Του Παύλου Ελευθεριάδη*
Γιατί ψήφισαν οι βουλευτές του Σύριζα κατά της καταδίκης του Μαδούρο στο Ευρωκοινοβούλιo; Για άλλη μια φορά απομονώθηκαν από την δημοκρατική πλειοψηφία της Ευρωβουλής, παρέα (ξανά) με τους ευρωβουλευτές της Χρυσής Αυγής. Ίσως η στάση αυτή να προκαλεί ερωτηματικά, εν όψει της αναμενόμενης στροφής του Σύριζα προς την κεντρο-αριστερά. Κατά τη γνώμη μου ήταν απόλυτα φυσιολογική.
Η υπόθεση Μαδούρο είναι ξεκάθαρη. Ο de facto ηγέτης της Βενεζουέλας δεν είναι νόμιμα εκλεγμένος πρόεδρος. Καταδίωξε και έβαλε φυλακή τους πολιτικούς του αντιπάλους, ενώ δήθεν «επανεξελέγη» τον περασμένο Μάιο σε εκλογές παρωδία στις οποίες δεν συμμετείχε η αντιπολίτευση και τις οποίες δικαστές και εξωτερικοί παρατηρητές κατήγγειλαν ως νόθες.
Η μόνη λύση σήμερα είναι να γίνουν νέες προεδρικές εκλογές, που θα σέβονται τις προϋποθέσεις ελεύθερης και δίκαιης εκλογής, όπως ζητά η το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Γι αυτό ο Πρόεδρος της Βουλής της Βενεζουέλας θεωρεί τον εαυτό του μεταβατικό Πρόεδρο σύμφωνα με το άρθρο 233 του Συντάγματος, που προβλέπει την αναπλήρωση του Προέδρου από τον Πρόεδρο της Βουλής. Ο Μαδούρο όμως αρνείται να κάνει νέες εκλογές.
Η στήριξη προς ένα αυταρχικό καθεστώς, κάτω από τα φώτα της διεθνούς δημοσιότητας, έβλαψε το προφίλ του Σύριζα. Για παράδειγμα, ο διακεκριμένος Βρετανός πολιτικός και πρώην υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων στις κυβερνήσεις των Εργατικών Dennis McShane, δημοσίευσε μια πύρινη καταδίκη της ελληνικής κυβέρνησης στην εφημερίδα Independent. Ο ίδιος σχολιαστής είχε γράψει πριν από έξι μήνες ένα ιδιαίτερα υποστηρικτικό άρθρο για τον Έλληνα πρωθυπουργό, με αφορμή την συμφωνία των Πρεσπών.
Πράγματι η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ έχει προκαλέσει πολλές επιδοκιμασίες στην Ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Με την ψήφο υπέρ του Μαδούρο όμως, σκληρή δουλειά που είχε γίνει από την ελληνική κυβέρνηση για να φτιάξει μια εικόνα μετριοπάθειας για τον κ. Τσίπρα χάθηκε σε μια ημέρα. Γιατί; Πιστεύω ότι έγινε για λόγους αρχής.
Κατά την γνώμη μου – χωρίς να αποκλείω και στενές σχέσεις σε προσωπικό επίπεδο - η ψήφος δόθηκε από ειλικρινή ιδεολογική αφοσίωση σε παλαιές ιδεολογικές παραδοχές. Τις παραδοχές αυτές ο Σύριζα και η ηγεσία του υιοθετούσαν πριν γίνουν κυβέρνηση (όπως είχα γράψει σε ένα σχόλιό μου το 2012) και συμμερίζονται ακόμα βαθιά. Ο Σύριζα είναι κόμμα που εγκρίνει την απολυταρχία, αρκεί να ασκείται από «εμάς» και όχι «τους άλλους». Ο Σύριζα δεν είναι ένα κατ' αρχήν φιλελεύθερο κόμμα, με αφοσίωση σε πολιτικά αμερόληπτες συνταγματικές αρχές. Η σκέψη των ηγετών του είναι βασικά μαρξιστική και συγκρουσιακή, όχι δημοκρατική και συναινετική.
Με την αναφορά στην μαρξιστική σκέψη δεν εννοώ ότι οι κκ. Τσίπρας, Παππάς και Δραγασάκης είναι υπερασπιστές του σταλινισμού, του ίδιου τύπου με το ΚΚΕ. Δεν είναι κάτι τέτοιο. Νομίζω ότι έχουν εγκαταλείψει αυτήν την ορθοδοξία. Έχουν όμως κρατήσει την ουσία της μαρξιστικής ανάλυσης σε δύο πράγματα.
