«Σε μια κρίση πορεύεσαι με ό,τι έχεις. Αυτό το πολιτικό σύστημα έχουμε, με αυτό θα πορευτούμε. Εξάλλου δεν νοείται να παρακαμφθεί η βούληση του λαού όπως την εκδήλωσε στην κάλπη». Η φράση αυτή ανήκει στον αείμνηστο Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και την είχε πει σε μια από τις συνεντεύξεις που είχε δώσει στον Αλέξη Παπαχελά στον ΣΚΑΙ σε μια εξαιρετικά κρίσιμη και επικίνδυνη, για τη χώρα, συγκυρία: την παραμονή της ψήφισης του 2ου μνημονίου, τον Ιουνίου του 2011. Απαντούσε στις επίμονες ερωτήσεις του Αλέξη Παπαχελά για το πως αξιολογούσε τον καθένα από τους τότε πρωταγωνιστές και εκείνος έδινε την ίδια απάντηση: «Πορεύεσαι με ό,τι έχεις. Να αναλογιστούν όλοι τις ευθύνες τους και να πράξουν το σωστό».
Η απόφανση αυτή έχει διαχρονική ισχύ. Το 2019 η Νέα Δημοκρατία μπορεί να κατάφερε μια ισχυρή αυτοδυναμία αλλά οι πολίτες την έδωσαν γιατί η περίσταση ήταν κρίσιμη. Τους επόμενους μήνες οι συνθήκες θα δυσκόλευαν ακόμα περισσότερο γιατί έπρεπε να προχωρήσουμε γρήγορα σε ενέργειες πρωτόγνωρες για το δυσκίνητο κρατικό μηχανισμό και να ξεπεραστεί η γραφειοκρατία και η ευθυνοφοβία.
Το 2019 λοιπόν και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έφτιαξε την κυβέρνησή του με ό,τι είχε: με παλαιά έμπειρα στελέχη της ΝΔ, με παλαιοκομματικούς και με τεχνοκράτες και επειδή γνώριζε πως «με ό,τι έχεις» αυτό οι αξιώσεις είναι, μοιραία, ανάλογες, σκέφτηκε να ενισχύσει την κυβερνητική ομάδα με κάποιο κεντρικό πρόσωπο σε ρόλο συντονιστή-πασπαρτού. Το ρόλο αυτό είχε ο Γρηγόρης Δημητριάδης που μέσα σε όλα ήταν και επιφορτισμένος με την ευθύνη του να μην «χάνεται η μπάλα».
Έλειψε αυτός ο κεντρικός συντονιστής τα τελευταία εικοσιτετράωρα με το θέμα που ανέκυψε στον Έβρο. Αναφερόμαστε στα τελευταία εικοσιτετράωρα που η «μπάλα χάθηκε» εντελώς και οι δύο αρμόδιοι Υπουργοί, Μετανάστευσης και Προστασίας του Πολίτη, το μόνο που κατάφεραν ήταν να γελοιοποιήσουν την Ελληνική Αστυνομία και το Στρατό εμφανίζοντάς τους ανίκανους να εντοπίσουν κάποιους ανθρώπους στα σύνορά μας.
Φαίνεται ότι τελικά χρειάζεται το πρόσωπο-πασπαρτού που θα σηκώνει το τηλέφωνο και θα κινητοποιεί τους Υπουργούς. Δεν θα μπούμε στη διαδικασία να αναλύσουμε τα της φιλοσοφίας του Επιτελικού Κράτους, το πρώτο άρθρο στο οποίο δηλώναμε την επιφύλαξή μας για αυτό το μοντέλο διακυβέρνησης το γράψαμε λίγες μέρες μετά την ορκωμοσία της κυβέρνησης. Βλέπουμε όμως ότι οι περισσότεροι Υπουργοί δεν μπορούν να κάνουν περισσότερα από ένα τουίτ, όταν συμβεί κάτι σοβαρό.
Είναι δίκοπο μαχαίρι. Από τη μία, πρέπει, επιτέλους, η Ελλάδα να αποκτήσει ένα κράτος που απαιτείται η παρέμβαση του πρωθυπουργικού γραφείου για να κινητοποιηθεί. Από την άλλη, σε μια κρίση οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται κεντρικά πολλώ μάλλον δε όταν είναι γνωστά τα όρια των δυνατοτήτων των διαφόρων αξιωματούχων, για να το θέσουμε όσο πιο εύσχημα γίνεται.
Το πραγματικά δυσάρεστο είναι ότι έχουμε βρεθεί πάλι να συζητάμε τι είδους κράτος θέλουμε ενώ, τουλάχιστον για τους πολίτες, αυτό είναι λυμένο. Ένα κράτος αποτελεσματικό, ευέλικτο, αποκεντρωμένο που στις κρίσεις μπορεί να συσπειρώνεται και να εκτελεί σχέδια διαχείρισής τους, είναι εδώ και χρόνια κεντρική προεκλογική υπόσχεση όλων των κομμάτων.
Οι εποχές που η διακυβέρνηση της χώρας ήταν μια ευχάριστη υπόθεση έχουν παρέλθει προ πολλού. Ζούμε σε μια εποχή αλλεπάλληλων κρίσεων. Οι πολίτες το έχουμε εμπεδώσει. Ώρα να το χωνέψει και το πολιτικό σύστημα.