Του Δημήτρη Λιγνάδη
Πρέπει να ομολογήσω ότι κι εγώ, όπως και αρκετοί άλλοι συμπολίτες μου, έχω ΑΝΑΓΚΗ να νιώσω χαρά και ακόμη μεγαλύτερη ελπίδα για το αύριο που ξημερώνει. Όχι μόνο επειδή αλλάζουν τα πρόσωπα. Αλλά επειδή προσδοκώ να γυρίσει... ανεπιστρεπτί μια σελίδα της πολιτικής (και όχι μόνο) ιστορίας του τόπου μας. Και της ιστορίας του καθενός από εμάς! Αφήνοντας πίσω βαρίδια, αγκυλώσεις, ψευδοδίπολα, πολώσεις και λοιπές εντόπιες παθογένειες.
Αλλά –κυρίως- αφήνοντας πίσω μας λάθη που διέπραξε ο καθένας και όλοι μας. Ομολογημένα είτε ανομολόγητα. Επειδή είμαι αρκετά μεγάλος για να τρέφομαι με αβάσιμες ουτοπικές και θεωρητικές αυταπάτες. Αλλά και αρκετά νέος, ώστε να μην σιωπώ, να μη σταματήσω να αγωνίζομαι-μέσα μου και έξω μου, να αποτυπώσω άρα και αλλάξω τα στρεβλά του παρελθόντος. Με οποιονδήποτε τρόπο και από οποιονδήποτε «τόπο».
Όθεν, οι λέξεις «ανάπτυξη», «κοιτάμε μπροστά», «αλλάζουμε», «όλοι μαζί» κλπ., από (κακή προηγούμενη) εμπειρία μου φαντάζουν κούφιες και μου μοιάζουν άσφαιρες. Εκτός εάν, η επόμενη κυβέρνηση:
- Κατανοήσει ότι οι αλλαγές δεν έρχονται από το σύνολο προς το άτομο, αλλά αντίστροφα.
- Καμιά σημασία δεν έχουν οι έννοιες -και οι εξ αυτών πρακτικές – «πολιτική», «πολίτης», «πολιτισμός», αν δεν εδραιωθεί η συνείδηση του γενεσιουργού παράγοντα «Πόλις». Του συνόλου δηλαδή εκείνου που εμπνέεται και καθορίζεται από την «αιδώ» και τη «δίκη».
- Καμιά αλλαγή πρακτικής, όταν είναι μόνο διαχειριστική και όχι θεσμική, δεν έχει μακρόπνοο μέλλον. Και τέλος:
- Αν δεν σκύψει μέσω της Παιδείας και του Πολιτισμού (ένα και το αυτό, κατά τη γνώμη μου) να ξαναδώσει στον πολίτη την ιστορία του, την ταυτότητα του, την αυτοπεποίθηση του και-ως εκ τούτου την ηθική ΙΔΕΑ για ένα αύριο όχι διαχείρισης, αλλά αλλαγής της πραγματικότητας.