H βούληση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να προχωρήσει στο πάγωμα της μεγάλης επενδυτικής συμφωνίας, ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, είναι αποτέλεσμα των ενστάσεων και των διαφωνιών, που έχουν εγερθεί στο εσωτερικό της ΕΕ και αφορούν τις σχέσεις με την Κίνα. Όπως φαίνεται η συμπόρευση με τις ΗΠΑ σε αυτό το θέμα αποτελεί μονόδρομο.
Η αφορμή της κίνησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, είναι η επιβολή κυρώσεων από τη πλευρά της κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας σε πέντε ευρωβουλευτές, καθώς και σε όλα τα μέλη της κοινοβουλευτικής υποεπιτροπής ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η επιβολή των κινεζικών κυρώσεων, αφορούσε τις καταγγελίες των συγκεκριμένων ευρωβουλευτών και της υποεπιτροπής ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σχετικά με τα «στρατόπεδα συγκέντρωσης και αναμόρφωσης» στα οποία φυλακίζονται μέλη της μουσουλμανική μειονότητας των Ουιγούρων στη βορειοδυτική Κίνα. Στα συγκεκριμένα στρατόπεδα την περιοχή της Σιντζιάνγκ, παραμένουν έγκλειστοι, περισσότεροι από 1.000.000 μουσουλμάνοι. Δηλαδή περίπου το 10% του συνολικού αριθμού των Ουιγούρων που κατοικούν στην Κίνα.
Σύμφωνα με απόρρητα έγγραφα με την κωδική ονομασία «China Cables», που αποκάλυψε η Διεθνής Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) με τη συμμετοχή διεθνών ΜΜΕ, όπως ο Guardian, το BBC οι New York Times και άλλα, η φρίκη των «στρατοπέδων συγκέντρωσης, αναμόρφωσης και υποχρεωτικής εργασίας», παραπέμπει σε άλλες εποχές και άλλες πρακτικές.
H ευρωπαϊκή πολιτική απέναντι στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, για μια σειρά ετών εστιαζόταν μόνο στα στενά οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα. Το χαμηλό εργατικό κόστος, η ανυπαρξία θεσμικού πλαισίου γύρω από τα εργασιακά, η αχανής καταναλωτική αγορά, αποτελούσαν στοιχεία της πυξίδας, που οδηγούσε το τιμόνι της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην Κίνα.
Για να αντιληφθούμε τα μεγέθη των Αμερικανικών και Ευρωπαϊκών κεφαλαίων που κατευθύνθηκαν μέσα στο 2020 προς την κινεζική οικονομία, αρκούν τα ακόλουθα. Σε $ 521 δισ. ανήλθαν οι ξένες επενδύσεις στην Κίνα, αυξημένες κατά +81% από το 2019. Οι κινεζικές κινητές αξίες κατέγραψαν καθαρές εισροές από εξωτερικά κεφάλαια $ 254,7 δισ. με αύξηση +73%. Οι καθαρές εισροές στα κινεζικά ομόλογα αυξήθηκαν στα $ 191δισ. αυξημένες κατά +86% σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά και ταυτόχρονα οι αντίστοιχες εισροές στους μετοχικούς τίτλους έφτασαν στα $ 64,1 δισ. αυξημένες κατά +43% σε σχέση με το 2019.
Η διείσδυση των κρατικών κινεζικών εταιρειών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω της εξαγοράς βασικών στρατηγικών υποδομών, η κυριαρχία κινεζικών καταναλωτικών προϊόντων στα ευρωπαϊκά καταστήματα και οι επιθετικές εξαγορές εταιρειών υψηλής τεχνολογίας κυρίως στη Γερμανία, οδήγησαν το ευρωπαϊκό πολιτικό προσωπικό σε δεύτερες σκέψεις.
Το εμπόριο και η οικονομία, ως μοχλοί σκέψης, έδωσαν τη θέση τους καθαρά στα πολιτικά κριτήρια. Πλέον το τρίπτυχο των διμερών σχέσεων ανάμεσα στη ΕΕ και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, από την ευρωπαϊκή πλευρά, είναι:
- συνεργασία όπου αυτό είναι εφικτό,
- ανταγωνισμός όπου χρειάζεται και
- αντιπαράθεση όπου απαιτείται.
Η Κίνα δεν είναι πλέον μόνο μια οικονομία που παράγει φθηνά και που καταναλώνει αχόρταγα. Είναι μια χώρα που επιθυμεί να αναλάβει την πρωτοκαθεδρία στον πλανήτη. Όσοι εκτιμούσαν ότι η οικονομική ανάπτυξη θα οδηγούσε στη δημιουργία μια υγιούς δημοκρατίας, διαψεύστηκαν. Όσοι πίστεψαν στις ισότιμες και ειλικρινείς, εμπορικές και οικονομικές σχέσεις, διαψεύστηκαν οικτρά, μέσα από τις αμέτρητες περιπτώσεις κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας, λαθραίας μεταβίβασης τεχνολογίας και ανταγωνισμού μέσω κρατικών επιδοτήσεων.
Ο εμπορικός πόλεμος που ξεκίνησε επί προεδρίας Τραμπ, θα συνεχιστεί και επί προεδρίας Μπάιντεν. Μπορεί να αλλάξει μορφή, μπορεί να μη επικεντρώνεται στα αγροτικά προϊόντα των ΗΠΑ, όμως θα συνεχιστεί. Θα εστιάζεται πλέον, σε θέματα τεχνολογίας, ρομποτικής και τεχνητής νοημοσύνης. Θα εστιάζεται στη επιστροφή μεγάλων αμερικανικών και ευρωπαϊκών βιομηχανικών μονάδων, πίσω στις πατρίδες τους.
Κι αυτό, διότι κατά πρώτον η ρομποτική υποκαθιστά τα φθηνά κινεζικά εργατικά χέρια, που δεν είναι πια και τόσο φθηνά και κατά δεύτερον απομακρύνει τον κίνδυνο κλοπής τεχνολογιών αιχμής.
Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, για χρόνια βάδιζε τον δικό της δρόμο, αποκρύπτοντας τη δύναμη της και κερδίζοντας χρόνο. Σήμερα όμως, ο κινεζικός δράκος, δεν κρύβεται. Ο Κινέζος Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ υποστηρίζει πλέον επίσημα, ότι έχουμε περάσει σε μια νέα εποχή όπου η Δύση υποχωρεί και η Ανατολή αναδύεται.
Μεταφράζοντας αυτό το «πέρασμα», θα λέγαμε ότι στη νέα εποχή θα αντιπαρατεθεί ο αυταρχισμός με τη δημοκρατία. Ευτυχώς, που η ΕΕ έχει σήμερα σύμμαχο ξανά, τις ΗΠΑ. Και ευτυχώς, που η Γερμανοί που υπολογίζουν και το τελευταίο σεντ του ευρώ στις συναλλαγές τους, αντιλαμβάνονται ότι τα σημερινά διακυβεύματα, είναι σημαντικότερα από τις πωλήσεις των γερμανικών αυτοκινήτων στους αναρίθμητους καταναλωτές της Κίνας.