Στις αρχές του 2020, μαζί με άλλους συνεργάτες ανοίξαμε το δικηγορικό μας γραφείο με πολλά όνειρα και ακόμα περισσότερη όρεξη για δουλειά. Είχαμε την ατυχία λίγες ημέρες μετά να ξεκινήσει το πρώτο lockdown. Προφανώς δεν ήμασταν οι μόνοι άτυχοι, ειδικά αυτής της γενιάς: άλλοι δεν εργάστηκαν για εβδομάδες ή μήνες, άλλοι έχασαν την επαφή με το πανεπιστήμιό τους, πολλοί ανέβαλαν σημαντικές στιγμές της ζωής τους και αρκετοί τις προσάρμοσαν στα δύσκολα δεδομένα της εποχής.
Παράλληλα, αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε τον σχεδιασμό μας για εκδηλώσεις, περιοδείες, πολιτικές δράσεις που για εμάς ήταν εξαιρετικά σημαντικές. Περιορίσαμε την επαφή μας με τους νέους γιατί αυτό ήταν προς το συμφέρων των ιδίων και του κοινωνικού τους κύκλου. Αναζητήσαμε εναλλακτικές μορφές επικοινωνίας συμβατές με τα υγειονομικά πρωτόκολλα ώστε να μπορούμε να ξανασυναντηθούμε όταν περάσει αυτή η περιπέτεια.
Όλοι κάναμε μικρές ή μεγάλες θυσίες. Θυσίες που για όλους μας ήταν επίπονες, αλλά αναγνωρίσαμε ότι εκείνες θα είναι αυτό που χρειαζόταν για να προστατέψουμε ένα μεγαλύτερο αγαθό. Τις κάναμε και συνεχίζουμε για πολλούς λόγους: για την υγεία μας, για την υγεία των γύρω μας, για το κοινό καλό, για να διατηρήσουμε όσα κερδίσαμε ενωμένοι.
Θα ρωτήσει κάποιος αν οι θυσίες αυτές έπιασαν τόπο. Η απάντηση είναι καταφατική: η Ελλάδα αποτέλεσε πρότυπο αντιμετώπισης του πρώτου κύματος, χάρη στη συντονισμένη προσπάθεια κυβέρνησης και πολιτών. Και η οικονομία; Και εδώ η απάντηση είναι καταφατική – και με μεγαλύτερη έμφαση από όσο νομίζουμε: η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από όλους τους οίκους αξιολόγησης – με πιο πρόσφατη περίπτωση την Moody’s – είναι μια καλή απόδειξη ότι έχουμε βάσιμους λόγους να αισιοδοξούμε ότι η ανάκαμψη θα έρθει μαζί με το τέλος της πανδημίας.
Στην αφετηρία δεύτερου lockdown άλλοι είναι περισσότερο συνειδητοποιημένοι, άλλοι είναι λιγότερο και κάποιοι αρχίζουν και απελπίζονται. Και είναι κατανοητό, διότι δεν είναι ίδιες οι αντοχές όλων μας, ούτε οι ψυχολογικές, ούτε οι οικονομικές. Πρέπει, όμως, να αντέξουμε. Και θα περίμενε κανείς από κόμματα ή πολιτικές νεολαίες, σε οποίον χώρο και αν ανήκουν την ελάχιστη κατανόηση και σοβαρότητα.
Είναι σοβαρό τη στιγμή που το σύστημα Υγείας φτάνει στο κόκκινο εμείς να συμπεριφερόμαστε σαν να μην συμβαίνει τίποτα; Είναι υπεύθυνο ενώ οι (διπλασιασμένες το τελευταίο εξάμηνο) ΜΕΘ γεμίζουν εμείς να αγνοούμε τα μέτρα προστασίας από τον κορωνοϊό; Είναι δυνατόν μπροστά στην απειλή να ζήσουμε καταστάσεις Ισπανίας και Ιταλίας με χιλιάδες νεκρούς η προτεραιότητά μας να είναι μια πορεία μνήμης;
Η κοινωνία πιέζεται σε παγκόσμιο επίπεδο, η οικονομία αιμορραγεί, η καθημερινότητά μας ανατρέπεται. Όλα αυτά προφανώς δεν αρέσουν σε κανέναν, είναι όμως απαραίτητα στον αγώνα για το κοινό καλό. Αν το δούμε αντίστροφα, είναι ένα «αναγκαίο κακό» για να αποφευχθεί ένα εφιαλτικό σενάριο. Μπροστά σε αυτό τον κίνδυνο, οι πολιτικές οργανώσεις – ιδίως οι νεολαίες – έχουμε χρέος να δώσουμε πρώτοι το παράδειγμα.
Δυστυχώς, έχουμε πολλά παραδείγματα στο παρελθόν που οι κομματικές επιδιώξεις έμπαιναν πάνω από το συμφέρον της κοινωνίας. Κάποιοι σε περιόδους απόλυτης δημοκρατικής ομαλότητας έβαζαν τους «αγώνες» τους πάνω από τα πτυχία μας ή τις χαμένες εξεταστικές, την ίδια στιγμή που έκλειναν καθημερινά δρόμους ταλαιπωρώντας εκατομμύρια συμπολίτες τους για να επιδείξουν αυξημένη αγωνιστικότητα.
Τις τελευταίες ώρες η συζήτηση επικεντρώνεται στην πορεία του Πολυτεχνείου. Μια πορεία η οποία φέτος δεν πρέπει να γίνει διότι αυτό υπαγορεύουν όλες οι οδηγίες αποφυγής της διασποράς του κορωνοϊού. Δυστυχώς, για κάποιους αυτό φαίνεται να μην είναι τόσο προφανές, μετατρέποντας έτσι ένα αμιγώς υγειονομικό ζήτημα σε πολιτική διαμάχη. Και αυτό δεν είναι απλά λάθος: είναι επικίνδυνο για τους ίδιους, για εμάς, για όλους, για το κοινό μας μέλλον.
Στην πιο δύσκολη παγκόσμια συγκυρία όλοι περιμένουμε από όλους κάτι διαφορικό. Από πλευράς μας, κάνουμε ό,τι μπορούμε για να σταθούμε στο ύψος της κρισιμότητας των περιστάσεων. Ίσως περιμένουμε μάταια από άλλους να πράξουν το ίδιο. Ένα είναι σίγουρο: όσο πιο κρίσιμες είναι οι εποχές, τόσο πιο αυστηρός θα είναι ο ιστορικός του μέλλοντος για όλους μας.
*Ο κ. Παύλος Μαρινάκης είναι Δικηγόρος, πρόεδρος ΟΝΝΕΔ