Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Σήμερα μιλάμε για το κρασί. Το ελληνικό κρασί. Ξεναγός μας η Μαρία Νέτσικα, χημικός-οινολόγος, δημοσιογράφος και συγγραφέας οίνου. Και βέβαια δημιουργός του Wine Plus. Την ευχαριστούμε θερμά για τον χρόνο και τις γνώσεις που μας διέθεσε. Και ευχαριστώ εκ των προτέρων και εσάς για τις κοινοποιήσεις αυτής της συνέντευξης.
— Αγαπητή κυρία Νέτσικα, έχει ξεκινήσει ήδη ο τρύγος για φέτος. Να ευχηθούμε λοιπόν σε όλους καλό τρύγο καταρχάς. Πώς ήταν φέτος η χρονιά; Να περιμένουμε καλά κρασιά;
Μαρία Νέτσικα: Ο τρύγος ξεκίνησε στις αρχές του Αυγούστου στις πιο πρώιμες περιοχές της χώρας, δηλαδή στα νησιά και την Κεντρική Ελλάδα. Σιγά-σιγά αρχίζουν και οι υπόλοιπες ζώνες στην Πελοπόννησο και τη Βόρεια Ελλάδα. Οι πρώτες εκτιμήσεις μιλούν για μια πολύ καλή χρονιά. Φυσιολογική, όσον αφορά τον χρόνο του τρύγου, με υγιή σταφύλια, καλή ωρίμανση και ωραίες οξύτητες. Απ' ό,τι φαίνεται από τους μούστους που ακόμη ζυμώνουν, θα έχουμε και πολύ ωραία αρώματα. Ωστόσο, σε ορισμένες περιοχές, όπως η Σαντορίνη, εκτός από την πολύ καλή ποιότητα των σταφυλιών, αυτό που επίσης μετράει και έχει σημάνει συναγερμό στους οινοποιούς είναι η πρωτοφανής μείωση της παραγωγής. Σε κάθε περίπτωση, σταυρώνουμε τα δάκτυλα, ευελπιστώντας ότι ο ευνοϊκός καιρός των τελευταίων ημερών —με τη μεγάλη διαφορά θερμοκρασίας ανάμεσα στην ημέρα και τη νύχτα, που ευνοεί την καλή ωρίμανση των σταφυλιών— θα διατηρηθεί μέχρι να τρυγήσουν και οι γνωστές περιοχές των ερυθρών κρασιών (Νάουσα, Νεμέα, Αμύνταιο κλπ.), αλλά και οι όψιμες, όπως η Μαντίνεια.
— Πολύ ωραία. Πάμε στα δικά σας τώρα. Μιλήστε μας για τις δραστηριότητες της Wine Plus. Καταρχάς, πόσα χρόνια τώρα δραστηριοποιείται;
Μ.Ν.: Η Wine Plus δημιουργήθηκε το 2002 και ως εταιρεία οινικής επικοινωνίας φέρνει με πολλούς και ποικίλους τρόπους σε επαφή τους επαγγελματίες του κρασιού με τους καταναλωτές. Πρώτα απ' όλα διοργανώνει, από το 2003, τον Χάρτη των Γεύσεων, τη σημαντικότερη οινική εκδήλωση/έκθεση κρασιών και αποσταγμάτων στη Βόρεια Ελλάδα. Εκδίδει, επίσης από το 2003, το δωρεάν διανεμόμενο περιοδικό Wine Plus magazine. Οι φανατικοί αναγνώστες του το αναφέρουν ως περιοδικό «hand-made» που αρχειοθετείται! Ακόμη, οργανώνουμε παρουσιάσεις οινοπαραγωγών και αμπελουργικών περιοχών, γευστικές δοκιμές, γαστρονομικά δείπνα, εκδρομές… περισσότερες από τριάντα εκδηλώσεις κάθε χρόνο. Αυτό όμως για το οποίο είμαι πολύ υπερήφανη είναι το Wine Club THESSALONIKI96, μια από τις μακροβιότερες λέσχες κρασιού στην Ελλάδα, την οποία δημιούργησα το 1996 και τον Σεπτέμβριο αισίως ξεκινάμε την 24η χρονιά λειτουργίας!
— Πραγματικά θαυμάσια όλα αυτά. Πόσα είναι τα δραστήρια μέλη του Wine Club και πόσα πάνω-κάτω τα «περιφερειακά»;
Μ.Ν.: Τα συνολικά μέλη του Wine Club είναι, σαφώς, πολλές εκατοντάδες. Από αυτά, τα δραστήρια μέλη, που παρακολουθούν όλες τις γευστικές δοκιμές, είναι γύρω στους 70 κάθε χρόνο, ανάμεσά τους και ορισμένοι που έρχονται ανελλιπώς όλα αυτά τα χρόνια, γεγονός που όπως αντιλαμβάνεστε με συγκινεί. Επιπλέον, υπάρχουν γύρω στους 150 επισκέπτες, ετησίως, οι οποίοι παρακολουθούν μεμονωμένες εκδηλώσεις.
