Του Γιάννη Παντελάκη
Τον Σεπτέμβριο του 2015, περίπου 187.000 άνθρωποι αποφάσισαν να νομιμοποιήσουν πολιτικά ένα παρακμιακό φαινόμενο που κινείτο ως το τότε στο περιθώριο της πολιτικής. Για πολλούς και διαφορετικούς λόγους, έστειλαν το κόμμα του Β.Λεβέντη στη Βουλή με τον ίδιο και οκτώ ακόμα βουλευτές. Από την αρχή, πολιτικές δυνάμεις-ιδιαίτερα κυβερνητικές- απενοχοποίησαν όσα σηματοδοτούσε αυτό το φαινόμενο. Περισσότερα από δυο χρόνια μετά και πολιτικά κόμματα το ένα μετά το άλλο αρχίζουν δέχονται στους κόλπους τους βουλευτές του Λεβέντη. Και το κάνουν με σχεδόν πανηγυρικό τρόπο.
Ο Γ.Καλλιάνος προσχώρησε στις ανοιχτές αγκαλιές της Νέας Δημοκρατίας, η Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου πήρε πολύ πρόσφατα μεταγραφή στον ΣΥΡΙΖΑ αυξάνοντας την κυβερνητική πλειοψηφία και ο Γ.Καρράς εντάχθηκε στην Δημοκρατική Συμπαράταξη. Κατά κάποιο τρόπο, η Ένωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη, που λίγο καιρό πριν έριχνε τηλεοπτικές κατάρες τους πολιτικούς του αντιπάλους, έχει μετατραπεί σ ενα φυτώριο στελεχών για τα υπόλοιπα κόμματα ! Σίγουρα δεν το περιγράφεις ως μια αισιόδοξη εξέλιξη όλο αυτό.
Ένα από τα κυρίαρχα προβλήματα της πολιτικής ζωής, είναι αυτό που συνδέεται με το επίπεδο ενός μεγάλου μέρους του πολιτικού προσωπικού. Αν κάποιος παρακολουθήσει μερικές συζητήσεις στη Βουλή ή σε τηλεοπτικές εκπομπές, θα βγάλει αβίαστα ένα τέτοιο συμπέρασμα. Αυτό, σε μεγάλο βαθμό έχει τις ρίζες του, στην απροθυμία νέων-όχι απαραίτητα μόνο ηλικιακά αλλά και σαν εκφραστές σύγχρονων προσαρμοσμένων στους καιρούς απόψεων-ανθρώπων να συμμετάσχουν ενεργά στην πολιτική. Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί το πολιτικό σύστημα, είναι σχεδόν απωθητικός γι αυτούς,με μερικές πάντα αξιόλογες εξαιρέσεις.
Τα κόμματα δεν ελκύουν νέους ανθρώπους που θα ανανεώσουν τον πολιτικό λόγο και θα συμβάλλουν στην παραγωγή πολιτικής ανεξάρτητα από ιδεολογικές προσεγγίσεις. Τελευταία φορά που κόμμα είχε καταφέρει να εμπνεύσει και προσελκύσει ιδιαίτερα τις νέες-ηλικιακά- γενιές σε μεγάλο βαθμό, ήταν αυτή του ΣΥΡΙΖΑ. Η οποία ωστόσο, δεν είχε καλό τέλος, η απογοήτευση από την άσκηση πολιτικής από το βασικό κυβερνητικό κόμμα είχε σαν συνέχεια την απομάκρυνση των νέων ανθρώπων από την ενεργό πολιτική. Τουλάχιστον στην πλειονότητά τους. Οι περισσότεροι απ'' όσους είχαν κινηθεί με ανιδιοτέλεια γύρισαν στο σπίτι τους.
Αν κάποιος παρατηρήσει προσεκτικά μερικές παραμέτρους των δημοσκοπήσεων, θα διαπιστώσει πως το μεγαλύτερο μέρος των ανθρώπων που απογοητευμένοι επιλέγουν να μη μετέχουν ούτε καν στις εκλογικές αναμετρήσεις, είναι νέοι άνθρωποι. Είναι κάτι περισσότερο αναγκαίο, η πολιτική να εκπροσωπηθεί από κάτι καινούργιο σαν νοοτροπία, λογική, διαχείριση. Το κενό αυτό ωστόσο, δεν μπορεί να καλυφθεί με πολιτικές μεταγραφές απο κόμματα σαν και αυτό του Λεβέντη. Το θέμα, δεν συνδέεται με τα συγκεκριμένα τρία πρόσωπα που προς το παρόν βρήκαν κομματική στέγη σε άλλα κόμματα. Αλλά με την πολιτική νομιμοποίηση του φαινομένου Λεβέντη από τα υπόλοιπα κόμματα.
Άλλωστε, είναι υπό αμφισβήτηση αν έστω σε επίπεδο εντυπώσεων, υπάρχει κάποιο σχετικό κέρδος από αυτές τις πολιτικές μεταγραφές. Θα γοητευτούν ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ βλέποντας την κυρία Μεγαλοοικονόμου να ανακαλύπτει πως η πραγματική της θέση τελικά ήταν στον ΣΥΡΙΖΑ; Ούτε καν την 154η ψήφο της δεν είχε ανάγκη η κυβερνητική πλειοψηφία. Οι 153 έχουν αποδειχτεί πως αποτελούν μια από τις πιο συμπαγείς πλειοψηφίες που υπήρξαν μεταπολιτευτικά και σίγουρα τα μνημονιακά χρόνια. Οι 153 είναι ικανοί και έτοιμοι να ψηφίσουν τα πάντα χωρίς να δημιουργούν κανένα απολύτως πρόβλημα…