Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Σήμερα το πρωί, σε μία πανηγυρική εκδήλωση που θα διεξαχθεί στην Αίθουσα Γερουσίας του ελληνικού Κοινοβουλίου και θα τιμήσει με την παρουσία του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, θα κηρυχθεί η έναρξη των εργασιών της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», ενόψει της προετοιμασίας της χώρας μας για την επέτειο της συμπλήρωσης 200 χρόνων από την Εθνική Παλιγγενεσία. Θα μιλήσουν, κατά σειρά, ο πρόεδρος της Βουλής Κωνσταντίνος Τασούλας, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και η πρόεδρος της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», Γιάννα Αγγελοπούλου.
Θεωρούμε πολύ σημαντική αυτή την επέτειο και διόλου συμβολικούς τους εορτασμούς της, όπως έχει τύχει να ξαναπούμε τους προηγούμενους μήνες σε αυτή τη σειρά σημειωμάτων. Και προφανώς την αντιδιαστέλλουμε με δήθεν «παρόμοιες» επετείους —και πανηγύρια— για λαμπρές νίκες στη στεριά και για περίφημες ναυμαχίες της αρχαιότητας, που δεν έχουν και δεν μπορούν να έχουν καμία απολύτως θέση στο σήμερα, καθώς δεν έχουν και καμία σχέση με τη σύγχρονη Ελλάδα: ανήκουν αποκλειστικά στην Ιστορία, και δη στην αρχαία. Για να το πούμε πιο καθαρά: δεν τις κατήγαγαν εκείνες τις λαμπρές νίκες κάποιοι πρόγονοί μας? ο πληθυσμός αυτού του υπέροχου, συγκλονιστικού τόπου κι αν έχει αλλάξει, και ξαναλλάξει, από τότε. Αν μας ενώνει κάτι με εκείνους τους ανθρώπους πέραν των χωμάτων που πατάμε, είναι η γλώσσα (κι ας μην κατανοούν, παρεκτός από ελάχιστους ειδικά εκπαιδευμένους, τη δική τους).
Αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με το '21. Το '21 είναι σχεδόν σαν χθες. Μας αφορά άμεσα. Είμαστε εμείς οι ίδιοι που το πυροδοτήσαμε και που ξεσηκωθήκαμε, που νικήσαμε και που χάσαμε, που προχωρήσαμε σε τοπικές εθνοκαθάρσεις και που σφαγιαστήκαμε, που παρασταθήκαμε στη μνημειώδη Εθνοσυνέλευση και που προδώσαμε μερικούς από τους καλύτερους ανάμεσα στις τάξεις μας, που πολεμήσαμε με εχθρούς και ανά μεταξύ μας, που βοηθηθήκαμε —ξανά και ξανά, μπορεί κι όσο κανείς— από τους Συμμάχους του νεοσύστατου κράτους, κοιτώντας τους πάντα λοξά και πάντα μουρμουρίζοντας, που δανειστήκαμε και χρεοκοπήσαμε (ξανά και ξανά), που σηκωθήκαμε και πέσαμε (ξανά και ξανά), που μεγαλώσαμε τη χώρα όσο, αναλογικά, άλλη δεν μεγάλωσε ποτέ στη σύγχρονη Ιστορία και που χάσαμε πατρίδες και πατρίδες. Εμείς είμαστε, και όχι άλλος κανείς.
Μας αφορά λοιπόν «προσωπικά» αυτή η επέτειος και χαιρόμαστε που η Επιτροπή θα έχει έναν γεμάτο χρόνο μπροστά της για να προετοιμαστεί κατάλληλα. Και ελπίζουμε πως ίσως μπορέσει, ανάμεσα στα άλλα, και να δείξει κάτι. Όχι μόνο, δηλαδή, να τιμήσει τη μνήμη των ανθρώπων που βοήθησαν να προετοιμαστεί, να ξεσπάσει και να φεγγοβολήσει το '21, αυτή η μεγάλη φιλελεύθερη χειρονομία της Ευρώπης, αλλά να σηματοδοτήσει (κυρίως αυτό) το ΝΕΟ '21: το '21 τού 21ου αιώνα — ή, έστω, να το περιγράψει κάπως. Γιατί, αν χρειαζόμαστε κάτι, αυτό δεν είναι βέβαια ο κατ' ανάγκην φολκλορικός εορτασμός, τα όμορφα και συγκινητικά λόγια, οι πανηγυρικοί ή η επιστημονική-ιστοριοδιφική μελέτη τού σχετικώς πρόσφατου παρελθόντος της χώρας, αλλά ένα εφαλτήριο (ή, εδώ που λέμε, πολλά εφαλτήρια) για το μέλλον. Η Ελλάδα δεν μπορεί να κοιτά πίσω — το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα από την οποία πρέπει να φύγεις, μια χώρα που έχει πια στέρφα εδάφη. Κανείς οφείλει να μεταναστεύει στο μέλλον.