— Μπορεί ο καθένας να λάβει μέρος στις δραστηριότητές του;
Μ.Ν.: Βεβαίως. Εξάλλου πραγματοποιούμε αρκετά συχνά και το βασικό μας σεμινάριο —το ονομάζουμε «Γνωριμία με τον κόσμο του κρασιού»—, δίνοντας τη δυνατότητα και σε καινούργιους φίλους του κρασιού να αποκτήσουν τις βασικές γνώσεις ούτως ώστε να μπορέσουν να παρακολουθήσουν και τις πιο απαιτητικές γευστικές δοκιμές.
— Ωραία. Πείτε μου κάτι άλλο τώρα, αν θέλετε. Μιας και είστε τόσο πολύ καιρό κοντά στο κρασί και στους ανθρώπους του, πώς βλέπετε να αλλάζει, να εξελίσσεται η σχέση του Έλληνα με το κρασί; Για παράδειγμα, να υποθέσουμε πως η εποχή του χύμα κρασιού ανήκει πια στο παρελθόν;
Μ.Ν.: Ναι, συνεχώς εξελίσσεται αυτή η σχέση. Ευχάριστα. Ο Έλληνας ή, πιο σωστά, ένα διαρκώς αυξανόμενο ποσοστό των Ελλήνων —όπως εξάλλου και ο παγκόσμιος καταναλωτής—, διαβάζει, ενημερώνεται, πληροφορείται, δοκιμάζει, «εκπαιδεύεται» με άλλα λόγια γύρω από το κρασί. Και αυτό ισχύει και για τις νεαρές ηλικίες, στις οποίες η συμβολή και η επιδραστικότητα των social media είναι σημαντική. Βεβαίως, ανάλογα με το ηλικιακό και το γενικό προφίλ των καταναλωτών διαφοροποιούνται και τα οινικά ενδιαφέροντά τους. Μπορούμε, πάντως, να πούμε πως έχουμε μια σταθερή στροφή προς το πιο ποιοτικό εμφιαλωμένο κρασί. Όσο για το χύμα, όχι, δεν ανήκει στο παρελθόν. Παρότι έχουμε καταφέρει, ακόμη και στα χρόνια της κρίσης, να στέψουμε τον κόσμο στο επώνυμο χύμα, δηλαδή στους ασκούς, το μη τυποποιημένο κρασί διατηρεί μερίδιο της αγοράς.
— Και όσο για το μέλλον; Τι να περιμένουμε; Η Ελλάδα είναι δεμένη, ζυμωμένη με το κρασί σχεδόν σε όλη την ιστορία της. Μέσα σε ένα πολύ ανταγωνιστικό διεθνές οινικό περιβάλλον, τι μπορεί να προσδοκά;
Μ.Ν.: Η Ελλάδα είναι μια παραδοσιακά οινοπαραγωγός χώρα μεν, πολύ μικρή, σε μεγέθη παραγωγής, δε. Έχουμε, ωστόσο, ορισμένα σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, όπως είναι οι ελληνικές αυτόχθονες ποικιλίες σταφυλιού, τα μοναδικά αμπελουργικά terroir σε πανέμορφες τουριστικές περιοχές και ο τουρισμός/οινοτουρισμός, όπου αυτός είναι ποιοτικός. Σε αυτά τα χαρακτηριστικά/ευκαιρίες στηρίζονται και οι generic προωθητικές ενέργειες του ελληνικού κρασιού της τελευταίας δεκαετίας. Με σωστές κινήσεις σε σωστά στοχευμένες αγορές, οι οποίες βεβαίως χρειάζονται και την αντίστοιχη οικονομική υποστήριξη, έχουμε χώρο στις διεθνείς αγορές και κοινά για να κατακτήσουμε.
— Τι θα θέλατε να αλλάξει; Είτε αναφορικά με την παραγωγή και τη διακίνηση, την εμπορία του κρασιού, είτε αναφορικά με τις καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων.
