίας πρώτα και εξουσίας στη συνέχεια, χωρίς να χάσει ούτε τα παραπάνω χαρακτηριστικά, ούτε τη στάση πολιτικού δέους και θεσμικής ευμένειας απέναντι στη δράση των μελών της 17Ν. Βασική παρακαταθήκη αυτού του πολιτικού χώρου ήταν το νέο ποινικό τοπίο αλλά, εξίσου καθοριστικά, η αμφισβήτηση της απαξίας των πράξεων για τις οποίες καταδικάστηκαν τα μέλη της οργάνωσης.

Οι νέες δυνατότητες διεκδίκησής της δεν καθιστούν αυτόματη την αποφυλάκιση. Υπάρχουν δικαστικές δικλίδες (κρίση πλήρωσης προϋποθέσεων από ειδικούς σχηματισμούς), πολιτικά μέσα (αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου), ενώ και το κοινωνικό σώμα δείχνει σημάδια μεταστροφής, μετά την τελευταία κυβερνητική αλλαγή και τη διαμόρφωση μιας εντελώς άλλης ατζέντας γύρω από την πανδημία και το περιβάλλον.

Όμως ο σπόρος έχει πέσει και η κοινωνία, όταν καταφέρει να σηκώσει κεφάλι από τον καύσωνα και τις παραλλαγές του ιού, θα έχει την ευκαιρία να αναρωτηθεί: είναι η δράση της 17Ν ζήτημα πρόσφορο για κομματική αντιπαράθεση και για άσκηση αντιπολίτευσης; Μπορούν να θεωρηθούν «πολιτικά», και άρα δυνάμει συγχωρητέα, τα εγκλήματα των μελών της; Η επιείκεια, που πράγματι χαρακτηρίζει την καλή διακυβέρνηση και την απόδοση δικαιοσύνης, μπορεί ποτέ να φτάσει ως την αναίρεση της δημοκρατίας, μέσω της έμπρακτης δικαίωσης ανθρώπων που σκότωσαν ακριβώς στο όνομα ανατροπής της δημοκρατίας;

* Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος και πρώην ευρωβουλευτής.