Δεν ξέρουμε πώς θα μπορέσει να το κάνει αυτό η Επιτροπή, και γενικότερα η Πολιτεία. Και δεν ελπίζουμε και σε πολλά. Ίσα-ίσα. Εξ ου και λέμε πως ελπίζουμε να ΔΕΙΞΕΙ, έστω, κάτι για το νέο '21. Τι θα είναι αυτό; Και πάλι: δεν ξέρουμε.
Σίγουρα δεν θα είναι η οικονομία, η ατμομηχανή της Ελευθερίας στη Δύση: δεν προλαβαίνουμε. Το μόνο που μπορούμε να ελπίζουμε στο πεδίο της οικονομίας είναι να συνεχίσουν να γίνονται κάποια βήματα για το άνοιγμα της αγοράς και την προσέλκυση επενδύσεων στη χώρα, συν τη μείωση του κράτους (λέμε τώρα…) και την εξ αυτής ελάφρυνση της φορολογίας — τα γνωστά. Ακόμη κι αν σήμερα, που λέει ο λόγος, βρεθεί πετρέλαιο κάτω από όλο το Αιγαίο, μέχρι να το βγάλουμε και να το βάλουμε στα βυτία θα έχει απαγορευτεί η χρήση του παγκοσμίως.
Τι άλλο μπορεί να είναι; Να ισχυροποιήσουμε άραγε τους δεσμούς μας με την Ευρώπη, με τη Δύση, δίνοντας έτσι και σε αυτήν την ίδια ένα νέο, δυνατό έναυσμα, μια αφορμή για να προχωρήσει ακόμη πιο δυναμικά στην Ολοκλήρωση, ενόψει των προκλήσεων που καλείται να αντιμετωπίσει στο πολύ-πολύ άμεσο μέλλον; Θα το θέλαμε πολλοί αυτό, φαντάζομαι, και μάλιστα πολύ, με ένταση. Δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να γίνει. Με την ανάληψη κάποιων πρωτοβουλιών ρητορικού χαρακτήρα ίσως;… Όμως δεν είμαι σίγουρος πως μια μικρή χώρα θα μπορούσε να κάνει κάτι τόσο μεγάλο. Ούτε νομίζω ότι έχουμε το αναγκαίο κεφάλαιο —δεν εννοώ χρηματικό— για να προχωρήσουμε σε κάτι τέτοιο. Χώρες, και οικονομίες, μικρομεσαίου μεγέθους μπορούν να κάνουν ίσως μόνο κακό στην Ευρώπη δια επιμέρους πρωτοβουλιών. Σ' αυτά, τα μεγάλα, χρειαζόμαστε τη Γερμανία, χρειαζόμαστε τη Γαλλία.
Να ιδρύαμε μια υπερσύγχρονη ζώνη τεχνολογίας αιχμής, μια ευρωπαϊκή Silicon Valley, ή έστω ένα ευρωπαϊκό Ισραήλ; Ή μία αντίστοιχη ζώνη που θα είχε μοναδικό της αντικείμενο την πράσινη ενέργεια; Και να το ανακοινώναμε αυτό με ωραίες πάνδημες παρελάσεις τον Μάρτιο του 2021; Ευχής έργον θα ήταν. Το μπορούμε; Ή θα έμενε κι αυτό στα μπετά όπως ανάλογες πρωτοβουλίες του παρελθόντος;
Ή μήπως να βρίσκαμε μια λύση για το μεταναστευτικό — ίσως το #1 πρόβλημα που πρέπει να λύσει η Ευρώπη, επ' ωφελεία τόσο των μεταναστών όσο και της ιδίας;
Δεν ξέρω. Νομίζω απλώς πως ΠΡΕΠΕΙ το 2021 η Ελλάδα να ανακοινώσει και να θεμελιώσει ΚΑΤΙ. Κάτι που να μας ξεπερνά. Να ξεπερνά εμένα, εσένα, τον απέναντι, τη Γιάννα Αγγελοπούλου, τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τους ακαδημαϊκούς μας, τους επιστήμονές μας — όλους μας. Κάτι ρηξικέλευθο. Κάτι κάπως αντάξιο εκείνου του απίθανου γεγονότος που θα τιμήσουμε σε λίγους μήνες, όχι τη μνήμη του, αλλά τη ζώσα ύπαρξή του.
Ας είναι ένα μεγάλο διεθνές πανεπιστήμιο Κλασικών Σπουδών αυτό. Μεγάλο. Το μεγαλύτερο στον πλανήτη. Για την Ελλάδα μιλάμε εδώ, όχι για παίξε-γέλασε. Ας εκμεταλλευτούμε για μια φορά τη μεγαλειώδη σύμπτωση που μας έφερε να ζούμε εδώ, να περπατάμε σ' αυτά τα χώματα και να μιλάμε, κουτσά-στραβά, αυτή τη γλώσσα που μιλάμε.
Μακάρι.
Θα περιμένουμε.