Μ.Ν.: Στην παραγωγική διαδικασία τα βήματα που έχουν γίνει τις τελευταίες δεκαετίες είναι τεράστια, οι Έλληνες οινοποιοί είναι συνεχώς ενήμεροι για τις διεθνείς οινολογικές εξελίξεις και χρησιμοποιούν τη σύγχρονη τεχνολογία. Αυτό που είναι απαραίτητο είναι η περαιτέρω έρευνα στα αμπελουργικά θέματα, κυρίως γύρω από τις αυτόχθονες ποικιλίες. Ο εξορθολογισμός της τιμής του κρασιού στα εστιατόρια, προς την οποία κατεύθυνση η αλήθεια είναι πως έχει βοηθήσει η οικονομική κρίση, θα δώσει ώθηση στην κατανάλωση. Με ρωτάτε και τι θα ήθελα να αλλάξει με τις καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων. Θα ήθελα να δω εμφιαλωμένα κρασιά πάνω στα περισσότερα τραπέζια στα εστιατόρια και τις ταβέρνες όλης της χώρας, όπως συμβαίνει στη Γαλλία, την Ιταλία… Θα ήθελα οι Έλληνες να συνοδεύουν το σουβλάκι και τον γύρο με ένα ποτήρι κρασί, όπως κάνουν οι Ισπανοί με τα tapas. Αυτά…
— Και από τη μεριά της Πολιτείας; Θέλετε κάτι και εδώ;
Μ.Ν.: Σαφώς! Πρώτα απ' όλα να μη βάζει εμπόδια στον κλάδο, όπως με τον απαράδεκτο και καταστροφικό ειδικό φόρο κατανάλωσης. Στη συνέχεια, να κάνει… τη δουλεία της. Δηλαδή να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους, η ανεπάρκεια των οποίων υποθάλπει κρούσματα αθέμιτου ανταγωνισμού. Και βεβαίως να υποστηρίζει με πόρους —και συνέπεια— προγράμματα έρευνας στα πανεπιστήμια, και προώθησης σε ξένες αγορές, ό,τι δηλαδή συμβαίνει σε όλες τις αμπελουργικές χώρες, από τις προφανείς περιπτώσεις όπως η Γαλλία και η Αυστραλία έως τις πιο «εξωτικές» όπως η Αυστρία και η Νέα Ζηλανδία.
— Τι ρόλο μπορεί να παίξει το κρασί στην οικονομία του τόπου; Τι ανάπτυξη μπορούμε να προσδοκούμε;
Μ.Ν.: Το κρασί, ως προϊόν, συνδυάζει δραστηριότητες από τον πρωτογενή τομέα παραγωγής (αμπελουργία), τον δευτερογενή (οινοποίηση) και τον τριτογενή (οινεμπόριο, οινοτουρισμός), με τις υπηρεσίες του να συνδυάζονται με αυτές του γενικού τουρισμού. Νομίζω πως είναι προφανές ότι αποτελεί ένα σημαντικό συστατικό περιφερειακής ανάπτυξης, αφού συμβάλλει στην τοπική ανάπτυξη, αλλά συγχρόνως υπακούει και στις αρχές της αειφορίας.
— Πολύ σωστά. Κάτι άλλο τώρα. Από όσο ξέρω, είναι στο τυπογραφείο το τελευταίο σας βιβλίο. Θέλετε να μας μιλήσετε γι' αυτό;
Μ.Ν.: Με μεγάλη μου χαρά. Πρόκειται για την επανέκδοση αλλά και επικαιροποίηση του βιβλίου μου «Τα κρασιά της Ελλάδας – Οδηγός στην απόλαυση», που είχε αρχικά εκδοθεί το 2006 από τις εκδόσεις ΙΑΝΟΣ. Η καινούργια έκδοση, πάντα από τον ΙΑΝΟ, έχει τίτλο «Τα κρασιά της Ελλάδας – Discover Greek Wine» και, ακολουθώντας την πρακτική των σύγχρονων οδηγών οινοτουρισμού, είναι δίγλωσση (ελληνική και αγγλική), εμπλουτισμένη με infographics και πολλές χρηστικές πληροφορίες. Στην ουσία είναι ένα εύχρηστο βιβλίο τσέπης που καταγράφει τον ελληνικό αμπελώνα και τα κρασιά του.
— Αφού ευχηθώ καλοτάξιδο, κλείνοντας, προτείνετέ μας, αν θέλετε, 5 ετικέτες Ελλήνων παραγωγών που θεωρείτε ότι είναι καλό να γνωρίζουν οι αναγνώστες μας. Όχι απαραιτήτως ακριβές, αλλά πιο πολύ «τίμιες», θα έλεγα. Κρασιά που μπορεί, μάλιστα, να βρει εύκολα, σε σουπερμάρκετ και κάβες.
Μ.Ν.: Προτιμώ να σας προτείνω κρασιά για 5 διαφορετικούς τύπους αναγνωστών σας. Έτσι, για τους ανέμελους beginners που αγαπούν την ελαφρότητα, θα προτείνω το αρωματικό Μοσχοφίλερο και το φρέσκο Αγιωργίτικο. Όσοι λατρεύουν τα αρωματικά κρασιά, ας επιλέξουν ένα Μοσχάτο, μια Μαλαγουζιά, ένα Sauvignon Blanc. Σε όσους αγαπούν τις έντονες γεύσεις θα προτείνω το Ασύρτικο και το Ξινόμαυρο. Οι ανήσυχοι, που αναζητούν σπάνιες γεύσεις, ας σημειώσουν το Βιδιανό και τη Λημνιώνα. Και σε όλους θα προτείνω να απολαύσουν ένα ποτήρι δροσερό και δροσιστικό ροζέ κρασί. Σημειώστε πως είναι η κατηγορία που συνεχώς κερδίζει όλο και περισσότερους φίλους παγκοσμίως.
— Αγαπητή κυρία Νέτσικα, σας ευχαριστώ θερμά!