«19χρονος μαθητής ΕΠΑΛ στη Πάτρα έσπασε το σαγόνι 16χρονου συμμαθητή του», «17χρονος μαθητής σε σχολείο του Βύρωνα έπεσε θύμα άγριου ξυλοδαρμού από 17 συμμαθητές του», είναι μερικά από τα πρωτοσέλιδα του Τύπου που έχουν απασχολήσει τη κοινή γνώμη το τελευταίο διάστημα. «Φοβάμαι να το πω στους γονείς μου», «δεν θέλω να πάω σχολείο», «με κοροϊδεύουν και στο φροντιστήριο», «δεν μπορώ να κοιμηθώ το βράδυ», «του δίνω το χαρτζιλίκι μου κάθε μέρα» είναι μερικές από τις εκφράσεις που ακούν στο Χαμόγελο του Παιδιού από μαθητές που ζητούν βοήθεια.
Το φαινόμενο της άσκησης εσκεμμένης, απρόκλητης, συστηματικής και επαναλαμβανόμενης βίας και επιθετικής συμπεριφοράς με σκοπό την επιβολή, την καταδυνάστευση και την πρόκληση σωματικού και ψυχικού πόνου σε μαθητές από συμμαθητές τους, εντός και εκτός σχολείου έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Δικτύου κατά του Σχολικού Εκφοβισμού (European Antibullying Network- ΕΑΝ), ένα στα τρία παιδιά πέφτει θύμα εκφοβισμού εντός σχολικού περιβάλλοντος στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα, ένας στους τρεις μαθητές δέχεται σωματικό εκφοβισμό, ενώ λεκτικό εκφοβισμό δέχονται περισσότεροι από τους μισούς μαθητές. Το 25% των παιδιών που πέφτουν θύματα εκφοβισμού και δεν αναφέρουν το πρόβλημα στην οικογένεια υφίσταται τις συνέπειες με αποτέλεσμα η ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη να είναι προβληματική.
Η χώρα μας, επίσης, κρατά και τη δεύτερη θέση στο διαδικτυακό bullying, όπως προέκυψε από έρευνα του ΕΑΝ σε εφήβους ηλικίας από 14-17 ετών από επτά ευρωπαϊκές χώρες (Ελλάδα, Ισπανία, Πολωνία, Γερμανία, Ρουμανία, Ολλανδία και Ισλανδία).
Συγκεκριμένα το 30% των μαθητών ανέφερε πως είναι θύμα σχολικού εκφοβισμού με το 5% αυτών να λέει πως ο εκφοβισμός γίνεται συχνά ή πολύ συχνά. Παράλληλα, 6 στα 10 παιδιά του δημοτικού έχουν δηλώσει πως υπήρξαν μάρτυρες λεκτικού εκφοβισμού συμμαθητή τους και 3 στους 10 μαθητές ανέφεραν ότι έχουν παρακολουθήσει σωματικό εκφοβισμό στο σχολείο τους.
Τα κρούσματα σχολικής βίας επιβεβαιώνουν και οι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι σε ποσοστό 68% δηλώνουν πως βρίσκονται αντιμέτωποι με τέτοια περιστατικά τουλάχιστον 5 φορές τον χρόνο αν και αντιλαμβάνονται μόνο ένα στα 25 περιστατικά bullying που διαδραματίζονται στους σχολικούς χώρους.
Ενδεικτικό είναι μάλιστα είναι ότι σύμφωνα με έρευνα του «Χαμόγελου του Παιδιού» το 6,3% των εφήβων στην Ελλάδα έχει δεχτεί διαδικτυακό εκφοβισμό σε διάστημα τεσσάρων μηνών και το 3,6% δηλώνει ότι έγινε δράστης. Το 42% των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι τα περιστατικά ενδοσχολικής βίας και παραβατικότητας υποβαθμίζονται ή αποσιωπώνται, ενώ μόνο 1 στα 10 παιδιά που βιώνουν κάποια μορφή βίας λαμβάνουν υποστήριξη στην Ελλάδα.