Πρώτον, πιστεύουν ότι η πολιτική ζωή αναλύεται στον διαρκή και χωρίς όρια πόλεμο των κοινωνικών τάξεων, ή τουλάχιστον τον πόλεμο μια μικρής και πονηρής καπιταλιστικής «ολιγαρχίας» με την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, που εκπροσωπούν οι ίδιοι. Η πολιτική δεν είναι κατά βάθος θεσμική, αλλά συγκρουσιακή. Αυτό ακριβώς ισχυρίζεται και ο Μαδούρο, στρέφοντας τα βέλη του στον «καπιταλισμό» και φυσικά τις Ηνωμένες Πολιτείες, ως ορκισμένο του εχθρό.
Δεύτερον, οι μαρξιστές πιστεύουν ότι το πολιτικό κόμμα βρίσκεται στην πρωτοπορία της κοινωνίας και κατανοεί τον συσχετισμό δυνάμεων καλύτερα από όλους. Γι αυτό η ηγεσία μπορεί να κάνει όσους ελιγμούς θέλει, ενίοτε λέγοντας ψέματα στους ψηφοφόρους της και οπαδούς της, αρκεί να προχωρά ο υπέρτατος σκοπός της κατίσχυσης επί της «ολιγαρχίας». Γι αυτό η κομματική ηγεσία μπορεί να ξεγελά τις μάζες, όπως έκανε με το δημοψήφισμα, στο οποίο ζήτησε το «Όχι», ελπίζοντας σε «Ναι», ή με το δήθεν «πρόγραμμα» της Θεσσαλονίκης.
Οι δύο αυτές μαρξιστικές-λενινιστικές παραδοχές οδηγούν τον Σύριζα στην ιδεολογική υπεράσπιση του αυταρχικού λαϊκισμού, όταν αυτός ασκείται από τις «καλές» κοινωνικές δυνάμεις και χρησιμοποιείται για να νικήσει τους εκπροσώπους της κακής «ολιγαρχίας». Η λενινιστική αυτή λογική της σύγκρουσης χωρίς όρους είναι όμως αντιδημοκρατική, αφού απονομιμοποιεί συλλήβδην τους πολιτικούς αντιπάλους. Βάζει το Σύνταγμα στο περιθώριο, μειώνοντας την αξία του σε απλή διαδικασία.
Αυτή η λογική ενός πολέμου με έναν κρυφό και παντοδύναμο εχθρό βολεύει όμως τους εθνικιστές και λαϊκιστές κάθε είδους, όπως βολεύει και τον δικτάτορα Μαδούρο, ή τον Ερντογάν και τον Πούτιν. Δημιουργεί ένα προπέτασμα αυταπάτης, που επιτρέπει σε ηγέτες που αδιαφορούν για την συνταγματική τάξη και την πραγματική δημοκρατία και να ισχυρίζονται - ακόμα και στον εαυτό τους - ότι τα ψέματα ή οι φυλακίσεις ή οι άλλες ανηθικότητες που διαπράττουν, γίνονται για το καλό του «αγώνα», δηλαδή της άνευ όρων σύγκρουσης με τον παντοδύναμο εχθρό. Ο λενινισμός είναι ακριβώς «ιδεολογία» γιατί προσφέρεται ως βολική αυταπάτη, που συγχωρεί τις ακρότητες της αυτοσυντήρησης.
Γι αυτό ο κ Τσίπρας δεν έχει ακόμα μάθει να φέρεται ως Πρωθυπουργός όλων των Ελλήνων και ο κ. Βούτσης δεν έχει μάθει να φέρεται ως Πρόεδρος της Βουλής όλων των Ελλήνων. Κάθε απόφασή τους είναι στενά κομματική, εξυπηρετώντας διαρκώς την σύγκρουση και όχι την συναίνεση ή την αξία των συνταγματικών θεσμών μας.
Η στήριξη προς έναν και αντιδημοκρατικό ηγέτη ήταν έτσι για τον Σύριζα απόλυτα φυσιολογική. Ήταν θέμα αρχής. Πηγάζει από τις βαθιές ιδεολογικές παραδοχές της σημερινής ηγεσίας του Σύριζα και την θητεία τους στην μαρξιστική-λενινιστική σκέψη. Ο πολιτικός αυταρχισμός, η σύγκρουση και ο τακτικισμός είναι αναπόσπαστα κομμάτια της πολιτικής τους ιδεολογίας.
*Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης είναι καθηγητής δημοσίου δικαίου στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και δικηγόρος στο Λονδίνο