Του Γιάννη Παντελάκη
«Η έξοδος από την κρίση θα επιτρέψει και πάλι τη μείωση των συντελεστών». Μέσα από αυτές τις δεκατρείς λέξεις, ο Αλ. Τσίπρας προανήγγειλε το χρόνο των επόμενων εκλογών: φθινόπωρο του 2018. Τότε θα έχει ολοκληρωθεί η τυπική λήξη των μνημονίων, θα έχει αρχίσει η δύσκολη έξοδος στις αγορές και θα έχουν δοθεί μερικές ακόμα φραστικές υποσχέσεις για ρύθμιση του χρέους. Με πολλές υποσχέσεις για μείωση των φορολογικών συντελεστών, ακύρωση των περικοπών συντάξεων και του αφορολόγητου και νέα …γεφύρια, θα οδηγήσει τη χώρα στις κάλπες.
Από τώρα και έως το επόμενο καλοκαίρι, η χώρα θα διανύει μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο. Σ'' αυτήν, θα επιχειρείται η διαστρέβλωση των επιπτώσεων από τα σκληρά μνημονιακά μέτρα, θα γίνεται προσπάθεια για προσλήψεις κάθε τύπου και ο προπαγανδιστικός κυβερνητικός μηχανισμός (με πολλές επιτυχίες στο ενεργητικό του, είναι η αλήθεια) θα διαμορφώνει τη δική του πραγματικότητα που μπορεί να μην ανταποκρίνεται σε αυτά που συμβαίνουν, αλλά θα ανταποκρίνονται σ'' αυτήν αρκετοί πολίτες, όπως έχει δείξει το παρελθόν.
Ο Τσίπρας, έδειξε το χρόνο των εκλογών και επειδή η τακτική του είναι απόλυτα προβλέψιμη, μπορεί κάποιος εύκολα να αναφερθεί από τώρα τις συνθηματολογικές προσεγγίσεις που θα κάνει μετά το καλοκαίρι του 2018, από τις προεκλογικές εξέδρες. Η κυβέρνησή του έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια στα οποία μας έβαλαν οι προηγούμενοι (ότι τα μνημονιακά μέτρα έχουν χρόνο εφαρμογής έως το 2022 με τα υπερβολικά πλεονάσματα που συμφώνησε, θα το αποσιωπά). Ο ΣΥΡΙΖΑ αν κερδίσει τις εκλογές θα ακυρώσει τις περικοπές σε συντάξεις και αφορολόγητο (μια παραλλαγή των κάλπικων υποσχέσεων για παράλληλο πρόγραμμα και ισοδύναμα μέτρα). Ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί την προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης απέναντι στη φιλελεύθερη (παρότι η δική του κυβέρνηση υλοποίησε το πιο ακραίο φιλελεύθερο οικονομικό πρόγραμμα και συνεργάστηκε με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ).
Υπάρχουν πολλά ακόμα που μπορεί να υποσχεθεί ο Τσίπρας, σχεδόν τα πάντα, άλλωστε δεν έχει πολλούς ηθικούς φραγμούς είναι ικανός για οτιδήποτε. Το ερώτημα είναι αν όλα αυτά, είναι ικανά να ανατρέψουν τις καμπύλες των δημοσκοπήσεων που σήμερα είναι αρνητικές με τον ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχουν κάποια δεδομένα στοιχεία που έχουν αναδειχτεί από αυτές τις δημοσκοπήσεις, τα οποία δείχνουν ότι η ανατροπή είναι έως και αδύνατη, αυτό που είναι ωστόσο εφικτό είναι η αύξηση της σημερινής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ με την παράλληλη μείωση της ψαλίδας που τον χωρίζει από τη Ν.Δ.
Υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό απογοητευμένων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ (40-50%), το οποίο απαντά πως δεν υπάρχει περίπτωση επανάληψης της ίδιας κομματικής επιλογής. Το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των ψηφοφόρων κατευθύνεται σε επιλογές αποχής ή άκυρου και ένα μικρότερο σε άλλα κόμματα με βασικότερη δεξαμενή υποδοχής το νέο σχήμα της κεντροαριστεράς. Ακόμα και αν το ποσοστό αυτό (των συνολικά απογοητευμένων ψηφοφόρων) παραμονές των εκλογών μειωθεί – κάτι αναμενόμενο - δεν αναμένεται να είναι ικανό για να φέρει την ανατροπή της σημερινής εικόνας. Αυτό που είναι πιθανό να φέρει, είναι η αύξηση του ποσοστού επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ, ν'' αυξηθεί δηλαδή ο ήδη πολύ χαμηλός βαθμός συσπείρωσής του (που μόλις πλησιάζει σήμερα το 50%).
Αν τα πράγματα έχουν αυτή την πορεία, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην συγκεντρώνει παρά ελάχιστες πιθανότητες για την πρώτη θέση, θα έχει καταφέρει ωστόσο την αποτροπή αυτοδυναμίας από τη Ν.Δ. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, μια τέτοια εξέλιξη θα αποτελεί την καλύτερη δυνατή. Η η χώρα δεν οδηγηθεί σε νέες εκλογές, η Ν.Δ. θα αναγκαστεί να συνεργαστεί με κάποιο άλλο κόμμα (το σχήμα της κεντροαριστεράς αποτελεί τον πιθανότερο εταίρο) και ο ΣΥΡΙΖΑ από την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα αρχίσει πάλι να «πυροβολεί» (κάτι το οποίο κάνει με εξαιρετικά αποτελεσματικό τρόπο), περιμένοντας τις επόμενες εκλογές.