Σύμφωνα μάλιστα με την Εταιρεία Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε), άλλες έρευνες για τη συχνότητα του φαινομένου στην Ελλάδα δείχνουν ότι οι μισοί από τους μαθητές-θύματα βίας δεν αναφέρουν πουθενά το γεγονός, ενώ οι υπόλοιποι μισοί συνήθως το αναφέρουν σε φίλους τους και σπανιότερα στους εκπαιδευτικούς και τους γονείς τους. Σημειωτέον πως τα αγόρια εμπλέκονται περισσότερο σε περιστατικά σωματικής βίας σε σύγκριση με τα κορίτσια, τα οποία φαίνεται να εμπλέκονται πιο συχνά σε περιστατικά λεκτικής βίας.
«Τα ποσοστά των τελευταίων ερευνών που έχουν δει το φως της δημοσιότητας είναι σίγουρα αποκαλυπτικά. Να σημειωθεί όμως ότι κάποια περιστατικά έχουν γίνει γνωστά λόγω της έντασης της βίας που χρησιμοποιήθηκε. Διότι υπάρχουν και αρκετά, σε καθημερινή μάλιστα βάση, που λύνονται ενδοσχολικά, χωρίς απαραίτητα να φθάνουν στα ΜΜΕ. Στις κλήσεις που δεχόμαστε καθημερινά όσον αφορά συμβουλευτική σε παιδιά που καλούν για διάφορα θέματα, 1 στις 10 έχει να κάνει με τον εκφοβισμό», όπως υπογραμμίζει η Ιωάννα Χαρδαλούπα, ψυχολόγος του Τμήματος Πρόληψης και Ευαισθητοποίησης Παιδιών, Γονέων και Εκπαιδευτικών του Χαμόγελου του Παιδιού.
Επισημαίνει δε ότι «το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού είναι πολυπαραγοντικό με πολλές πτυχές. Μπορεί να οφείλεται τόσο σε κοινωνικούς παράγοντες, όσο και προσωπικούς και οικογενειακούς του κάθε παιδιού. Π.χ. σύμφωνα με τη βιβλιογραφία τα αγόρια προτιμούν τη φυσική βία και τα κορίτσια τη λεκτική. Γι? αυτό και η κάθε περίπτωση θα πρέπει να λαμβάνεται ως ξεχωριστή και να της δίνεται μια ολιστική συμβουλευτική προσέγγιση κοιτώντας σφαιρικά. Μόνο έτσι μπορούμε να βοηθήσουμε και τις δυο πλευρές. Και αυτούς που δέχονται δηλαδή τον εκφοβισμό και αυτούς που τον ασκούν. Πρέπει δηλαδή να επικεντρωνόμαστε στην αύξηση της ενσυναίσθησης, του να μπαίνουμε στη θέση του άλλου, να κατανοήσουμε τα κίνητρα μιας συμπεριφοράς, να καταλάβουμε γιατί, όχι να δικαιολογήσουμε καταστάσεις και βίαιες ενέργειες».
Όπως μάλιστα χαρακτηριστικά τονίζει η κυρία Χαρδαλούπα «όσοι ασχολούμαστε συστηματικά με το ζήτημα του εκφοβισμού, γνωρίζουμε ότι αυτός έχει κάποια βασικά χαρακτηριστικά. Ένα από αυτά είναι η πρόθεση να προκληθεί κάποιου είδους βλάβη. Και δεν γίνεται τυχαία. Ένα δεύτερο εξίσου σημαντικό χαρακτηριστικό του είναι η επανάληψη. Το ότι μπορεί να συμβαίνει δηλαδή ανά τακτά χρονικά διαστήματα, συστηματικά και να έχει και διάρκεια στο χρόνο. Και ένα εξίσου βασικό στοιχείο του εκφοβισμού, εξίσου σοβαρό, με τα προηγούμενα, είναι η ανισορροπία δύναμης. Το γεγονός ότι μπορεί να είναι πολλοί, εναντίον ενός, καθώς και ότι τα παιδιά που συνήθως ασκούν τη βία μπορεί να υπερτερούν σε μυϊκή δύναμη.
