Του Αλέξανδρου Σκούρα
Σήμερα θα ξεκινήσω τη στήλη μας δηλώνοντας ξεκάθαρα ότι δεν είμαι δημοσιογράφος, δεν υπήρξα ποτέ και δεν ανήκω σε καμία δημοσιογραφική ένωση. Θεωρώ, όπως έχω γράψει και παλιότερα, ότι η ύπαρξη ενός ελεύθερου τύπου σε μία χώρα είναι η μεγαλύτερη δικλείδα ασφαλείας έναντι της κατάχρησης της εξουσίας. Όπως είχε πει άλλωστε και ο σπουδαίος Έλληνας φιλελεύθερος νομικός Αναστάσιος Πολυζωίδης, η αυτονομία έχει δύο στύλους, την ατομική ελευθερία και την ελευθερία του τύπου “άνευ των οποίων αυτή είναι αδύνατον να υπάρξει”.
Όμως, όπως συμβαίνει τόσο συχνά με την ελευθερία, η δύναμη του κάθε δημοσιογράφου να εκφράζεται ελεύθερα συνεπάγεται και με μεγάλη ευθύνη. Οι περισσότεροι πολίτες περιμένουν από τους δημοσιογράφους να είναι αμέμπτου ηθικής, να είναι τίμιοι και πρωτίστως αντικειμενικοί στη δουλειά τους. Τα δύο πρώτα γνωρίσματα μπορούν να κριθούν σε μεγάλο βαθμό από τις επαγγελματικές, προσωπικές και κοινωνικές τους επιλογές. Η αντικειμενικότητα στη δημοσιογραφία είναι μία αρκετά πιο περίπλοκη απαίτηση όμως. Βλέπετε, η σημερινή δημοσιογραφία είναι πολύ απαιτητικό επάγγελμα. Πλέον, με τον ανταγωνισμό του twitter και του facebook όπου κάθε πολίτης μπορεί να ενημερώνει και να ενημερώνεται από άλλους χρήστες που δεν έχουν τη δημοσιογραφική ιδιότητα, η απαίτηση για άμεση ανταπόκριση των ειδήσεων είναι τεράστια. Πιεσμένοι από τον χρόνο, οι δημοσιογράφοι του σήμερα δεν έχουν την πολυτέλεια να ελέγξουν, να διασταυρώσουν, και να επικυρώσουν μία είδηση διότι η διαδικασία αυτή - που μπορεί να κρατήσει μέρες - τους καθιστά εκτός αγοράς. Ένας δημοφιλής χρήστης του twitter δεν υποβάλλεται στο ίδιο κριτήριο εγκυρότητας και έτσι μπορεί άνετα να αναδημοσιεύσει μία σοβαρή είδηση χωρίς την απαραίτητη διασταύρωση. Βέβαια, αυτή η νέα πραγματικότητα έχει περισσότερο να κάνει με την εγκυρότητα παρά με την αντικειμενικότητα. Όμως είναι χρήσιμο να την έχουμε υπόψη μας καθώς προχωράμε βαθύτερα στο επίμαχο ζήτημα.
Μία άλλη ανάγκη που, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, πρέπει να καλύψουν οι δημοσιογράφοι είναι αυτή της άποψης. Η άποψη διαφέρει από τα γεγονότα διότι δεν επικαλείται την αντικειμενικότητα. Είναι εκ φύσεως προσωπική και θέμα επιλογής. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αθλητικές εφημερίδες. Αν οι δημοσιογράφοι υποτίθεται ότι είναι αντικειμενικοί, πως εξηγείται το φαινόμενο κάθε ποδοσφαιρική ομάδα να έχει ολόκληρες εφημερίδες που καλύπτουν ευνοϊκά προς αυτές την τρέχουσα ειδησεογραφία; Τα γεγονότα των αθλητικών διοργανώσεων είναι καταγεγραμμένα από τις στατιστικές υπηρεσίες, τις αναφορές των αθλητικών σωματείων για τις πωλήσεις εισιτηρίων και την εκάστοτε κατάταξη που διαχειρίζεται μία κάποια αθλητική ομοσπονδία. Αυτό που αλλάζει στις αθλητικές εφημερίδες δεν είναι το σκορ του αγώνα, ο αριθμός των φάουλ ή των οφσάιντ αλλά η ερμηνεία που δίνεται σε όσα συμβαίνουν εντός και εκτός γηπέδων.
Από τη στιγμή, λοιπόν, που μιλάμε για άποψη και ερμηνεία, κάθε συζήτηση περί αντικειμενικότητας μπαίνει σε δεύτερο ή τρίτο πλάνο. Ένα ρητό που αποτυπώνει εκπληκτικά την ποικιλομορφία των απόψεων λέει ότι αν κλείσουμε σε ένα δωμάτιο τρεις φιλελεύθερους οικονομολόγους θα καταγράψουμε τουλάχιστον δέκα απόψεις για οποιοδήποτε ζήτημα. Αντίστοιχα αστεία λένε και οι αριστεροί μεταξύ τους φυσικά. Η σημασία του ρητού είναι ότι η απαίτηση για αντικειμενικότητα τη στιγμή που η δραστηριότητα είναι υποχρεωτικά υποκειμενική, είναι παράλογη και αδύνατη. Αν ένας δημοσιογράφος θεωρείται αντικειμενικός για τους μεν, θα είναι υποκειμενικός για τους δε. Αυτό ακριβώς παρατηρούμε και με τα μέσα ενημέρωσης σήμερα. Υπάρχουν φιλοκυβερνητικά μέσα και αντιπολιτευόμενα μέσα. Υπάρχουν μέσα που στηρίζουν τον Α και πολεμούν τον Β.
Το αξιοπερίεργο της όλης υπόθεσης είναι ότι όλο αυτό το χάος έχει αποδεδειγμένα καλύτερα αποτελέσματα από την έλλειψή του. Για να γίνει σαφές το τί εννοώ ας κάνουμε ένα νοητικό πείραμα. Αν η κυβέρνηση έκανε την καλύτερη δυνατή έρευνα για να εντοπίσει τους πιο αντικειμενικούς και αμερόληπτους δημοσιογράφους, τους έβρισκε και τους αναγνώριζε δια νόμου το προνόμιο του να εκφέρουν αντικειμενική άποψη, τι συνέπειες θα είχε αυτή η κίνηση; Όσοι εμπιστεύονται την κυβέρνηση θα έσπευδαν να ανταμείψουν τους δημοσιογράφους και να αγοράζουν τα έντυπα, να βλέπουν τα κανάλια, ή να επισκέπτονται τις ιστοσελίδες που αρθρογραφούν. Όσοι δεν εμπιστεύονται την κυβέρνηση, θα χλεύαζαν την παρωδία και θα αισθάνονταν την απειλή ελέγχου της ενημέρωσης από πλευράς κυβέρνησης. Ακόμα όμως κι αν οι δημοσιογράφοι αυτοί ήταν αμέμπτου ηθικής και πεντακάθαροι από κάθε άποψη, και πάλι θα έπρεπε να δούμε την κίνηση αυτή με απέχθεια και φόβο. Άπαξ και κάποιος κατοχυρώσει την αντικειμενικότητα, αποκτά και το μονοπώλιο της αλήθειας. Μία τέτοια εξουσία είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για μία δημοκρατία. Ο νοών νοείτω.