Του Αλέξανδρου Σκούρα
Την ώρα που γράφεται η στήλη ο Κυριάκος Μητσοτάκης μόλις ανέβηκε στη σκηνή προκειμένου να δώσει την τελευταία προεκλογική του ομιλία στην Αθήνα. Πολλά ειπώθηκαν από τους πολιτικούς του αντιπάλους σχετικά με τον ίδιο και το κόμμα του. Οι κυριότερες κατηγορίες εναντίον του ήταν ότι στην προσπάθεια διεύρυνσης της εκλογικής του βάσης έκλεισε το μάτι στην ακροδεξιά ή ακόμα και ότι ο ίδιος και το κόμμα του τοποθετούνται σε αυτόν τον χώρο. Μετά τις Ευρωοεκλογές, τόσο ο ίδιος όσο και η επικοινωνιακή ομάδα της Νέας Δημοκρατίας έκαναν μία υπέρβαση που πέρασε σχεδόν απαρατήρητη.
Μία βασική αρχή της πολιτικής επικοινωνίας είναι ότι αν θέλεις να διεισδύσεις σε έναν πολιτικό χώρο, η καλύτερη στρατηγική είναι να προβάλλεις τα κοινά σου με αυτόν και να αποφύγεις την ένταση στα σημεία που διαφέρεις. Έτσι όπως τα έφεραν οι εκλογές του Μαΐου αλλά και οι επακόλουθες δημοσκοπήσεις, η Νέα Δημοκρατία έχει πολλά να κερδίσει αν η Χρυσή Αυγή και η Ελληνική Λύση, το κόμμα Βελόπουλου, μείνουν εκτός Βουλής. Η προσπάθεια της ΝΔ για να επιτευχθεί αυτή η ευτυχής συγκυρία για την ποιότητα της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης θα μπορούσε να πάρει δύο μορφές. Η πρώτη, αυτή της ήπιας προσέγγισης, ενδεχομένως να έφερνε πιο σίγουρα αποτελέσματα στην κάλπη. Η δεύτερη, αυτή της σύγκρουσης και της διαφοροποίησης, ενώ περιλαμβάνει μεγαλύτερο εκλογικό ρίσκο, αποτελεί έντιμη στάση για ένα κόμμα που ανοιχτά απορρίπτει τον λαϊκισμό και την ακροδεξιά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, οι κεντρώοι αλλά ακόμα και οι δεξιοί υποψήφιοι της ΝΔ δεν επέλεξαν την στρατηγική του κατευνασμού της ακροδεξιάς αλλά αντίθετα οδηγήθηκαν σε μετωπική ρήξη μαζί της. Χαρακτηριστικές ήταν οι δηλώσεις του αρχηγού της ΝΔ στην εκπομπή Αταίριαστοι του ΣΚΑΙ: “Θα ήταν καλό για την ποιότητα της δημοκρατίας μας Χρυσή Αυγή και Βελόπουλος να μείνουν εκτός Βουλής” και λίγο αργότερα πρόσθεσε ότι “Είναι λογικό η Εκκλησία να αντιδρά όταν κάποιος πουλά δήθεν επιστολές του Ιησού”. Σε αντίστοιχο κλίμα κινούνται και οι δηλώσεις και τα άρθρα των μεγάλων στελεχών της ΝΔ, όπως ο Κωστής Χατζηδάκης ή πρωτοεμφανιζόμενων υποψηφίων όπως ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος που στην κεντρική του προεκλογική ομιλία κατέκρινε ανοιχτά τον κ. Βελόπουλο για τη στάση του προς τον Βλαδίμηρο Πούτιν και τη Ρωσία.
Αυτού του είδους η σκληρή γλώσσα δεν γίνεται να είναι συμβατή με μία στρατηγική κατευνασμού. Η Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη, όταν κλήθηκε να αποφασίσει πως θα τοποθετηθεί έναντι των κομμάτων που βρίσκονται δεξιά της και ενδεχομένως να κρίνουν το πόσο ισχυρή εντολή κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα επιτύχει στις εκλογές, επέλεξε τον δρόμο της σύγκρουσης και της αντιπαράθεσης. Επέλεξε τον δρόμο της αξιοπρέπειας και της αυτοσυγκράτησης.
Αν λάβουμε υπόψη τα ακραία πολιτικά πειράματα που έλαβαν χώρα τα τελευταία 10 χρόνια στην Ελλάδα, με κορυφαίο τη σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ στην κυβέρνηση για τέσσερα χρόνια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η τίμια και θεσμική στάση της ΝΔ στο συγκεκριμένο ζήτημα ήταν η πρώτη της μεγάλη νίκη. Η χώρα έχει μόνο να κερδίσει από την περιθωριοποίηση της ακροδεξιάς, το κοινοβούλιο δεν χρειάζεται ούτε ρωσικό, ούτε ναζιστικό κόμμα στη Βουλή.