Έχει όμως να κάνει και με προσωπικά χαρακτηριστικά του καθενός. Όπως ότι συνήθως τα παιδιά που δέχονται τον εκφοβισμό είναι πιο εσωστρεφή, δυσκολεύονται να αναζητήσουν βοήθεια γιατί βιώνουν δυσάρεστα συναισθήματα, ντρέπονται να μιλήσουν, φοβούνται. Ενώ από την άλλη πλευρά τα παιδιά λόγω των αντιδράσεων που βλέπουν από τους παρατηρητές, όπως ορισμένους να γελάνε, άλλους να αδιαφορούν, θεωρούν πολλές φορές τέτοιες συμπεριφορές φυσιολογικές ή αστείες. Αλλά για να είναι κάτι αστείο ή για να είναι κάτι πλάκα, όπως συμφωνούμε και πάντα με τα παιδιά γι? αυτό στις παρεμβάσεις που κάνουμε, θα πρέπει να γελάμε όλοι, να είναι για όλους αστείο κι ευχάριστο και φυσικά μια πλάκα δεν περιλαμβάνει σε καμία περίπτωση τέτοια δυσάρεστα συναισθήματα όπως είναι η ντροπή και ο φόβος».
Τα δυο τελευταία όμως δεν είναι τα μόνα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα θύματα σχολικού εκφοβισμού. Σύμφωνα με το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής Ε.Π.Ι.Ψ.Υ. «η πρόληψη και η αντιμετώπιση του φαινόμενου του εκφοβισμού μεταξύ εφήβων-μαθητών αποκτά μεγάλη σημασία καθώς οι συνέπειές του μπορεί να είναι εξαιρετικά σοβαρές, τόσο για τα θύματα όσο και για τους θύτες. Ειδικότερα, οι μαθητές που υφίστανται εκφοβισμό είναι πιθανόν να αναπτύξουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και να παρουσιάσουν συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους ενώ οι θύτες είναι πιθανόν να εμφανίσουν χαμηλή σχολική επίδοση και συμπτώματα κατάθλιψης. Επιπλέον, πολλές έρευνες έχουν συνδέσει τον εκφοβισμό με την εκδήλωση ψυχολογικών και σωματικών συμπτωμάτων από την πλευρά των θυμάτων, όπως πονοκέφαλο, πόνο στο στομάχι και διαταραχές του ύπνου».
Όπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω η σχολική βία είναι ένα σοβαρό εκπαιδευτικό και κοινωνικό πρόβλημα με ανησυχητικές προεκτάσεις στην εποχή μας. Η εκπαιδευτική κοινότητα πρέπει να δραστηριοποιηθεί για την πρόληψη και την αντιμετώπισή του με παιδαγωγικό και αποτελεσματικό τρόπο. Γι' αυτό, καθοριστικός είναι ο ρόλος που διαδραματίζει η σχολική διοίκηση και οι παρεμβάσεις των εκπαιδευτικών στην αναχαίτιση ή την εκδήλωση της βίαιης συμπεριφοράς των μαθητών, με όποιο τρόπο αυτή εκδηλώνεται.
