Γ. Πρεβελάκης: Μεγάλη η βελτίωση της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας το 2020, κανένας εφησυχασμός το 2021

Γ. Πρεβελάκης: Μεγάλη η βελτίωση της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας το 2020, κανένας εφησυχασμός το 2021

«Σαφώς υπήρξε πολύ μεγάλη βελτίωση της εικόνας που σχετίζεται με τις εκλογές και τη νέα κυβέρνηση. Με το πρόσωπο που έδειξε προς τα έξω η κυβέρνηση και κυρίως με το πώς διαχειρίστηκε την υγειονομική κρίση». Αυτό δηλώνει στο liberal.gr ο Γιώργος Πρεβελάκης τονίζοντας ότι «ταυτόχρονα ο δρόμος είναι μεγάλος, αφού τα στερεότυπα εξακολουθούν να έχουν το βάρος τους».

Στη συνέχεια ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ εξηγεί γιατί στην Ελλάδα έχουμε πρόβλημα δυϊσμού: «Από τη μια υπάρχει μια Ελλάδα που είναι δυναμική, δημιουργική και καινοτόμος σε μεγάλο βαθμό στον ιδιωτικό τομέα. Και από την άλλη υπάρχει όλο αυτό το τεράστιο βαρίδι που λέγεται δημόσιος τομέας, ο οποίος έχει πολύ μεγάλη δυσκολία να προσαρμοστεί και να μεταρρυθμιστεί».

Ο κ. Πρεβελάκης κάνει λόγο για «σοκ του δυτικού κόσμου» με αφορμή τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης από την Κίνα, ενώ για τα ελληνοτουρκικά λέει πως «οι Αμερικανοί διακρίνουν μια προσπάθεια της Τουρκίας να δημιουργήσει αυτόνομη βάση αμυντικής βιομηχανίας και άμυνας. Αν αυτό το επιτύχει η Τουρκία, τότε δεν θα την ελέγχει πια η Αμερική».

Συνέντευξη στον Βασίλη Γαλούπη

- Το 2020 ήταν η πιο περιπετειώδης χρονιά των τελευταίων δεκαετιών. Τι μπορούμε να περιμένουμε για το 2021; Ποια θα είναι τα απόνερα του 2020;

Τόσο η κρίση του κορονοϊού, αλλά κυρίως η οικονομική κρίση είναι ακόμα μπροστά μας. Η κρίση του κορονοϊού θα αφήσει ένα τεράστιο χρέος που θα βαραίνει πολύ ειδικά κάποιες χώρες που ήδη έχουν υψηλό κρατικό χρέος. Οι οικονομολόγοι προσπαθούν να προβλέψουν αν θα πάμε σε φάση αυξημένου πληθωρισμού και αν και κατά πόσο θα επηρεαστούν τα επιτόκια. Όταν έχει μια χώρα ζήτημα υψηλού χρέους, όπως έχουμε εμείς στην Ελλάδα, τότε αν ανέβουν τα επιτόκια, θα πρόκειται για μια πολύ επικίνδυνη εξέλιξη.

Στον ορίζοντα υπάρχουν πολλά ερωτηματικά για το πως θα εξελιχθεί η παγκόσμια οικονομία και πως αυτό θα επιδράσει στην οικονομία κάποιων χωρών. Από την άλλη πλευρά, η κρίση λειτούργησε επιταχυντικά ή καταλυτικά για τάσεις που ήδη υπήρχαν, όπως της ψηφιακής μετάβασης και της τηλεργασίας. Με σοβαρές συνέπειες στην οικονομία αλλά και στην πολεοδομία ή γενικότερα στην γεωγραφία. Από τη στιγμή που θα δουλεύει ο κόσμος όλο και περισσότερο εξ’ αποστάσεως, αυτό σημαίνει ότι θα μειωθεί ο χώρος των γραφείων και θα μετακινούνται οι χώροι διαμονής σε άλλα μέρη. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να έχει συνέπειες και για την Ελλάδα, με την ελπίδα ότι θα έρθουν να εγκατασταθούν στη χώρα μας άνθρωποι από το εξωτερικό που θα μπορούν να ασκούν το επάγγελμά τους από μακριά, επωφελούμενοι από το κλίμα.

