Του Παναγιώτη Καρκατσούλη*
Τα ξένα ΜΜΕ αποδίδουν τη βομβιστική επίθεση στον «Σκάι» σε μια ενδημική, σοβούσα εγχώρια τρομοκρατία αριστερής προέλευσης, η οποία ταλανίζει τη χώρα πενήντα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση.
Τα αντιδάνεια του εμφυλίου πολέμου που οδήγησαν στη στρατιωτική ήττα της Αριστεράς αλλά, ωστόσο, στην πολιτισμική και αισθητική της επικράτηση, καθώς και η μηδέποτε ολοκληρωθείσα κάθαρση από τη δικτατορία των συνταγματαρχών, συνήργησαν στη δημιουργία της γενιάς των τρομοκρατών της «17 Νοέμβρη». Ένα αμάλγαμα μαρξιστικών θεωριών και μιας στρεβλής κατανόησής τους για την ελληνική περίπτωση, μαζί με μπόλικα συνθήματα της ΕΑΜικής αντίστασης και προσωπικά συμπλέγματα, συνέθεταν τη θεωρητική κουρελού που ξέπλενε τις δολοφονίες της.
Οι μεταλλάξεις του φαινομένου, στη συνέχεια, επέτρεψαν στην εγχώρια τρομοκρατία να επιβιώσει, παρά την εξάρθρωση της μητρικής οργάνωσης. Οι ερμηνείες για τη νεότερη γενιά τρομοκρατών ποικίλλουν: Παράγοντες από την επικράτηση των λαϊκιστών στα κόμματα εξουσίας μέχρι την εδραίωση μιας κουλτούρας ανομίας αναφέρονται ως καθοριστικοί. Οι κανόνες σ' ένα τέτοιο πολιτικό περιβάλλον είναι, κατά βάση, εξοβελιστέοι και αντικαθίστανται από άλλους, άτυπους, που ερμηνεύονται κατά το δοκούν και αναλόγως της κοινωνικής και οικονομικής θέσης του ερμηνεύοντος.
Πιο συγκεκριμένα, σήμερα, το φαινόμενο συντηρείται επειδή η κοινωνική επιδοκιμασία της τρομοκρατίας συναντά την πολιτική της κάλυψη από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η ανοχή των κομματικών και κυβερνητικών στελεχών όχι μόνον απέναντι στην τρομοκρατία αλλά και σε παραβατικούς του κοινού ποινικού δικαίου εκφράζεται με δηλώσεις, παραινέσεις, ακόμη και υποκίνηση σε εγκληματικές ενέργειες.
Αυτή, ακριβώς, η ανοχή, σε συνδυασμό με την απροθυμία της κυβέρνησης να ενεργοποιήσει το μέγιστο των δυνάμεων των διωκτικών αρχών απέναντι σε ανομικές και παραβατικές στάσεις και ομάδες, δημιουργεί ένα εύφορο έδαφος για τη συντήρηση και την ανάπτυξη των τρομοκρατικών ομάδων. Η επιλεκτική υποστήριξη κάποιων εξ αυτών, όπως του Ρουβίκωνα, δεν αποτρέπει τους υπόλοιπους να στρέφονται, ευθέως, εναντίον ανθρώπινων ζωών, περιουσιών, ακόμη και εναντίον της ίδιας της δημοκρατίας.
Ακόμη κι αν εκδηλώνεται, όπως στην περίπτωση του «Σκάι», η ομόθυμη καταδίκη του συμβάντος, αυτό δεν αρκεί για την εξάλειψή του. Μόνο η εδραίωση μιας κουλτούρας αξιολόγησης πράξεων και παραλείψεων στην οποία οι ποινές και τα εύσημα θα εννοούνται και δεν θα νοθεύονται από την περιρρέουσα ατυπική κουλτούρα ανοχής μπορεί να αντιστρέψει την κατάσταση. Αυτή, πάντως, είναι αδύνατο να δημιουργηθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ, τον κ. Τσίπρα και τον κ. Καμμένο.
Θεωρώ ότι βιώνουμε την τελευταία φάση της Μεταπολίτευσης, στην οποία το κράτος δικαίου κακοποιήθηκε υπέρ της δημιουργίας εστιών πελατειασμού, ανομίας και παραβατικότητας. Οι τελευταίοι εθνολαϊκιστές εκπρόσωποί του θα αποχωρήσουν στις επόμενες εκλογές κλείνοντας οριστικά αυτό το θλιβερό κεφάλαιο και μαζί τα θέματα της εγχώριας τρομοκρατίας.
Μέχρι τότε, όμως, η ελληνική τρομοκρατία μπορεί να χαρακτηρίζεται ως ενδημική, ντροπιάζοντας και προσβάλλοντας το σύνολο του πολιτικού συστήματος και των ενεργών και δημοκρατικών πολιτών.
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της 18ης Δεκεμβρίου
Φωτογραφία: intime.news