Γι? αυτούς τους λόγους η υπουργός Παιδείας, Νίκη Κεραμέως, παρουσίασε πρόσφατα τις λύσεις που προωθεί η ηγεσία του υπουργείου, για το εν λόγω ζήτημα. Συγκεκριμένα αναφέρθηκε α) στην καθιέρωση του θεσμού του «Δάσκαλου/Καθηγητή Εμπιστοσύνης», στον οποίο θα μπορούν να απευθύνονται οι μαθητές ατομικά ή ομαδικά, συζητώντας προβλήματα που αντιμετωπίζουν, όπως θέματα σχολικού εκφοβισμού κ.α., β) στην ενίσχυση του ομαδοσυνεργατικού πνεύματος, μέσω των ομαδικών δημιουργικών δραστηριοτήτων στο σχολείο και των μαθητικών ομίλων, γ) στον εμπλουτισμό της ύλης με διδακτικές ενότητες σχετικές με τα δικαιώματα, τις ευθύνες και τις κοινωνικές σχέσεις των μαθητών. Επίσης θα επιδιωχθεί και η παροχή της δυνατότητας σε κάθε σχολείο να αξιοποιεί εκπαιδευτικούς με ειδικές γνώσεις, όπως και διεπιστημονική ομάδα συνεργατών (π.χ. ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς κ.ά.) ανάλογα με τις ανάγκες του.
Μέχρι την υλοποίηση των παραπάνω ωστόσο, το κενό στη πρόληψη και την αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού φαίνεται πως καλύπτει ως ένα βαθμό το «Χαμόγελο του Παιδιού». Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στο liberal.gr η κυρία Χαρδαλούπα, «το σύνολο των παρεμβάσεων μας είναι ολιστικό. Με λίγα λόγια, αν έχει πρόβλημα ένα παιδί, κοιτάμε τόσο τη σχολική κοινότητα, να μιλήσουμε στα παιδιά και τους εκπαιδευτικούς δηλαδή, όσο και τους γονείς.
Το Χαμόγελο του Παιδιού έχει την προεδρεία του ΕΑΝ, το οποίο σημειωτέον λειτουργεί ως εταίρος σε ευρωπαϊκά προγράμματα, τα προϊόντα των οποίων χρησιμοποιούμε για να ενημερώνουμε τα παιδιά σχετικά με τον εκφοβισμό και πως μπορούν ευρύτερα να αντιμετωπίσουν τη βία.
Επίσης διαθέτουμε το κέντρο Ημέρας «το Σπίτι του Παιδιού», το οποίο αναλαμβάνει θεραπείες παιδιών και γονιών που έχουν υποστεί κάποια μορφή κακοποίησης, μέσα στις οποίες μπορεί να είναι και ο εκφοβισμός.
Επιπροσθέτως από το Τμήμα Πρόληψης και Ευαισθητοποίησης Παιδιών, Γονέων και Εκπαιδευτικών, ενημερώνουμε τους εκπαιδευτικούς και αυτοί αφού λάβουν την επιμόρφωση και την ενημέρωση, μπορούν να χρησιμοποιήσουν στις τάξεις τους προγράμματα που είναι προσαρμοσμένα για τα παιδιά και είναι εγκεκριμένα από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Φυσικά έχουμε μνημόνιο συνεργασίας με το Υπουργείο Παιδείας, το οποίο είναι μόνιμο. Να επισημάνω στο σημείο αυτό ότι τα προγράμματά μας έχουν αξιολογηθεί θετικά και κρίθηκαν παιδαγωγικά κατάλληλα για την εφαρμογή στις σχολικές τάξεις.
Τέλος, υπάρχει και η τηλεφωνική γραμμή μας, η 1056 –εθνική τηλεφωνική γραμμή SOS για τα παιδιά, δωρεάν, ανώνυμη, 24 ώρες το 24ωρο-, όπου και εκεί οι κοινωνικοί λειτουργοί και οι ψυχολόγοι που εργάζονται, ενημερώνουν κατά τον ίδιο τρόπο, κάνουν συμβουλευτικές ενημερωτικές δηλαδή, δέχονται αναφορές και δίνουν τις συμβουλές και τις κατευθύνσεις τους και στο κομμάτι του εκφοβισμού, μεταξύ άλλων που άπτονται της παιδικής προστασίας».