Η υγειονομική κρίση κατέδειξε ότι η ψηφιακή μετάβαση είναι εφικτή. Η κυκλοφορία της πληροφορίας, επίσης, μετασχηματίζεται πολύ γρήγορα. Αυτός είναι ένας βασικός παράγοντας και για τις πολιτικές εξελίξεις. Βλέπουμε, για παράδειγμα, το μεγάλο πρόβλημα με τα αυταρχικά καθεστώτα που σταθεροποιούνται καθώς μπορούν πλέον να παρακολουθούν κάθε κίνηση των πολιτών. Υπάρχει μια γκάμα από εξελίξεις που έχουν πάρει λόγω πανδημίας έναν ρυθμό πιο γρήγορο.

- Είναι και μια νίκη της επιστήμης η φετινή, αν και το αποτέλεσμα των εμβολίων θα το καρπωθούμε το 2021…

Ναι, φυσικά. Η υγειονομική κρίση έχει παραλληλιστεί με πόλεμο. Και οι μεγάλες τεχνολογικές πρόοδοι έχουν γίνει κατά τη διάρκεια πολέμων.

- Αυτή η χρονιά βοήθησε στο rebranding της Ελλάδας; Στην βελτίωση της εικόνας της χώρας μετά από μια δύσκολη δεκαετία οικονομικής κρίσης, όταν συχνά επικρίθηκε από τα διεθνή ΜΜΕ; Έχει διαμορφωθεί ένα άλλο κλίμα τώρα;

Σαφώς υπήρξε πολύ μεγάλη βελτίωση της εικόνας που σχετίζεται με τις εκλογές και τη νέα κυβέρνηση. Με το πρόσωπο που έδειξε προς τα έξω η κυβέρνηση και κυρίως με το πώς διαχειρίστηκε την υγειονομική κρίση. Επομένως έχουμε σαφέστατη βελτίωση της εικόνας της Ελλάδας, όμως ταυτόχρονα ο δρόμος είναι μεγάλος. Τα στερεότυπα εξακολουθούν να έχουν το βάρος τους. Η ζημιά που έγινε την περασμένη δεκαετία στην εικόνα της χώρας, δεν έχει σβήσει, δεν έχει εξαφανιστεί. Κάναμε πολύ μεγάλη πρόοδο, αλλά ξεκινώντας από μια αφετηρία που ήταν πολύ χαμηλή.

Αναπόφευκτα, υπάρχει επιφυλακτικότητα, αλλά και δρόμος για εμάς. Από τη μια μεριά να χαρούμε για το ότι υπάρχει σημαντική βελτίωση της εικόνας αλλά ταυτόχρονα να μην εφησυχάσουμε γιατί οι ζημιές που γίνονται στα πλαίσια της αξιοπιστίας και της εικόνας πραγματοποιούνται πολύ γρήγορα και διορθώνονται πολύ αργά.

- Τι θα μπορούσε να γίνει για να συνεχιστεί αυτή η αλλαγή μέσα στα επόμενα χρόνια;

Προφανώς υπάρχει η επικοινωνιακή διαχείριση, η οποία είναι η συσκευασία του προϊόντος. Πρέπει, όμως, και το προϊόν να είναι καλό. Χρειάζεται σοβαρότητα, σοβαρότητα, σοβαρότητα! Να προχωρήσουμε στις μεταρρυθμίσεις. Το θέμα είναι ότι υπάρχουν σοβαρά βαρίδια. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ο δημόσιος τομέας, ο οποίος δεν κινείται αρκετά γρήγορα. Έχει μεγάλες αδράνειες. Αυτό το βλέπει κανείς όταν κάποιος ξένος, ένας επενδυτής ή διπλωμάτης και πολιτικός, έρχεται σε επαφή με την Ελλάδα. Έχει μια πρώτη εικόνα που είναι θετική. Και μετά, όταν πρέπει να εφαρμοστούν κάποια πράγματα που έχουν συμφωνηθεί και βρίσκεται απέναντι σ’ αυτό το τοίχος της αδράνειας, έρχεται η απογοήτευση.

Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, διότι αν κάποιος έρθει με ελπίδες και απογοητευθεί, μετά είναι δύσκολο να τον ξαναφέρεις πίσω, ακόμα κι αν λύσεις στο μεταξύ τα προβλήματα. Διότι έχει μείνει η προηγούμενη εικόνα. Στην Ελλάδα έχουμε πρόβλημα δυϊσμού. Από τη μια υπάρχει μια Ελλάδα που είναι δυναμική, δημιουργική και καινοτόμος σε μεγάλο βαθμό στον ιδιωτικό τομέα. Και από την άλλη υπάρχει όλο αυτό το τεράστιο βαρίδι που λέγεται δημόσιος τομέας, ο οποίος έχει πολύ μεγάλη δυσκολία να προσαρμοστεί και να μεταρρυθμιστεί.

- Για το γεωπολιτικό σκέλος, ποια είναι η εκτίμησή σας;

Η κρίση του κορονοϊού επηρεάζει τις μεγάλες γεωπολιτικές ισορροπίες. Δηλαδή το σοκ του δυτικού κόσμου, και πολύ περισσότερο των ΗΠΑ, απέναντι στην επιτυχία της Κίνας να διαχειριστεί την υγειονομική κρίση και να κερδίσει σε επιρροή. Κάτι που ήρθε να ενισχύσει ό,τι υπήρχε από πριν, δηλαδή τον φόβο ότι η Κίνα αναπτύσσεται πολύ γρήγορα και ότι μετατρέπεται σε μια απειλητική υπερδύναμη με διαφορετικές αξίες από τις δικές μας. Ίσως θα πρέπει να συσπειρωθεί ο δυτικός κόσμος για να μπορέσει να την αντιμετωπίσει αποτελεσματικά.

Το άλλο σημαντικό, όχι μόνο οικονομικά αλλά και γεωπολιτικά, είναι το Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο ανάγκασε για πρώτη φορά την Ευρώπη να κάνει μια αμοιβαιοποίηση των υποχρεώσεων, κάτι στο οποίο δίσταζε να προχωρήσει. Αυτό, βέβαια, και πάλι θέλει πολλή συζήτηση ως προς τις συνέπειές του, διότι αν το δει κανείς μόνο από την οικονομική του πλευρά θα έλεγε ότι είναι μια πολύ σημαντική ώθηση προς την ενοποίηση της Ευρώπης. Επομένως και προς την ανάδειξη της Ευρώπης σε μια αυτόνομη δύναμη, κάτι που έρχεται και «δένει» με όλη τη συζήτηση για την γεωπολιτική αυτονόμηση της Ευρώπης. Από την άλλη βάζει τις ευρωπαϊκές χώρες μπροστά σε σοβαρά διλήμματα. Οι πλούσιες χώρες θα πρέπει να δεχτούν ότι θα βοηθάνε τις φτωχότερες και οι φτωχότερες ότι θα πρέπει να αποδέχονται τις παρεμβάσεις των πλουσιότερων για το πώς θα διαχειρίζονται την οικονομία τους. Υπάρχει κίνδυνος οι λαϊκιστές της δεξιάς και της αριστεράς να εκμεταλλευτούν τις σχετικές δυσαρέσκειες.

- Στο θέμα της εξωτερικής πολιτικής της Ευρώπης, όπως την είδαμε και το 2020 σε σχέση με τα ελληνοτουρκικά, εκτιμάτε ότι θα υπάρξει κάποια αλλαγή μετά και την εκλογή Μπάιντεν;

Η εκλογή Μπάιντεν θα βοηθήσει στη συνεργασία με τις ΗΠΑ. Ενώ πριν με τον Τραμπ η Ευρώπη πήγαινε να αυτονομηθεί, με τον Μπάιντεν θα κάνει ένα βήμα πίσω από αυτή τη λογική της αυτονόμησης. Αν λαμβάναμε υπ’ όψιν μόνο όσα έγιναν με το Ταμείο Ανάκαμψης, θα λέγαμε ότι αυτό ωθεί προς τη μεγαλύτερη αυτονόμηση της Ευρώπης. Από την άλλη, η εκλογή του Μπάιντεν πηγαίνει πίσω την αυτονόμηση.

