Στις 28 Φεβρουαρίου ο κ. Στ. Μάνος έκανε, μέσω του Liberal.gr, με ένα άρθρο του, μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση για την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων. Τι είπε ο κ. Μάνος;
Ζήτησε από το υπουργείο να δημοσιοποιήσει τις επιδόσεις των λυκείων στις πανελλαδικές εξετάσεις την τελευταία πενταετία. Είναι ένας ασφαλής δείκτης για να δούμε τι γίνεται στα δημόσια λύκεια. Οι αριθμοί δεν μπορούν να αμφισβητηθούν και ως εκ τούτου τα πορίσματα θα είναι ακριβή. Θα διαπιστώσουμε δηλαδή αν υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις στα ποσοστά επιτυχίας στις πανελλαδικές εξετάσεις μεταξύ των λυκείων και αν ναι, οφείλουμε να εξετάσουμε τους λόγους που μια σχολική μονάδα υστερεί και μια άλλη έχει σημαντικά ποσοστά επιτυχίας.
Οι αιτίες ποιες είναι; Κοινωνικές, δηλαδή τα λύκεια που υστερούν είναι σε υποβαθμισμένες περιοχές; Μήπως ευθύνονται οι υλικοτεχνικές υποδομές; Ή μήπως ευθύνονται οι καθηγητές; Ή συντρέχουν άλλοι λόγοι;
Μπορεί να βρεθούμε μπροστά σε εκπλήξεις αναλύοντας τα αποτελέσματα αυτής της αξιολόγησης. Προφανώς η προσπάθεια των εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Παιδείας δεν θα εξαντληθεί στην στατιστική καταγραφή. Θα ακολουθήσουν παρεμβάσεις για να διορθωθούν τα κακώς κείμενα στις σχολικές μονάδες που υστερούν.
Η ένσταση είναι γνωστή. Δεν μπορεί μια αξιολόγηση να γίνει με σημείο αναφοράς τις πανελλαδικές εξετάσεις. Εν μέρει σωστή η ένσταση, όμως είναι μια καλή αρχή γιατί βασίζεται πάνω σε αριθμούς που δεν αμφισβητούνται. Όμως, ας αντιληφθούμε, πως οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι η κατάληξη μιας εξαετούς προσπάθειας στην οποία συμμετέχουν οι μαθητές, οι καθηγητές και οι γονείς. Καλώς ή κακώς, αυτό είναι το περιβάλλον της Μέσης Εκπαίδευσης. Από την στιγμή που τα βασικό κριτήριο αυτής της πορείας είναι η ταυτόχρονη απόκτηση γνώσης και κρίσης, τότε είναι λογικό να δούμε τα αποτελέσματα της στην κορωνίδα αυτής της προσπάθειας, δηλαδή στις πανελλαδικές.
Εννοείται πως αν κάποιοι θεωρούν πως η αποστολή της Μέσης Εκπαίδευσης είναι η ανάδειξη λαϊκών αγωνιστών, τότε πολύ λογικά θα διαφωνήσουν με αυτήν την προτεινόμενη μέθοδο αξιολόγησης. Οι Έλληνες φορολογούμενοι όμως πληρώνουν την Δημόσια Παιδεία για να μορφώσουν τα παιδιά τους. Και αυτό συμβαίνει σε όλες τις χώρες του κόσμου. Ανέκαθεν το εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας ήταν ο ανελκυστήρας που ανέβαζε, κοινωνικά, παιδιά που προέρχονταν από την αγροτική και την εργατική τάξη. Εκατοντάδες χιλιάδες επιστήμονες προήρθαν και προέρχονται από φτωχές οικογένειες, στις οποίες δούλευαν όλοι για να σπουδάσει ο ένας. Μάλιστα, στην δική μου την γενιά -είμαι γεννημένος το 1953 και αποφοίτησα από το Πειραματικό Θεσσαλονίκης που ήταν τότε ένα από τα καλύτερα ΔΗΜΟΣΙΑ σχολεία της Ευρώπης- στα ιδιωτικά σχολεία πήγαιναν οι λεγόμενοι «σκράπες». Αυτοί που δεν μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα στα δημόσια σχολεία, τα οποία παρά τις υποβαθμισμένες υλικοτεχνικές υποδομές, είχαν κύρος γιατί κυρίως οι καθηγητές αγαπούσαν την δουλειά τους, δηλαδή αγαπούσαν τους μαθητές τους. Αυτό το εισπράτταμε τότε και τους το ανταποδίδουμε σήμερα.
Τώρα λοιπόν, είναι ευκαιρία, αξιοποιώντας την πρόταση του κ. Μάνου να δούμε τι φταίει και πού φταίει. Το να γνωρίζει μια σχολική μονάδα ότι υστερεί δεν είναι κακό ούτε προσβλητικό. Είναι η απαραίτητη συνθήκη για να βελτιωθεί μετά τις παρεμβάσεις που θα γίνουν. Ας ξεκινήσουμε από την επεξεργασία των αριθμών και μετά βλέπουμε.