Του Δημήτρη Καμπουράκη
Μέσα σε τρεις μόλις μέρες: Δεν τους άφησαν να καταθέσουν στεφάνι στο Πολυτεχνείο. Τους έκραξαν μπροστά στην αμερικάνικη πρεσβεία. Δεν άφησαν τον Γαβρόγλου να μιλήσει στην Θεσσαλονίκη. Μπούκαραν εργαζόμενοι των δήμων στο υπουργείο εργασίας ψάχνοντας την Αχτσιόγλου να της τα ψάλλουν. Είναι πια ηλίου φαεινότερο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, εκτός από την μάχη μέσα στην μεγάλη σιωπηρή πλειοψηφία, έχει χάσει πια και την μάχη στο πεζοδρόμιο.
Μεταξύ μας, τους χρειαζόταν. Όταν ο Αλέξης σε όλες του τις συνεντεύξεις χρησιμοποιεί ως μέτρο πολιτικής και κοινωνικής του νομιμοποίησης το γεγονός ότι «στους δρόμους δεν κουνιέται φύλλο», λογικό ήταν κάποιοι ν' αποφασίσουν να τον επαναφέρουν στην πραγματικότητα. Να του υπενθυμίσουν δηλαδή ότι η εξουσία είναι δέντρο φυλλοβόλο και όχι αειθαλές όπως νόμιζε, αεί καταπράσινο και ολάνθιστο για να το νέμεται ο ίδιος.
Έφθασε το λοιπόν η ώρα που οι χθεσινοί τιμητές, οι εκδικητές και οι ηθικά πλεονεκτούντες, δεν μπορούν να κυκλοφορήσουν στον δρόμο, δεν μπορούν να κάνουν μια ομιλία ούτε καν σε σκληρό κομματικό ακροατήριο και σε περιφρουρούμενο χώρο. Τους τα λέγαμε κάποτε κι αυτοί γελούσαν. Κι έβγαινε τότε ο Κατρούγκαλος (όταν προπηλακίζονταν και δέρνονταν οι αντίπαλοι του) και διατύπωνε εκείνες τις περισπούδαστες θεωρίες ότι καταδικάζει «μόνο οποιαδήποτε μορφή βίας δεν έχει κοινωνικό αντίκρισμα».
Τις θυμάται κανείς αυτές τις φασιστοειδείς απόψεις που τότε έδιναν άσυλο (και προτροπή) σε κάθε ακροδεξιό και ακροαριστερό τραμπούκο να βρίζει, να δέρνει και να γιαουρτώνει, στρώνοντας το χαλί για να πάρει ο Αλέξης την εξουσία; Θυμάται κανείς το άλλο πλοκάμι της ίδιας Κατρουγκάλειας θεωρίας, ότι «μόνο η κοινωνία βάζει το όριο της παραβατικότητας»; Θα μου πουν οι φίλοι μου οι Συριζαίοι ότι από τότε κύλησε πολύ νερό στ' αυλάκι κι ότι είναι λάθος να κοιτάζουμε μονίμως προς τα πίσω.
Σύμφωνοι, έλα όμως που το αυλάκι αποδείχτηκε ανηφορικό και το νερό που έσπρωχναν οι Συριζανέληδες για να πνίξει τους «παλιούς», αφού έφτασε σ' ένα σημείο γύρισε προς τα πίσω. Τώρα τρέχουν να σωθούν αυτοί που μέχρι προχθές κυνηγούσαν, στριγκλίζοντας περίτρομοι «είναι φασισμός, είναι φασισμός». Τι λέτε; Αλήθεια; Αργά τον ανακαλύψατε τον φασισμό, κουμπάροι. Ας μην κατουράγατε στην θάλασσα, για να μην βρείτε τα ούρα σας στο αλάτι.
«Συμφωνείς μ' αυτά που γίνονται δηλαδή»; θα με ρωτήσετε. Όχι βέβαια, όποιος ένοιωσε στην καμπούρα του αυτές τις πρακτικές, τις απεχθάνεται πλέον βιωματικά. Πλην φοβούμαι ότι αυτά εξελίσσονται ερήμην της δικής μου απέχθειας και καταδίκης. Διαδραματίζονται μέσα σ' έναν εσωτερικό δικό τους κύκλο, με τον οποίον εγώ και πολλοί άλλοι δεν είχαμε την παραμικρή επαφή πέραν του να βρεθούμε θύματα του. Ο κύκλος της βίας δεν είναι ασφαλώς καλό πράγμα, αλλά μάλλον δεν είμαι εγώ ο αρμόδιος ή ικανός να τον κλείσω. Πολύ φοβάμαι πως θα κλείσει οριστικά, μόνο όταν οι εξαχρειωμένες ομάδες σφαλιαρίσουν και τους εκπαιδευτές τους ως τελευταία πράξη του δράματος.