Όλα αυτά σχετίζονται και με το πώς θα αντιμετωπιστεί το ζήτημα της Τουρκίας. Και πάλι, άλλωστε, βλέπουμε μια διαφοροποίηση ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αμερική το τελευταίο διάστημα. Η μεν Ευρώπη ήταν αρκετά ήπια στις τελευταίες αποφάσεις της για το θέμα της Τουρκίας, ενώ οι ΗΠΑ πήραν μέτρα σε σχέση με τους ρωσικούς πυραύλους. Αυτό είναι κάτι που μπερδεύει τον κόσμο.

- Τι είναι αυτό που ανησυχεί τις ΗΠΑ σε σχέση με την Τουρκία;

Νομίζω ότι οι Αμερικανοί διακρίνουν μια προσπάθεια της Τουρκίας να δημιουργήσει αυτόνομη βάση αμυντικής βιομηχανίας. Αν αυτό το επιτύχει η Τουρκία, τότε δεν θα την ελέγχει πια η Αμερική. Και οι ΗΠΑ αντιλαμβάνονται, όπως υποθέτω, ότι αν ο σχεδιασμός της Τουρκίας στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας και γενικότερα των εξοπλισμών επιτύχει, μειώνεται πάρα πολύ ο έλεγχός τους πάνω στην χώρα. Τα διάφορα μέτρα που παίρνουν οι ΗΠΑ δεν έχουν σχέση ούτε με τις τουρκικές προκλήσεις, ούτε με τα ελληνοτουρκικά. Γίνονται για καθαρά στρατηγικό και γεωπολιτικό λόγο. Ότι, δηλαδή, η Αμερική δεν μπορεί να αφήσει να διαμορφωθεί μια δύναμη σε τόσο κρίσιμη περιοχή που να μην μπορεί να την ελέγξει σε ό,τι αφορά τους εξοπλισμούς της.

Το άλλο θέμα που πρέπει να καταλάβουμε στην Ελλάδα είναι το εξής. Ας υποθέσουμε ότι η Ευρώπη αποφάσιζε να πάρει πολύ σκληρά μέτρα κατά της Τουρκίας. Κι όντως η Ευρώπη έχει τη δυνατότητα ακόμα και να την εξοντώσει οικονομικά. Καθώς η οικονομία της Τουρκίας είναι σε κακά χάλια αυτή τη στιγμή και στα πρόθυρα είτε κατάρρευσης, είτε ΔΝΤ. Αν, όμως, οδηγηθεί η Τουρκία σε πολύ σοβαρή οικονομική κρίση, τότε αυτό θα έχει ως συνέπεια μια πολύ σοβαρή πολιτική κρίση. Οι θεσμοί οι οποίοι παραδοσιακά αναλάμβαναν σε τέτοιες περιπτώσεις να κρατήσουν την ενότητα της Τουρκίας, όπως ο στρατός που έκανε παλαιότερα ένα πραξικόπημα και ήλεγχε για μερικά χρόνια τα πράγματα, έχουν απονομιμοποιηθεί πολιτικά. Επομένως, το να ασκήσει η Ευρώπη μια σκληρή οικονομική πολιτική σε βάρος της Τουρκίας μπορεί να επιταχύνει μια εσωτερική έκρηξη, με συνέπειες εφιαλτικές γεωπολιτικά. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το λάβουμε υπ’ όψιν μας. Δεν είναι κάτι απλό. Μπορεί να υπάρχουν διαστάσεις που δεν τις συνειδητοποιούμε καν αυτή τη στιγμή.

* Ο Γιώργος Πρεβελάκης είναι ομότιμος Καθηγητής Γεωπολιτικής στην Σορβόννη, Μόνιμος Αντιπρόσωπος στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ)